Skip to main content

Το στοίχημα του ΑΕΠ

Από την έντυπη έκδοση 

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Στις αρχές Μαρτίου, λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη συνεδρίαση του Eurogroup στην οποία θα ληφθεί και η απόφαση για την εκταμίευση της υποδόσης των κερδών από τα ANFAs και τα SMPs -την οποία και χθες ο Γάλλος επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί προσδιόρισε στα 750 εκατ. ευρώ-, θα ανακοινωθεί η πορεία του ελληνικού ΑΕΠ για το 4ο τρίμηνο του 2018 και ολόκληρη την περσινή χρονιά. Με τον προβληματισμό για την πορεία των ευρωπαϊκών οικονομιών να χτυπάει «κόκκινο», η ελληνική κυβέρνηση θέλει ένα καλό αποτέλεσμα εντός των προβλέψεων ώστε να στείλει μήνυμα «ανθεκτικότητας» της ελληνικής οικονομίας.

Ο φετινός προϋπολογισμός προβλέπει ότι το 2018 θα κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης 2,1%, ποσοστό λίγο υψηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο που «βλέπουν» η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ και η Τράπεζα της Ελλάδας (σ.σ.: οι δικές τους προβλέψεις κυμαίνονται από 1,9% έως 2%). Για να επιβεβαιωθεί η εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών, το 4ο τρίμηνο θα πρέπει να κλείσει στο +2,1%, ενώ σε απόλυτους αριθμούς το 4ο τρίμηνο θα πρέπει να κλείσει με «παραγωγή» τουλάχιστον 47,3 δισ. ευρώ (σε αγοραίες τιμές και με βάση τα μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία) έναντι 45,483 δισ. ευρώ που ήταν η αντίστοιχη επίδοση στο 4ο τρίμηνο του 2017. 

Στο εννεάμηνο
Στο 9μηνο η ελληνική οικονομία έπιασε τον ετήσιο στόχο, καθώς η οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό της τάξεως του 2,1%, ενώ το ΑΕΠ του 9μήνου διαμορφώθηκε -σε αγοραίες τιμές και με βάση τα μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία- στα 138,34 δισ. ευρώ έναντι 134,734 δισ. ευρώ στο αντίστοιχο περσινό διάστημα. Έτσι, για το 4ο τρίμηνο, χρειάζονται 47,3 δισ. ευρώ έναντι 45,48 δισ. ευρώ πέρυσι.

Το αν θα επιτευχθεί αυτή η επίδοση θα εξαρτηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις οικονομικές επιδόσεις του Δεκεμβρίου, στοιχεία για τις οποίες αναμένεται να υπάρξουν μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Στο οικονομικό επιτελείο υπάρχει η αισιοδοξία ότι το ΑΕΠ θα στηριχτεί στο 4ο και τελευταίο τρίμηνο από την ιδιωτική κατανάλωση.

Οι ελπίδες εδράζονται στο ότι μέσα στον Δεκέμβριο, εκτός από την καλύτερη ψυχολογία που επικράτησε στην αγορά συγκριτικά με τον Δεκέμβριο του 2017, λόγω και της εξόδου της χώρας από τα μνημόνια, υπήρξε και σημαντική ενίσχυση της ρευστότητας των νοικοκυριών με την καταβολή των αναδρομικών στα ειδικά μισθολόγια, του έκτακτου κοινωνικού μερίσματος, αλλά και του δώρου Χριστουγέννων, το οποίο το 2018 καταβλήθηκε σε περισσότερους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα λόγω της μείωσης της ανεργίας.

Το εμπορικό ισοζύγιο
Από την άλλη, προβληματισμός υπάρχει για την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου λόγω της αύξησης των εισαγωγών που υπερκάλυψαν τις επίσης πολύ καλές επιδόσεις των εξαγωγών, αλλά και για τις επιδόσεις σε επίπεδο επενδύσεων. 

Ο κρατικός προϋπολογισμός στηρίζει την εκτίμηση ότι το ΑΕΠ θα κλείσει φέτος στο +2,1% στις ακόλουθες βασικές παραδοχές: στο ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα παρουσιάσει θετική μεταβολή της τάξεως του 1% και ότι ταυτόχρονα η δημόσια κατανάλωση θα ενισχυθεί οριακά κατά 0,2%. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου θα αυξηθεί κατά 0,8%, ενώ οι εξαγωγές θα ενισχυθούν κατά 7,5%, με τις εισαγωγές να ενισχύονται κατά 3,4%. Όσον αφορά τον δείκτη ανεργίας, έχει προϋπολογιστεί ότι αυτός θα κλείσει στο 19,6%, υποχωρώντας για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια κάτω από το κρίσιμο όριο του 20%. 

Διαφορετική σύνθεση
Το πιο πιθανό -και με βάση τα όσα έχουν ήδη αποτυπωθεί στα στοιχεία του 9μήνου αλλά και στα όσα επιμέρους στατιστικά στοιχεία έχουν γίνει γνωστά για το 4ο και τελευταίο τρίμηνο της περσινής χρονιάς- είναι ότι ακόμη κι αν επιτευχθεί ο γενικός στόχος του +2,1%, η σύνθεση του ΑΕΠ θα είναι διαφορετική σε σχέση με τα όσα έχουν αποτυπωθεί στην εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού. 

1 Στο 9μηνο η ιδιωτική κατανάλωση «έτρεχε» με ρυθμό αύξησης της τάξεως του 0,8% έναντι του ετήσιου στόχου για αύξηση 1%. Το 3ο τρίμηνο το ποσοστό της αύξησης περιορίστηκε στο 0,7% και πλέον το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο τι θα καταγράψει η ΕΛΣΤΑΤ για το 4ο τρίμηνο. Για να «βγει» η πρόβλεψη για θετική μεταβολή της τάξεως του 1%, στο 4ο τρίμηνο θα πρέπει να υπάρξει αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά τουλάχιστον 1,6%, που θα είναι και το υψηλότερο ποσοστό για το 2018. Υπάρχει αισιοδοξία ότι το ποσοστό αυτό θα αποδειχθεί εφικτό μετά και τις έκτακτες ενισχύσεις ρευστότητας που έπεσαν στην αγορά τον Δεκέμβριο. Τα στοιχεία για τις πωλήσεις λιανικής του Νοεμβρίου ήταν θετικά (+4,4%) σε αντίθεση με τα αντίστοιχα του Οκτωβρίου, τα οποία είχαν αρνητικό πρόσημο. 

2 Στη δημόσια κατανάλωση ο ετήσιος στόχος για οριακή αύξηση 0,2% πολύ δύσκολα θα επιτευχθεί. Στο 9μηνο τα στοιχεία έδειχναν μείωση της τάξεως του 3%, οπότε για να αναστραφεί αυτή η εικόνα, θα πρέπει στο 4ο τρίμηνο να υπάρξει αύξηση της τάξεως του 9,7%. 

3 Μεγάλο «στοίχημα» αποτελεί και η πορεία των επενδύσεων, δηλαδή του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου. Με τον ετήσιο στόχο να έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω στο +0,8% (σ.σ.: αρχικά, με το μεσοπρόθεσμο είχε προβλεφθεί διψήφια αύξηση για την περσινή χρονιά), το 9μηνο έκλεινε στο -6,2% μετά την κατακόρυφη πτώση του 3ου τριμήνου (-23,2%). Για να κλείσει με έστω και οριακά θετικό πρόσημο ο συγκεκριμένος δείκτης, θα πρέπει να υπάρξει πολύ μεγάλη αύξηση της τάξεως του 18,7% στον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου. Το ποσοστό είναι πολύ μεγάλο, αλλά στην πράξη αντιστοιχεί σε πρόσθετες επενδύσεις της τάξεως του 1,3 δισ. ευρώ. 

4 Η πολύ μεγάλη αύξηση των εισαγωγών στο 3ο τρίμηνο (+15%), αλλά και η πορεία του ισοζυγίου κατά τον Νοέμβριο, όπως αποτυπώθηκε στα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, καθιστούν επίφοβη και την πρόβλεψη για συγκράτηση της αύξησης των εισαγωγών στο 3,4% για ολόκληρο το 2019. Στο 9μηνο η μεταβολή είχε συγκρατηθεί μεν στο +3,1%, αλλά αυτό οφείλεται κυρίως στο αρνητικό ποσοστό του 1ου τριμήνου και στη μικρή μεταβολή του 2ου τριμήνου. 

5 Στις εξαγωγές είναι επίσης πολύ πιθανό να παρατηρηθεί υπέρβαση του ετήσιου στόχου. Στο 9μηνο οι εξαγωγές έχουν αυξηθεί κατά 8,3%, με τον ετήσιο στόχο να διαμορφώνεται στο 7,5%. Έτσι, θα αρκούσε μια μεταβολή της τάξεως του 5,2% για να κλείσει η χρονιά εντός προβλέψεων. Οι εκτιμήσεις για θετικές επιδόσεις κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου καθιστούν βάσιμες τις προσδοκίες ότι τελικώς το ποσοστό αύξησης των εξαγωγών θα είναι μεγαλύτερο από το ποσοστό που έχει αποτυπωθεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού.