Skip to main content

ΓΠΚΒ: Ώρα μηδέν για τις εξαγωγές

H συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών στην ανάπτυξη ήταν 0,1 ποσοστιαίες μονάδες την περίοδο 1998-2013, ενώ προβλέπεται να είναι μηδενική για το διάστημα 2018-2019. To στοιχείο αυτό παραθέτει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, μιλώντας για την επείγουσα ανάγκη μεταστροφής της οικονομίας προς ένα «βιώσιμο αναπτυξιακό πρότυπο με έμφαση στις εξαγωγές».

«Λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική διόρθωση των εξωτερικών (και εσωτερικών) μακροοικονομικών ανισορροπιών που επιτεύχθηκε τα χρόνια της κρίσης θα πρέπει να αναληφθούν δράσεις που διασφαλίζουν την μεταστροφή της οικονομίας προς ένα βιώσιμο αναπτυξιακό πρότυπο με έμφαση στις εξαγωγές», επισημαίνει η έκθεση του ΓΠΚΒ για το β’ τρίμηνο.

Με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, θα επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή συνεισφορά του εξωτερικού τομέα στην οικονομική ανάπτυξη και θα διασφαλιστεί ότι δεν θα επαναληφθούν οι μακροοικονομικές ανισορροπίες του παρελθόντος. Στο πλαίσιο αυτό, πάντως, το ΓΠΚΒ επισημαίνει ότι είναι αναπόφευκτη η άνοδος των εισαγωγών:

«Σύμφωνα με την Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος του Ιουνίου 2018 (με βάση στοιχεία που αφορούν το 2014) το εισαγωγικό περιεχόμενο (import content) των εξαγωγών ανέρχεται στο 31%. Επιπλέον και οι επενδύσεις που είναι απαραίτητες για τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης έχουν υψηλό εισαγωγικό περιεχόμενο το οποίο ανέρχεται σε 41%. Συνεπώς, η μεγαλύτερη ενσωμάτωση στο διεθνές εμπόριο και η αύξηση των εξαγωγών αναμένεται να συνοδευτεί από αύξηση των εισαγωγών για παραγωγικούς σκοπούς. Ωστόσο, υπάρχει ο κίνδυνος η επάνοδος σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά και η προβλεπόμενη αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος να συνοδευτεί από επιτάχυνση των εισαγωγών για καταναλωτικούς σκοπούς, εξέλιξη που θα είχε αρνητικές επιπτώσεις  για την εξωτερική θέση της χώρας και θα περιόριζε τη συνεισφορά των καθαρών εξαγωγών στην οικονομική μεγέθυνση».

Το ΓΠΚΒ υπογραμμίζει ότι η περαιτέρω ενίσχυση της εξαγωγικής βάσης της οικονομίας προϋποθέτει παρεμβάσεις που θα πρέπει να στοχεύσουν  στην ενίσχυση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, μεταξύ άλλων τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, μείωση της φορολογίας  και την τόνωση των επενδύσεων. Επικαλείται δε τον δείκτη παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας του Ινστιτούτου IMD (World Competitiveness Ranking, Μάιος 2018), όπου η Ελλάδα διατήρησε την 57η θέση μεταξύ 63 χωρών. Επίσης, σύμφωνα με τον Δείκτη Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum για το 2017-2018 η Ελλάδα βρίσκεται στην 87η θέση μεταξύ 137 χωρών έχοντας υποχωρήσει ελαφρά έναντι του 2016-2017 (86η από 138 χώρες) ενώ υποχώρηση παρουσίασε η θέση της χώρας και με βάση τον δείκτη Doing Business για το 2018 της Παγκόσμιας Τράπεζας (στην 67η θέση μεταξύ 190 χωρών από την 61η θέση ένα έτος νωρίτερα).

naftemporiki.gr