Skip to main content

Η Τεχεράνη ανατρέπει τις ισορροπίες

Από την έντυπη έκδοση

Της Νατάσας Στασινού και της Αγγελικής Κοτσοβού

Η ιστορική συμφωνία της Τεχεράνης με τη διεθνή κοινότητα για τα πυρηνικά σηματοδοτεί την άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά του Ιράν, οι οποίες κρατούσαν, μεταξύ άλλων, το πετρέλαιό του μακριά από τις αγορές της Δύσης.

Η επιστροφή του ιρανικού αργού έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η αγορά δοκιμάζεται ήδη από μεγάλο πλεόνασμα προσφοράς, με αποτέλεσμα να εντείνει τις πιέσεις στις τιμές, οι οποίες έχουν κατρακυλήσει κάτω από τα 28 δολάρια το βαρέλι, σε επίπεδα που είχαν να συναντήσουν από το 2003.

Εχει δε τη δυναμική να ανατρέψει τις ισορροπίες στους κόλπους του ΟΠΕΚ, αλλά και ευρύτερα στο ενεργειακό τοπίο στο οποίο είχε αφήσει το στίγμα της τον τελευταίο χρόνο η προσπάθεια της Σαουδικής Αραβίας να αναγκάσει τους αντιπάλους -πρωτίστως Αμερικανούς και Ρώσους- να λυγίσουν πρώτοι από την κατάρρευση των τιμών, μειώνοντας την παραγωγή.

Την κατάσταση περιπλέκει η κόντρα σε πολιτικό – διπλωματικό επίπεδο που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην Τεχεράνη και το Ριάντ.

Το Ιράν διαθέτει τα τέταρτα πλουσιότερα πετρελαϊκά αποθέματα παγκοσμίως, αλλά οι κυρώσεις το ανάγκασαν να συρρικνώσει παραγωγή και εξαγωγές την τελευταία πενταετία.

Από το 2011 μείωσε τις εξαγωγές του κατά περίπου δύο εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, σε λίγο πάνω από 1 εκατ. βαρέλια. Τώρα ευελπιστεί να τις αυξήσει κατά 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, μέσα σε έναν χρόνο.

Ο στόχος είναι φιλόδοξος, αλλά σε καμία περίπτωση ανέφικτος, καθώς η χώρα ετοιμαζόταν εδώ και καιρό για αυτή τη στιγμή.

Αμέσως μετά την οριστικοποίηση της συμφωνίας με τη διεθνή κοινότητα, ο Ιρανός υπουργός Πετρελαίου έδωσε εντολή για αύξηση της παραγωγής αργού κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα σε μία εβδομάδα.

Οι ιρανικές αρχές εκτιμούν ότι μέσα σε έξι μήνες η παραγωγή θα έχει αυξηθεί κατά 1 εκατ. βαρέλια και θα διοχετεύεται με ταχείς ρυθμούς στην παγκόσμια αγορά, ώστε να επιτευχθεί και ο στόχος των εξαγωγών.

Ακόμη και οι πιο «φειδωλοί» στις προβλέψεις τους αναλυτές «βλέπουν» αύξηση των ιρανικών εξαγωγών κατά 200.000 βαρέλια ημερησίως μέσα σε ένα εξάμηνο.

Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι το Ιράν ετοιμάζεται να ρίξει στην αγορά πετρέλαιο, που ήδη κρατάει αποθηκευμένο σε πλωτές εγκαταστάσεις και το οποίο υπολογίζεται σε 25 έως 50 εκατ. βαρέλια.

Οι ιρανικές αρχές στοχεύουν στο να ξανακερδίσουν τους παραδοσιακούς πελάτες τους – δηλαδή Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία και Γερμανία.

Περίπου 200.000-220.000 βαρέλια ημερησίως αναμένεται να κατευθυνθούν σε αυτές τις χώρες, ενώ ανάλογη ποσότητα φιλοδοξεί το Ιράν να πουλήσει στην Ινδία, η οποία είναι εκ των μεγαλύτερων καταναλωτών ενέργειας παγκοσμίως.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από τον ΟΠΕΚ, οι συνολικές εξαγωγές των κρατών μελών του Οργανισμού κυμαίνονται κοντά στα 22,65 εκατ. βαρέλια ημερησίως, με τη μεγαλύτερη ποσότητα (13,7 εκατ. βαρέλια) να κατευθύνεται στις αγορές Ασίας – Ειρηνικού.

Σχεδόν 3,8 εκατ. βαρέλια εξάγονται προς τις αγορές της Ευρώπης, ενώ περί τα 3,1 εκατ. βαρέλια απορροφούνται από ΗΠΑ και Καναδά.

Η Σαουδική Αραβία έχει αποφύγει να τοποθετηθεί επισήμως για το τι σημαίνει η επιστροφή του Ιράν στην αγορά, δεδομένων και των τεταμένων σχέσεων των δύο χωρών, οι οποίες δεν είναι μόνο ενεργειακοί και οικονομικοί ανταγωνιστές πλέον, αλλά μάχονται ευρύτερα για την επιρροή στη Μέση Ανατολή.

Η μεταξύ τους διαμάχη θεωρείται από τους ειδικούς ως η μεγαλύτερη δοκιμασία για την ενότητα του ΟΠΕΚ.

Σε έκθεση που έδωσε, εν τω μεταξύ, χθες στη δημοσιότητα ο Οργανισμός επισημαίνει ότι η αγορά πετρελαίου θα αρχίσει από φέτος να οδηγείται προς μεγαλύτερη ισορροπία προσφοράς και ζήτησης.

Ο ΟΠΕΚ εμφανίζεται πεπεισμένος ότι η υποδεικνυόμενη από το Ριάντ στρατηγική, βάσει της οποίας δεν παρεμβαίνει προς στήριξη των τιμών, θα αποδώσει καρπούς.

Προβλέπει έτσι κάμψη της προσφοράς από τις εκτός του καρτέλ χώρες κατά 660.000 βαρέλια ημερησίως, με το μεγαλύτερο κομμάτι της μείωσης να βαρύνει τις ΗΠΑ.

Η αμερικανική παραγωγή θα κυμανθεί στα 13,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως φέτος, μειωμένη κατά 380.000 βαρέλια σε σχέση με πέρυσι, σύμφωνα με τους ειδικούς του ΟΠΕΚ. Οσον αφορά την παγκόσμια ζήτηση αναμένεται αύξησή της κατά 1,26 εκατ. βαρέλια ημερησίως.

Ακόμη και με αυτά τα δεδομένα προβλέπεται πλεόνασμα προσφοράς 530.000 βαρελιών ημερησίως στην παγκόσμια αγορά για το 2016.