Από την έντυπη έκδοση
Μάχη με τον χρόνο δίνει η κυβέρνηση προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμφωνία με τους δανειστές μέχρι τις 20 Αυγούστου, αποφεύγοντας έτσι τα εναλλακτικά σχέδια, με κυρίαρχο αυτό ενός νέου δανείου-γέφυρα.
Μετά τις χθεσινές πολύωρες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξος, τονίζοντας ότι ούτε η πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης ούτε η πλευρά των δανειστών έχει θέσει θέμα περί μη δυνατότητας επίτευξης συμφωνίας μέχρι τις 20 Αυγούστου (σ.σ.: η ημερομηνία θεωρείται καθοριστική λόγω της λήξης ενός ακόμη ελληνικού ομολόγου που βρίσκεται στην κατοχή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πρέπει να αποπληρωθεί).
Πάντως, όπως παραδέχτηκε χθες ανώτατη κυβερνητική πηγή, τα μέτωπα που παραμένουν ανοικτά είναι πολλά και σημαντικά -είναι ενδεικτικό ότι ακόμη δεν έχει κλείσει συμφωνία ως προς το βασικό μακροοικονομικό σενάριο πάνω στο οποίο θα δομηθεί η συμφωνία-, ενώ για να αυξηθούν οι πιθανότητες ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης εντός του προβλεπόμενου χρονοδιαγράμματος, ουσιαστικά θα πρέπει να έχουν εξαλειφθεί οι διαφωνίες μέχρι το τέλος της εβδομάδας. Εξαιρετικά κρίσιμη θεωρείται η σημερινή ημέρα, κατά την οποία είναι επίσης προγραμματισμένες διαπραγματεύσεις.
Οπως επισήμανε χθες ο κ. Τσακαλώτος, «την Τετάρτη θα γίνει το πρώτο κλείσιμο των συζητήσεων με τους θεσμούς και θα διαπιστωθεί ποια ζητήματα παραμένουν ανοικτά και ποια είναι τα κωλύματα που έχουν προκύψει».
Για να κλείσει η συμφωνία ως προς το μακροοικονομικό και δημοσιονομικό σκέλος, προέχει να συμφωνηθεί το βασικό σενάριο για την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τη φετινή χρονιά.
Ολες οι πλευρές συμφωνούν ότι το 2015 θα είναι χρονιά ύφεσης, ωστόσο υπάρχουν διαφωνίες ως προς την έκτασή της.
Η απόσταση ανάμεσα στην εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία προβλέπει ύφεση πέριξ του 2%, και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που ανεβάζει την ύφεση κοντά στο 4%, μεταφράζεται σε τουλάχιστον 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε όρους Ακκαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), με πολύ σημαντικές συνέπειες όσον αφορά τη διαμόρφωση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Η ελληνική πλευρά φέρεται να κλείνει προς την εκτίμηση ότι η ύφεση θα ξεπεράσει το 4%. Στην ατζέντα της χθεσινής διαπραγμάτευσης, η οποία διήρκεσε περισσότερες από τέσσερις ώρες, βρέθηκαν το νέο υπερ-Ταμείο αποκρατικοποιήσεων -μέσω του οποίου έχει συμφωνηθεί να προκύψουν εισπράξεις 50 δισεκατομμυρίων ευρώ από την πώληση ή την αξιοποίηση κρατικής περιουσίας- και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τα κόκκινα δάνεια.
Οσον αφορά το διάδοχο σχήμα του ΤΑΙΠΕΔ διαπιστώθηκαν διαφωνίες τόσο όσον αφορά τη νομική μορφή που θα λάβει το νέο Ταμείο όσο και σχετικά με τη σχέση ανάμεσα στο καινούργιο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων συγκριτικά με αυτό που εκτελείται ήδη από το ΤΑΙΠΕΔ.
Ο κ. Τσακαλώτος απέφυγε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες και επιφυλάχθηκε για περισσότερες απαντήσεις μετά τη σημερινή ολοκλήρωση του 1ου γύρου των διαπραγματεύσεων.
Οι τράπεζες
Πυρετώδεις είναι οι διεργασίες για την έναρξη των ελέγχων από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (Single Supervisory Mechanism – SSM), στο πλαίσιο της «Δήλωσης της Συνόδου της 12 Ιουλίου 2015» και αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2015.
Η Συνολική Αξιολόγηση που διενεργείται υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα ξεκινήσει άμεσα και θα προσδιορίσει στην ολοκλήρωσή της και το ύψος των απαιτήσεων για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Η εν λόγω αξιολόγηση αναμένεται να λάβει υπ’ όψιν α) τη συνδυαστική επίδραση του Ελέγχου της Ποιότητας των Στοιχείων Ενεργητικού (AQR) – αξιολογώντας την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, περιλαμβανομένης της επάρκειας των περιουσιακών στοιχείων, της αποτίμησης των εξασφαλίσεων και των σχετικών προβλέψεων και β) την Ασκηση Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων (stress tests).
Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, που επικαλείται Ελληνα αξιωματούχο της ΤτΕ, τα stress tests των ελληνικών τραπεζών θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν θα γίνει bail in και δεν θα επιβληθεί καμία εισφορά στους καταθέτες. Επιπλέον, οι νυν μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών έχουν εκφράσει ενδιαφέρον να συμμετάσχουν στην ανακεφαλαιοποίησή τους, ωστόσο δεν έχουν διευκρινιστεί ακόμα οι λεπτομέρειες.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, εάν δεν συμμετάσχει κανένας ιδιώτης μέτοχος στην ανακεφαλαιοποίηση, η διαδικασία θα ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου και θα καλυφθεί από τα κεφάλαια των 25 δισ. ευρώ που θα περιλαμβάνονται στην επικείμενη συμφωνία Ελλάδας και πιστωτών.
Οσον αφορά τα capital controls, οι πληροφορίες του Bloomberg αναφέρουν ότι αυτά θα αρθούν περίπου στα τέλη του έτους, όταν και θα έχει ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Παράλληλα σημειώνει πως η κατάσταση όσον αφορά τις εκροές καταθέσεων έχει ομαλοποιηθεί και μάλιστα την προηγούμενη εβδομάδα υπήρξαν εισροές στο τραπεζικό σύστημα, οι οποίες αποδίδονται, σύμφωνα με το Reuters, σε έσοδα από τον τουρισμό αλλά και την καταβολή φόρου εισοδήματος.
Σημαντικός παράγοντας επίσης για τη διαμόρφωση της εικόνας των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών θεωρείται το ύψος του αναβαλλόμενου φόρου, αλλά και η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.
Για τον αναβαλλόμενο φόρο και με βάση τα στοιχεία που δημοσιοποίησαν προς την ελληνική επενδυτική κοινότητα οι συστημικές τράπεζες, απαντώντας σε ερωτήματα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, το συνολικό ύψος διαμορφώνεται στα 15,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 70% με 87,5% ανάλογα με κάθε μία από τις 4 τράπεζες αφορούν σε ζημιές από τη συμμετοχή στο PSI+, στο πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων και από προβλέψεις απομείωσης για δάνεια και απαιτήσεις υπογραμμίζουν οι συστημικές τράπεζες.
Αρκεί το ποσό των 25 δισ.
Το ποσό αυτό συμψηφίζεται στην 30ετία ή επ’ αόριστον και έτσι έμμεσα οι τράπεζες θεωρούν ότι οι παραπάνω απαιτήσεις δεν απομειώνονται. Σημειώνεται πως πρόσφατα και η Fitch ανέφερε ότι αν διατηρηθεί ο συνυπολογισμός του αναβαλλόμενου φόρου στα κεφάλαια των τραπεζών, τότε το προς συμφωνία ποσό των 25 δισ. ευρώ αρκεί για τις τράπεζες.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι τα «κόκκινα» δάνεια για τα οποία υπήρξε και χθες μια πρώτη προσέγγιση μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών.
Οι τράπεζες αναφέρουν ότι η πορεία των «κόκκινων» δανείων εξαρτάται από την πορεία της ελληνικής οικονομίας, η οποία επλήγη σε μεγάλο βαθμό τις τελευταίες μέρες από τα capital controls.
Ομως ακριβή στοιχεία για τις επιπτώσεις θα έχουμε αργότερα, καθώς και το συγκεκριμένο ζήτημα περιλαμβάνεται στο πλαίσιο της συνολικής αξιολόγησης.
«Κόκκινα» δάνεια
Ο υπουργός Οικονομίας Γ. Σταθάκης είχε την ευκαιρία κατά τη χθεσινή συνάντηση με τους θεσμούς να καταθέσει την ελληνική πρόταση για τα «κόκκινα» δάνεια, η οποία όμως δεν συζητήθηκε όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά.
Η ελληνική πρόταση φέρεται να καλύπτει όλα τα είδη δανείων ιδιωτών και επιχειρήσεων (σ.σ.: στεγαστικά, επιχειρηματικά, καταναλωτικά κ.λπ.), καθώς ο στόχος είναι τόσο η στήριξη του τραπεζικού συστήματος όσο και των κοινωνικών ομάδων που εμπλέκονται. Ως προς το περιεχόμενο της ελληνικής πρότασης, ο Ελληνας υπουργός παρέπεμψε στις προτάσεις που είχαν κατατεθεί και προ τριμήνου από την ελληνική πλευρά, χωρίς όμως να αποκλείεται το ενδεχόμενο σημαντικών αλλαγών.
Αποφασισμένη η κυβέρνηση να τα βρουν… εδώ και τώρα
Αποφασισμένη να κλείσει τη συμφωνία με τους εταίρους-πιστωτές ώς τις 18 του μηνός εμφανίζεται η κυβέρνηση, ενώ όπως δήλωσε χθες η εκπρόσωπός της Ολγα Γεροβασίλη «εάν τηρηθούν τα συμφωνηθέντα της Συνόδου Κορυφής, νομίζω ότι μέχρι τις 18 του μηνός θα έχουμε μια συμφωνία». (ΣΚΑΪ).
Η κα Γεροβασίλη σημείωσε ότι ολοκληρώθηκε η πρώτη φάση της διαπραγμάτευσης και τώρα, δεύτερη φάση, «ξεκινά η διαδικασία, η συγγραφή (της συμφωνίας) με λεπτομέρειες» και τόνισε πως από πλευράς κυβέρνησης «δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μην τηρηθούν οι δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει».
Η κυβερνητική εκπρόσωπος έκανε λόγο για «μια σκληρή διαδικασία» κι εξήγησε: «Εχουμε κάνει σκληρές επιλογές, προκειμένου να μη συμβεί στη χώρα το χειρότερο, και είμαστε αποφασισμένοι να τρέξουμε τη συμφωνία κατά το δυνατόν. Βεβαίως, με σκληρή διαπραγμάτευση, η οποία συνεχίζεται καθημερινά, μέχρι την τελευταία στιγμή… Σε όλη τη διαπραγματευτική περίοδο δεν έχουμε συνηθίσει να πηγαίνουμε με τον πιο ομαλό τρόπο. Εχουμε συνηθίσει ότι όσο πιο κοντά βρίσκεται σε μια τελική στιγμή της συγκεκριμένης διανυόμενης φάσης, τόσο πιο πολύ επιτείνονται και οι πιέσεις, άρα αλλάζει και το τοπίο. Αυτό έχουμε δει μέχρι σήμερα».
Η κα Γεροβασίλη επισήμανε ότι η συμφωνία δεν είναι ένα θέμα που αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά και μια άλλη πλευρά και υποστήριξε πως «είναι θέμα συσχετισμών στην Ε.Ε., για το οποίο υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις μέσα στην Ε.Ε., πέραν της Ελλάδας. Βλέπουμε τους θεσμούς να μην έχουν ταυτίσεις, να συγκρούονται και μεταξύ τους και εδώ επεμβαίνουν και χώρες», ενώ εξέφρασε φόβους ακόμη και για υπονόμευση της προσπάθειας για επίτευξη συμφωνίας.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του Grexit, η κα Γεροβασίλη είπε πως αυτό «δεν ήταν και δεν είναι ποτέ στις προθέσεις της κυβέρνησης», σημείωσε πως «έγινε ένας τεράστιος επικοινωνιακός πόλεμος τον τελευταίο καιρό, ο οποίος γίνεται και απ’ έξω.
Υπάρχουν συνομιλητές από το εσωτερικό με κάποιους και από το εξωτερικό οι οποίοι θα ήθελαν να μην υπάρξει συμφωνία στην Ελλάδα» και έκανε λόγο για «κύκλους ισχυρών συμφερόντων, οι οποίοι θέλουν τη χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης για οικονομικούς λόγους… Λόμπι δραχμής, το οποίο υπονομεύει την προσπάθεια».
Συλλογικές συμβάσεις, κατώτατος μισθός και τριετίες σε… ενιαίο πακέτο για το τέλος 2015
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές μπαίνουν και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, προκειμένου, όπως έκανε γνωστό χθες ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος, έως το τέλος του έτους να έχει ψηφιστεί ο σχετικός νόμος.
Η επανεξέταση των εργασιακών σχέσεων και του πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι τμήμα της συμφωνίας των Βρυξελλών, με την ελληνική πλευρά να έχει αναλάβει τη δέσμευση ότι θα αποφύγει τις μονομερείς ενέργειες και ότι θα υιοθετήσει τις βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζονται στην Ευρώπη.
Ετσι, στο επίκεντρο θα βρεθούν για μια ακόμη φορά κρίσιμα θέματα όπως είναι ο κατώτατος μισθός για υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες, οι τριετίες με βάση τις οποίες προσαυξάνεται ο κατώτατος μισθός, αλλά και η «επεκτασιμότητα» των συλλογικών συμβάσεων, δηλαδή η υποχρεωτική εφαρμογή κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων στο σύνολο των εργαζομένων μιας επιχείρησης.
Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, αλλά και η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ -έστω και σταδιακά- έχουν αποτελέσει «σημαία» για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά.
Μάλιστα, η εξαγγελία πήρε τη μορφή νομοσχεδίου που συντάχθηκε από τον πρώην υπουργό Εργασίας Π. Σκουρλέτη, δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση, αλλά ουδέποτε κατατέθηκε στη Βουλή προς ψήφιση. Μεταξύ άλλων, προέβλεπε την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ από την 1η Οκτωβρίου 2015 και στα 751 ευρώ από τον Ιούλιο του 2016.
Οι δανειστές είχαν εκφράσει την έντονη αντίθεσή τους στην προοπτική αύξησης του κατώτατου μισθού -με το επιχείρημα ότι επιτείνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα της ανεργίας-, ενώ αντιρρήσεις -λόγω υψηλού κόστους χρηματοδότησης- είχαν διατυπώσει και οι εργοδοτικές οργανώσεις.
Εκτός από τον κατώτατο μισθό, όμως, υπάρχουν και άλλα ζητήματα που συνδέονται άμεσα και παραμένουν ανοικτά. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, το αν το νέο νομοθετικό πλαίσιο θα προβλέπει την καταβολή ενός ενιαίου κατώτατου μισθού για όλους (single rate) ή αν θα διατηρηθεί το καθεστώς των 3ετίων (προσαύξηση 10% του κατώτατου μισθού ανά τριετία) που εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα παρά το «πάγωμα» των ωριμάνσεων (σ.σ.: πάγωμα σημαίνει ότι ο μισθός παραμένει καθηλωμένος στα επίπεδα του 2013, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα νέας αύξησης λόγω συμπλήρωσης τριετίας).
Το θέμα έχει και δημοσιονομικό ενδιαφέρον, καθώς με το ύψος του βασικού μισθού συνδέονται σειρά επιδομάτων που βαρύνουν -έστω και έμμεσα- τον κρατικό προϋπολογισμό. Μεταξύ αυτών των επιδομάτων είναι:
- Το βασικό επίδομα ανεργίας των 360 ευρώ, το οποίο πρέπει να αναπροσαρμοστεί στα 461 ευρώ εφόσον ο βασικός μισθός φτάσει στα 751 ευρώ.
- Τα ειδικά ετήσια εποχικά επιδόματα που καταβάλλει ο ΟΑΕΔ σε ξενοδοχοϋπαλλήλους, οικοδόμους κ.λπ.
- Το ειδικό εφάπαξ επίδομα των 187 ευρώ που χορηγεί ο ΟΑΕΔ μετά τη λήξη της επιδότησης ανεργίας.
- Το βοήθημα για επίσχεση εργασίας.
- Η καταβολή του επιδόματος μητρότητας (σ.σ.: είναι η καταβολή ενός κατώτατου μισθού στις νέες μητέρες για χρονική περίοδο έξι μηνών).
- Το επίδομα των αποφυλακισμένων.
Οι διαπραγματεύσεις για τα εργασιακά δεν αναμένεται να περιοριστούν στο ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και του κατώτατου μισθού, καθώς οι δανειστές έχουν ήδη εκφράσει την πρόθεσή τους να ξανανοίξουν μεγάλα κεφάλαια όπως είναι αυτό των ομαδικών απολύσεων και της πλήρους απελευθέρωσής τους, αλλά και του συνδικαλιστικού νόμου με τις διατάξεις περί κήρυξης απεργιακών κινητοποιήσεων και τις συνδικαλιστικές άδειες.
«Ταχεία πρόοδο» διαπιστώνει η Κομισιόν
Αισιοδοξία για επίτευξη συμφωνίας ανάμεσα στην Αθήνα και τους πιστωτές και εκταμίευση της πρώτης δόσης του νέου προγράμματος πριν από τις 20 Αυγούστου εκφράζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς διαπιστώνει «ταχεία πρόοδο» στις διαπραγματεύσεις.
Ερωτηθείσα για τη δυνατότητα εκταμίευσης της πρώτης δόσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, η Μίνα Αντρέεβα, αναπληρώτρια εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έκανε λόγο για «φιλόδοξο», αλλά «ρεαλιστικό» στόχο, ο οποίος θα εκπληρωθεί εάν όλες πλευρές τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους.
«Κινούμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση και η εντατική εργασία συνεχίζεται» τόνισε, χαρακτηρίζοντας «εποικοδομητική» τη συνεργασία με τις ελληνικές αρχές.
«Υπάρχουν αξιόπιστες δεσμεύσεις»
Αισιόδοξος για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, αλλά και το μέλλον της χώρας μας δήλωσε ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Πιερ Κάρλο Παντοάν.
«Υπάρχουν αξιόπιστες δεσμεύσεις για την υιοθέτηση και εφαρμογή μεταρρυθμίσεων» ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου στην Ενωση Ξένων Ανταποκριτών στη Ρώμη, προσθέτοντας ότι αναμένει «να γίνει αισθητή η ενίσχυση της εμπιστοσύνης».
Ο Ιταλός υπουργός υπογράμμισε ακόμη ότι χρειάζονται δομικές αλλαγές σε πολλούς τομείς και άμεσα μέτρα ενίσχυσης μηχανισμών της δημόσιας διοίκησης, όπως είναι ο φοροεισπρακτικός, ενώ ανέφερε ότι με την ολοκλήρωση του μνημονίου θα διατεθούν σημαντική κονδύλια για την «ανοικοδόμηση» της ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Παντοάν αναφέρθηκε συνολικά στο μέλλον της Ευρωζώνης, διαμηνύοντας πως «πρόκειται για μία σαφώς ισχυρή μηχανή, η οποία, όμως, είναι ατελής και πρέπει να ενισχυθεί». Τόνισε δε πως το ευρώ πρέπει να αποτελέσει και ένα μέσο για τη στήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης.
«Οδηγεί την Ελλάδα στον γκρεμό»
Δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Tagesspiegel» ασκεί εντονότατη κριτική στη γερμανική κυβέρνηση, η οποία, όπως επισημαίνεται, με την πολιτική της οδηγεί την Ελλάδα στον γκρεμό.
«Το εάν η Ελλάδα θα πληρώνει ή όχι στο μέλλον με ευρώ παραμένει ανοιχτό» σχολιάζει η εφημερίδα, υπογραμμίζοντας ότι την ευθύνη για αυτό έχει πρωτίστως το Βερολίνο. «Η καγκελάριος Μέρκελ και ο υπουργός Σόιμπλε επιβάλλουν μία δυσβάσταχτη πολιτική. Από τη μία ζητούν από το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο νέο πρόγραμμα ύψους 86 δισ. ευρώ και από την άλλη αρνούνται να προσφέρουν στην Ελλάδα οποιαδήποτε αναπροσαρμογή των οφειλών, που να λαμβάνει υπόψη τις οικονομικές συνθήκες» συμπληρώνει.
Ο συντάκτης του δημοσιεύματος εκτιμά μάλιστα πως η τακτική αυτή ενισχύει την υποψία πως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εξακολουθεί να έχει τον ίδιο στόχο με αυτόν που αποκάλυψε στην τελευταία πριν από τη συμφωνία σύνοδο: την έξοδο της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ.
«Το καλύτερο σενάριο»
Η γερμανική «Tageszeitung» χαρακτηρίζει «ανέφικτη» την εφαρμογή ενός νέου προγράμματος σκληρής λιτότητας, χωρίς κούρεμα του χρέους.
«Το καλύτερο σενάριο είναι να υιοθετηθεί ένα πρόγραμμα λιτότητας, ένα μέρος των χρεών να διαγραφεί και ένα άλλο να αναδιαρθρωθεί» σχολιάζει η εφημερίδα και καταλήγει: «Με τον τρόπο αυτό η λιτότητα σιγά-σιγά θα ξεχαστεί και η κυβέρνηση Τσίπρα θα κερδίσει χρόνο, προκειμένου να εφαρμοστούν επιτέλους εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις και να προχωρήσουν επενδύσεις για το μέλλον».