Skip to main content

ΣΕΤΕ: Συγκρατημένη η πορεία του εισερχόμενου τουρισμού

Συγκρατημένη είναι για τους πρώτους μήνες του 2017 η πορεία του εισερχόμενου τουρισμού στη χώρα, παρά τα θετικά μηνύματα από τη Διεθνή Τουριστική Έκθεση του Βερολίνου (ITB) και την αγορά ευρύτερα, την αυξημένη ζήτηση αεροπορικών δρομολογίων προς την Ελλάδα για τη θερινή σεζόν, αλλά και τις αυξημένες τάσεις του Δείκτη Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης σε όλες τις αγορές του ελληνικού τουρισμού (πλην Τουρκίας και Ιταλίας), όπως αναφέρει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) στο Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο Απριλίου 2017.  

Βάσει διοικητικών στοιχείων τα οποία επικαλείται ο ΣΕΤΕ για το πρώτο τρίμηνο 2017:

  • στο σύνολο των κυριότερων αεροδρομίων καταγράφεται αύξηση των διεθνών αφίξεων +1,7%,
  • στο αεροδρόμιο της Αθήνας οι συνολικές αφίξεις από το εξωτερικό παρουσίασαν οριακή μείωση (-0,6%),
  • στο αεροδρόμιο της  Θεσσαλονίκης καταγράφεται αύξηση +11,8% ,
  • στα λοιπά περιφερειακά αεροδρόμια παρουσιάστηκε μεν μείωση, αλλά σε πολύ χαμηλά νούμερα (26 χιλ. έναντι 34 χιλ. πέρυσι),
  • στις οδικές αφίξεις υπήρξε αύξηση +2,6%. 

Επίσης, σύμφωνα με την Έρευνα Συνόρων της ΤτΕ και όπως αναφέρει ο ΣΕΤΕ, το πρώτο δίμηνο, η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση μειώθηκε κατά -2,8% σε σχέση με το αντίστοιχο δίμηνο πέρυσι και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν μείωση κατά -2,7%, με οριακή θετική μεταβολή της Μέσης κατά Κεφαλήν Δαπάνης (ΜΚΔ). 

Στο Δελτίο του Απριλίου του ΣΕΤΕ αναλύονται τα τελικά στοιχεία της Έρευνας Συνόρων για το 2016, που ανακοίνωσε η ΤτΕ και συγκρίνονται και με στοιχεία των κύριων ανταγωνιστών μας. Όπως εξηγεί ο Σύνδεσμος, αν και το φαινόμενο απόκλισης εσόδων και αφίξεων έχει παρατηρηθεί και το 2007, το 2010 και το 2012, το 2016 διαφοροποιείται σημαντικά διότι -για πρώτη φορά- παρατηρείται και απόκλιση διανυκτερεύσεων και εσόδων. Παράλληλα, παρατηρήθηκε σημαντική πτώση της μέσης ημερήσιας δαπάνης (που διαχρονικά είχε παραμείνει εντυπωσιακά σταθερή μεταξύ 70 και 75 ευρώ) σε νέο χαμηλό επίπεδο (67 ευρώ) που, μαζί με την συνεχιζόμενη μείωση της Μέσης Διάρκειας Παραμονής, παρέσυρε πτωτικά και την ΜΚΔ. Βέβαια, όπως συμπληρώνει ο ΣΕΤΕ, είναι αξιοσημείωτο ότι η ΜΚΔ παρουσιάζει πτωτική τάση και σε όλες τις ανταγωνιστικές χώρες. Όμως, η μείωση της ΜΚΔ στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα αυξημένη στο 3ο τρίμηνο. Στην εξέλιξη αυτή καθοριστικό ρόλο έπαιξαν, κατά τον ΣΕΤΕ: 

  • η μεταβολή του μίγματος των επισκεπτών από χώρες υψηλής δαπάνης (π.χ. Γαλλία που επλήγη από την τρομοκρατία και ΗΠΑ που περιόρισαν τα ταξίδια προς Ευρώπη λόγω φόβου τρομοκρατικών χτυπημάτων) σε χώρες χαμηλής δαπάνης (π.χ. Ρουμανία, Αλβανία που παρουσιάζουν οικονομική ανάπτυξη),
  • η μείωση, από παραδοσιακές αγορές (πχ Γερμανία, Βρετανία), τόσο της ΜΚΔ όσο και της Ημερήσιας Δαπάνης, πιθανότατα λόγω των εκτενών προσφορών Last Minute.

Στα θετικά νέα της τρέχουσας περιόδου, κατά τον ΣΕΤΕ, περιλαμβάνονται η ανατίμηση του Ρουβλίου και της Λίρας έναντι του Ευρώ, που θα κάνουν πιο προσιτές τις διακοπές στην Ελλάδα. 

Επίσης, σημαντική είναι και η αναρρίχηση της χώρας κατά 7 θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη τουριστικής ανταγωνιστικότητας, καταλαμβάνοντας πλέον την θέση 24. Όπως ωστόσο σημειώνει ο ΣΕΤΕ, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι πίσω από αυτήν τη σημαντική βελτίωση, κρύβεται η πολύ χαμηλή κατάταξη της χώρας σε θέματα φορολογίας και προσέλκυσης διεθνών επενδύσεων. Επί συνόλου 136 χωρών που εξετάστηκαν, αναφέρει ο ΣΕΤΕ:

  • η Ελλάδα καταλαμβάνει την θέση 134 για την ελκυστικότητα του φορολογικού πλαισίου για επενδύσεις και την θέση 133 για την ελκυστικότητα του φορολογικού πλαισίου για εργασία, επιβεβαιώνοντας -δυστυχώς, όπως συνεχίζει ο Σύνδεσμος- πλήρως τις απόψεις του ΣΕΤΕ για υπερφορολόγηση του τουριστικού τομέα. 
  • ιδιαίτερα χαμηλή είναι και η βαθμολογία της χώρας αναφορικά με τους κανόνες που αφορούν στις Διεθνείς Επενδύσεις (112) και του Νομικού Πλαισίου για την επίλυση διαφορών (128).

Τα παραπάνω, σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ, συμβάλλουν στην χαμηλή κατάταξη (103) για το τουριστικό επιχειρηματικό περιβάλλον της Ελλάδας.

Ευρύτερα, όπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος, παρά την επιβάρυνση του επιχειρηματικού και οικονομικού περιβάλλοντος λόγω της καθυστέρησης ολοκλήρωσης της 2ης αξιολόγησης, η οικονομία εξακολουθεί να δείχνει θετική εικόνα όπως προκύπτει από την αύξηση της απασχόλησης σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ αλλά και το πέρα από κάθε πρόβλεψη – πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 που ανήλθε σε 3,9%. Επίσης, ήδη με την διαφαινόμενη ολοκλήρωση της αξιολόγησης παρατηρείται ταχεία αποκλιμάκωση των επιτοκίων στα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες, καταλήγει ο ΣΕΤΕ.