Skip to main content

Το οικονομικό πάρτι 40 ετών τέλειωσε. Έρχεται η… ιαπωνοποίηση της Κίνας;

REUTERS/Tingshu Wang

Τα καμπανάκια από τους διεθνείς αναλυτές πληθαίνουν. Το μοντέλο που επί 4 δεκαετίες χάριζε ταχύτατη ανάπτυξη στην Κίνα κατέρρευσε. Τι περιμένουμε τώρα;

Η κεντρική τράπεζα της Κίνας και οι ρυθμιστικές αρχές του χρηματοπιστωτικού τομέα κάλεσαν τους τραπεζίτες της χώρας και έστειλαν σαφές μήνυμα: Θα πρέπει να ανοίξουν τη στρόφιγγα των δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά προκειμένου να στηρίξουν την προσπάθεια για τόνωση της ανάκαμψης.

Οι αρχές ζήτησαν επίσης προσαρμογές και βελτιστοποίηση των πολιτικών για τα στεγαστικά δάνεια, όπως αναφέρει σε σημερινή ανακοίνωσή της η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας, χωρίς να διευκρινίζει τις πρωτοβουλίες στο μέτωπο στέγασης.

Στελέχη της China Life Insurance Co. και των χρηματιστηρίων ήταν στην ίδια συνάντηση, όπου αξιωματούχοι συζήτησαν επίσης μέτρα με τον χρηματοπιστωτικό τομέα για την πρόληψη και τη μείωση των κινδύνων για το χρέος της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως μεταδίδει το Bloomberg.

Όλα αυτά βεβαίως έρχονται καθώς η χώρα έρχεται αντιμέτωπη με διπλή κρίση, στην αγορά ακινήτων και στον σκιώδη τραπεζικό τομέα και με μία αισθητή κάμψη στην κατανάλωση. Πρόκειται για εξελίξεις που έχουν πυροδοτήσει σοβαρή ανησυχία και στις διεθνείς αγορές.

Η Κίνα έχει επανειλημμένα προτρέψει τις τράπεζές της να αυξήσουν τον δανεισμό για να στηρίξουν την οικονομία. Τον Ιούλιο, όμως, οι κινεζικές τράπεζες χορήγησαν το μικρότερο ποσό μηνιαίων δανείων από το 2009, σε μια περαιτέρω ένδειξη ασθενούς ζήτησης στην οικονομία που αυξάνει τον κίνδυνο παρατεταμένης πίεσης αποπληθωρισμού.

Το μοντέλο που της χάρισε εκρηκτική ανάπτυξη δεν λειτουργεί πια

Για δεκαετίες, η Κίνα τροφοδοτούσε την οικονομία της επενδύοντας σε εργοστάσια, ουρανοξύστες και δρόμους. Το μοντέλο πυροδότησε μια μακρά περίοδο ταχύτατης ανάπτυξης που έβγαλε την Κίνα από τη φτώχεια και τη μετέτρεψε σε παγκόσμιο γίγαντα του οποίου η εξαγωγική ανδρεία ξεπέρασε τον κόσμο.Τώρα το μοντέλο αυτό έχει καταρρεύσει, τονίζει η Wall Street Journal.

Αυτό που λειτoύργησε επί 4 δεκαετίες όσο η Κίνα προσπαθούσε να κλείσει την ψαλίδα έναντι του ανεπτυγμένου κόσμου, έχει λιγότερο νόημα τώρα που η χώρα πνίγεται στο χρέος και εξαντλούνται τα περιθώρια για περαιτέρω οικοδόμηση. Τμήματα της Κίνας είναι γεμάτα με ανεπαρκώς χρησιμοποιούμενες γέφυρες και αεροδρόμια. Εκατομμύρια διαμερίσματα είναι ανεκμετάλλευτα. Οι αποδόσεις των επενδύσεων μειώθηκαν απότομα.

Οι ιδιωτικές επενδύσεις παγώνουν, οι επαρχίες… χτίζουν

Τα σημάδια προβλημάτων εκτείνονται πέρα από τα απογοητευτικά μακροικονομικά δεδομένα της Κίνας σε μακρινές επαρχίες, συμπεριλαμβανομένης της Γιουνάν, στα νοτιοδυτικά, η οποία πρόσφατα δήλωσε ότι θα ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή μιας νέας εγκατάστασης καραντίνας Covid-19, σχεδόν στο μέγεθος τριών γηπέδων ποδοσφαίρου. Τι νόημα έχει άραγε μία τέτοια κατασκευή από τη στιγμή που το Πεκίνο έχει εγκαταλείψει εδώ και μήνες την πολιτική μηδενικής ανοχής έναντι του Covid;

Με τις ιδιωτικές επενδύσεις αδύναμες και τις εξαγωγές σε σημαία, οι αξιωματούχοι λένε ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να συνεχίσουν να δανείζονται και να χτίζουν για να τονώσουν τις οικονομίες τους.

Οι οικονομολόγοι πιστεύουν τώρα ότι η Κίνα εισέρχεται σε μια εποχή πολύ πιο αργής ανάπτυξης, που επιδεινώνεται από τις αρνητικές δημογραφικές προοπτικές, αλλά και από την ένταση στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, που θέτει σε κίνδυνο εμπόριο και ξένες άμεσες επενδύσεις.  «Αντί να είναι απλώς μια παροδική οικονομική αδυναμία, θα μπορούσε να είναι μία μακρά εποχή εξασθένησης» προειδοποιεί η WSJ.

«Eίμαστε μάρτυρες μιας αλλαγής ταχύτητας σε αυτό που ήταν η πιο δραματική τροχιά στην οικονομική ιστορία», λέει στην αμερικανική εφημερίδα ο Άνταμ Τούζ, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια που ειδικεύεται στις οικονομικές κρίσεις.

Και τώρα, τι;

Πώς θα μοιάζει το μέλλον; Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τοποθετεί την ανάπτυξη του ΑΕΠ της Κίνας κάτω από το 4% τα επόμενα χρόνια, λιγότερο από το ήμισυ του ρυθμού που είχε πετύχει στο μεγαλύτερο διάστημα των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών. Η Capital Economics είναι ακόμη πιο απαισιόδοξη: Εκτιμά ότι η δυναμική ανάπτυξης του τίγρη της Ασίας έχει επιβραδυνθεί στο 3% από 5% το 2019, ενώ θα διολισθήσει κοντά στο 2% έως το 2030.

Με αυτούς τους ρυθμούς, η Κίνα θα αποτύχει να πιάσει τον στόχο που έθεσε ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ για διπλασιασμό του μεγέθους της οικονομίας έως το 2035. Αυτό θα καθιστούσε πιο δύσκολο για την Κίνα να βγει από τις τάξεις των αναδυόμενων αγορών  και να ανέβει στην κλίμακα των ανεπτυγμένων.

Θα πάθει ό,τι και η Ιαπωνία;

Χωρίς πιο επιθετικά κίνητρα από το Πεκίνο και ουσιαστικές προσπάθειες για την αναζωογόνηση της ανάληψης κινδύνων από τον ιδιωτικό τομέα, ορισμένοι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι η επιβράδυνση της Κίνας θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρατεταμένη στασιμότητα παρόμοια με ό,τι έχει βιώσει η Ιαπωνία από τη δεκαετία του 1990, όταν το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων οδήγησε σε πολλά χρόνια αποπληθωρισμού και αναιμικής ανάπτυξης.

Σε αντίθεση με την Ιαπωνία, ωστόσο, η Κίνα θα έμπαινε σε μια τέτοια περίοδο πριν φτάσει στο καθεστώς του πλούσιου κόσμου, με το κατά κεφαλήν εισόδημα πολύ χαμηλότερο από τις πιο προηγμένες οικονομίες. Το εθνικό κατά κεφαλήν εισόδημα της Κίνας έφτασε περίπου τα 12.850 δολάρια πέρυσι, κάτω από το τρέχον όριο των 13.845 δολαρίων που η Παγκόσμια Τράπεζα προσδιορίζει ως το ελάχιστο για μια χώρα «υψηλού εισοδήματος». Το κατά κεφαλήν εθνικό εισόδημα της Ιαπωνίας το 2022 ήταν περίπου 42.440 δολάρια και των ΗΠΑ περίπου 76.400 δολάρια.

Σε ομιλία του στις 10 Αυγούστου, ο Πρόεδρος Μπάιντεν χαρακτήρισε τα οικονομικά προβλήματα της Κίνας «ωρολογιακή βόμβα» που θα μπορούσε να ωθήσει τους ηγέτες της να «κάνουν άσχημα πράγματα».

Το Πεκίνο αντέδρασε με σχολιασμό του επίσημου πρακτορείου ειδήσεων Xinhua, λέγοντας ότι ο Μπάιντεν «προτίθεται να ρίξει λάσπη στην Κίνα ως μέρος της «μεγάλης στρατηγικής» του για να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματα της Αμερικής».

Δεν θα πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι πολλές φορές στο παρελθόν η Κίνα έχει διαψεύσει αρνητικές προβλέψεις για το μέλλον της οικονομίας της. Ο Σι Τζινπίνγκ και η κεντρική τράπεζα έχουν ακόμη όπλα στη φαρέτρα τους και οι αγορές περιμένουν να τους δουν να τα χρησιμοποιούν.