Στοίχημα φιλόδοξο, αλλά με πολλές δυσκολίες υλοποίησης: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξαγγέλλει μία «ενεργειακή ένωση», που θα διασφαλίζει την ενεργειακή αυτάρκεια της Ευρώπης και μάλιστα με χαμηλό κόστος.
Η ενεργειακή πολιτική των Βρυξελλών θα προσπαθεί να εκπληρώσει ταυτόχρονα τρεις ετερόκλητους στόχους: αυτάρκεια, ανταγωνιστικές τιμές, αλλά και περιβαλλοντική ευσυνειδησία.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλoντ Γιούνκερ, μιλώντας στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «κοινός στόχος είναι να διασφαλιστεί ο εφοδιασμός της Ε.Ε. με ενέργεια, αλλά και να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί στον ενεργειακό τομέα, την ίδια στιγμή όμως να μην παραβλέπουμε τους περιβαλλοντικούς στόχους για την προστασία του κλίματος. Πρέπει να παραδεχθούμε ότι η σημερινή κατάσταση δεν είναι ιδανική: εισάγουμε το 53% της ενέργειας που χρειαζόμαστε και ξοδεύουμε γι’ αυτό 400 δισ. ευρώ κάθε χρόνο, δηλαδή πάνω από 1 δισ. την ημέρα. Επιπλέον, η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος είναι κατά 40% ακριβότερη από την αντίστοιχη στις ΗΠΑ».
Η ενεργειακή ένωση θα αποτελέσει ένα σημαντικό, ίσως και το κορυφαίο θέμα στην προσεχή σύνοδο κορυφής της Ε.Ε. Οι προσδοκίες είναι υψηλές, εκτιμά η ευρωβουλευτής της ΝΔ Μαρία Σπυράκη: «Θα πρέπει να αυξηθεί άμεσα η δια-συνδεσιμότητα μεταξύ των γειτονικών χωρών, ώστε να φτάσει στο 10%. Παράλληλα, θα πρέπει να ζητηθούν όλες οι εναλλακτικές πηγές και όλοι οι εναλλακτικοί πάροχοι ενέργειας. Η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι εξαρτημένη από έναν ή δύο παρόχους. Για να συμβεί αυτό χρειάζονται έργα υποδομής. Ένα έργο πολύ σημαντικό, που θα βοηθήσει την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης, αλλά και την Ελλάδα είναι η κατασκευή του αγωγού ΤΑΡ, ο οποίος θα μεταφέρει στην Ευρώπη το αζέρικο αέριο και έτσι θα δώσει τη δυνατότητα να υπάρχει ένας εναλλακτικός πάροχος σε σχέση με την κυριαρχία της Ρωσίας, που αυτήν την ώρα είναι απόλυτη».
Οι δυσκολίες του εγχειρήματος
Η χρηματοδότηση του αγωγού TAP περιλαμβάνεται στις ελληνικές προτάσεις για το «επενδυτικό πακέτο Γιούνκερ». Οι εξαγγελίες για ενιαία αγορά ενέργειας αποκτούν βαρύτητα με φόντο την κρίση στην Ουκρανία, αλλά δεν είναι καινούριες. Είναι τόσο παλαιές, όσο και οι δυσχέρειες για την υλοποίησή τους. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Γαλλίας και της Ισπανίας, δύο χωρών με κοινά σύνορα, ακόμα και κοινές πολιτιστικές αναφορές, οι οποίες όμως εδώ και πολλά χρόνια δεν έχουν καταφέρει να βελτιώσουν την ενεργειακή διασύνδεσή τους, παρά τις υποσχέσεις περί του αντιθέτου. Είναι ζήτημα κόστους, τεχνικών δυσκολιών ή νομικού πλαισίου για την υλοποίηση των απαραίτητων έργων;
«Μπορεί να είναι και όλα όσα λέτε», λέει η Μαρία Σπυράκη στην Deutsche Welle. «Κυρίως όμως έχει να κάνει με την πολιτική βούληση των κυβερνήσεων να συνεργαστούν και να ξεκινήσουν την προκήρυξη υποδομών που θα αυξήσουν τη διασυνδεσιμότητα. Αυτό που έχει σημασία είναι να συμβεί αυτό άμεσα και με την Ελλάδα και τις γειτονικές χώρες, παρά το γεγονός ότι τα σύνορά μας είναι μόνο με τη Βουλγαρία ‘ευρωπαϊκά᾽ ενώ οι υπόλοιπες χώρες δεν είναι μέλη της ΕΕ.»
Εάν οι προσδοκίες του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, των Σοσιαλιστών ή των Φιλελεύθερων εστιάζουν περισσότερο στην ενεργειακή αυτάρκεια και την απεμπλοκή από γεωπολιτικούς κινδύνους, οι επιφυλάξεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς αφορούν κυρίως τις ενδεχόμενες επιπτώσεις για το περιβάλλον, αλλά και για την… τσέπη του καταναλωτή.
Όπως λέει η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο Στρασβούργο Γκάμπι Τσίμερ «πρέπει να δούμε το ζήτημα της πρόσβασης των πολιτών, και όχι μόνο των επιχειρήσεων, σε φθηνή ενέργεια. Είναι λυπηρό ότι σχεδόν σε όλες τις συζητήσεις που γίνονται στο Συμβούλιο ή στην Κομισιόν για την ενεργειακή ασφάλεια και τα ενεργειακά δίκτυα, αυτό το ζήτημα δεν φαίνεται να συζητείται. Μιλάμε για ένα εμπορεύσιμο αγαθό ή για κάτι που υπόκειται σε δημοκρατικό έλεγχο; Πρέπει να δούμε λοιπόν και τα θέματα ιδιοκτησίας και πρόσβασης στην ενέργεια».
Αντιπαράθεση για τα «ολιγοπώλια» της ενέργειας
Σε όλα αυτά η πλειοψηφία των ευρωβουλευτών εκφράζει διαφορετική άποψη. Υποστηρίζει δηλαδή ότι η ανάγκη του καταναλωτή για φθηνότερο ρεύμα δεν εξυπηρετείται με κρατικό έλεγχο στον πάροχο της ενέργειας, αλλά αντιθέτως με το άνοιγμα της αγοράς και τη διεύρυνση του ανταγωνισμού. Πολλοί προσθέτουν στην ατζέντα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και την εξόρυξη πετρελαίου με την διαμφισβητούμενη μέθοδο του fracking.
Σε κάθε περίπτωση, υποστηρίζει η ευρωβουλευτής της ΝΔ Μαρία Σπυράκη, η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα χώρας που δεν ευνοεί τον ανταγωνισμό. «Η ΔΕΗ έχει το 80% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος στην Ελλάδα και το 97% της προμήθειας του ηλεκτρισμού. Είναι προφανές ότι κατέχει απολύτως δεσπόζουσα θέση στην αγορά και ως εκ τούτου η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα δεν είναι σε κανέναν βαθμό απελευθερωμένη».
Πηγή: Deutsche Welle