Skip to main content

Πώς «χρηματοδοτεί» το ΥΠΟΙΚ τις φορολογικές ελαφρύνσεις

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Με μέτρα περιστολής της φοροδιαφυγής τόσο από ΦΠΑ όσο και από φόρο εισοδήματος από ενοίκια, θέλει να «χρηματοδοτήσει» το υπουργείο Οικονομικών το μεγαλύτερο μέρος των φορολογικών ελαφρύνσεων που φέρνει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο.

Σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, οι μειώσεις φόρων έχουν δημοσιονομικό κόστος περίπου 1,05 δισ. ευρώ, ενώ με τις υποχρεωτικές ηλεκτρονικές πληρωμές, αλλά και τα μέτρα πίεσης προς τις πλατφόρμες διαμοιρασμού (τύπου Airbnb ή Booking) να αποκαλύψουν αδήλωτα εισοδήματα από ενοίκια, προβλέπονται πρόσθετα φορολογικά έσοδα τουλάχιστον 600 εκατ. ευρώ. 

Για πολλά από τα μέτρα το Γενικό Λογιστήριο αποφεύγει τις ποσοτικοποιήσεις, καθώς δεν υπάρχει εικόνα για το πώς θα αντιδράσει η αγορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η έκπτωση φόρου για τις επισκευές ακινήτων. Από την άλλη, υπάρχουν φορολογικές ελαφρύνσεις όπως η σημαντική μείωση του φόρου των ελεύθερων επαγγελματιών, η οποία δεν αποτυπώνεται ακόμη στην έκθεση του ΓΛΚ, καθώς θα φανεί τον Ιούλιο του 2021 και θα ενσωματωθεί στον προϋπολογισμό της μεθεπόμενης χρονιάς. 

Αν αθροιστούν τα επιμέρους μέτρα του φορολογικού νομοσχέδιου, ο συνολικός λογαριασμός των ελαφρύνσεων ανέρχεται περίπου στο 1,055 δισ. ευρώ. Άρα, με το φορολογικό νομοσχέδιο ουσιαστικά «εξειδικεύεται» το μεγαλύτερο μέρος από τα θετικά μέτρα που έχουν ενσωματωθεί στον προϋπολογισμό του 2020. Ουσιαστικά, λείπει μόνο το κονδύλι για τη διάθεση του επιδόματος απόκτησης τέκνων (σ.σ.: 2.000 ευρώ ανά νεογέννητο με συνολικό προϋπολογισμό περίπου 126 εκατ. ευρώ μέσα στο 2020), αλλά και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους εργαζόμενους με πλήρη απασχόληση, μέτρο που θα υλοποιηθεί από τον Ιούλιο του 2020 και θα ενσωματωθεί στο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας. 

Η έκθεση του ΓΛΚ μετράει το δημοσιονομικό κόστος από την ελάφρυνση των επιχειρήσεων, των μετόχων τους, αλλά και της μεγαλύτερης μερίδας των μισθωτών και των συνταξιούχων. Τα οφέλη θα μεγαλώσουν κατά τουλάχιστον 100-150 εκατ. ευρώ επιπλέον μέσα στο 2021 εξαιτίας της μείωσης του φόρου και για τους ελεύθερους επαγγελματίες. 

Φυσικά πρόσωπα

281 εκατ. ευρώ θα κερδίσουν τα φυσικά πρόσωπα από την εφαρμογή της νέας φορολογικής κλίμακας. Το ποσό θα αρχίσει να κατανέμεται από τις αρχές του νέου έτους μέσα από τη μείωση της παρακράτησης φόρου που γίνεται σε μισθούς και συντάξεις. Στην πραγματικότητα, το όφελος από τη φορολογική κλίμακα θα είναι πολύ μεγαλύτερο, καθώς πάνω από 600 χιλιάδες επιτηδευματίες θα κερδίσουν τουλάχιστον 650-1.600 ευρώ ο καθένας από τη μείωση του φόρου, η οποία όμως θα φανεί το 2021. 

Από το σύνολο των 281 εκατ. ευρώ, τα περισσότερα χρήματα θα αφορούν είτε τους εργένηδες χωρίς παιδιά και αποδοχές έως και 10.000-12.000 ευρώ τον χρόνο από μισθωτές υπηρεσίες ή συντάξεις είτε τις οικογένειες με παιδιά οι οποίες θα ωφεληθούν επιπλέον λόγω της πρόσθετης αύξησης του αφορολογήτου κατά 1.000 ευρώ για κάθε παιδί. Αντίθετα, μικρότερα είναι τα οφέλη για τους έχοντες αποδοχές 20.000-50.000 ευρώ τον χρόνο, γεγονός που επίσης έχει ανοίξει τη συζήτηση σχετικά με το κατά πόσο το φορολογικό νομοσχέδιο έχει ευεργετήσει ή όχι τη μεσαία τάξη. 

Προκαταβολή φόρου

138 εκατ. ευρώ θα κερδίσουν μέσα στον Δεκέμβριο οι επιχειρήσεις λόγω της μείωσης του συντελεστή υπολογισμού της προκαταβολής φόρου από το 100% στο 95%. Ουσιαστικά, αυτά τα 138 εκατ. ευρώ αφορούν τις κερδοφόρες εταιρείες (Α.Ε., ΕΠΕ, ΙΚΕ κ.λπ.) και θα συμψηφιστούν με φορολογικές υποχρεώσεις που κανονικά θα πρέπει να πληρωθούν μέσα στον Δεκέμβριο. Μεταξύ αυτών, ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και ο ΕΝΦΙΑ των επιχειρήσεων. 
Συντελεστής μερισμάτων

75 εκατ. ευρώ θα κερδίσουν οι μέτοχοι των εταιρειών λόγω της μείωσης του συντελεστή φορολόγησης των μερισμάτων. Και πάλι η παραδοχή είναι ότι δεν θα αυξηθούν τα διανεμόμενα κέρδη, κάτι όμως που είναι πολύ πιθανό να συμβεί. Ειδικά το 2017 και το 2018 παρατηρήθηκε κατακόρυφη μείωση στο ύψος των διανεμόμενων κερδών εξαιτίας της εφαρμογής συντελεστή 15% στα μερίσματα (πέραν της εισφοράς αλληλεγγύης). 

Μειώσεις τιμών

12 εκατ. ευρώ θα κερδίσουν -μέσα από τη μείωση της τιμής λιανικής- όσοι αγοράσουν κράνη μοτοσικλετών, είδη βρεφικής ασφάλειας, όπως καθισματάκια αυτοκινήτου, κ.λπ.

Μικροοφειλές

1 εκατ. ευρώ είναι το όφελος από τη διαγραφή των ληξιπρόθεσμων οφειλών στην εφορία έως και του ποσού των 10 ευρώ. Το συγκεκριμένο μέτρο έχει πολύ μικρό δημοσιονομικό κόστος, αλλά μεγάλο όφελος καθώς περίπου 560.000 φορολογούμενοι στερούνται μέχρι τώρα του δικαιώματος έκδοσης φορολογικής ενημερότητας για μικροοφειλές. 

Πλαστικό χρήμα

Το υπουργείο Οικονομικών περιμένει ότι θα εισπράξει 557 εκατ. ευρώ από τον ΦΠΑ που θα συγκεντρωθεί λόγω της αυξημένης χρήσης του πλαστικού χρήματος, αλλά και 60 εκατ. ευρώ από την απειλή επιβολής προστίμου στις πλατφόρμες τύπου Airbnb και Booking. 

Το υπουργείο Οικονομικών δεν περιμένει να εισπράξει το συγκεκριμένο ποσό από τα πρόστιμα. Περιμένει ότι οι πλατφόρμες, υπό την απειλή του προστίμου (φτάνει έως και τα 100.000 ευρώ), θα στείλουν όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες στην ΑΑΔΕ ούτως ώστε να απλοποιηθούν οι έλεγχοι για την απόκρυψη εισοδημάτων. Τα εισοδήματα από βραχυχρόνιες μισθώσεις φορολογούνται κανονικά είτε ως εισόδημα από ενοίκια (με συντελεστές από 15% έως και 45%) είτε ακόμη και με τον συντελεστή φορολόγησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας. 

Τα οφέλη των επιχειρήσεων

 541 εκατ. ευρώ θα γλιτώσουν μέσα στο 2020 οι επιχειρήσεις από τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης από το 28% στο 24%. Η φορολογική τους επιβάρυνση θα μειωθεί κατά 34% συνολικά, ενώ τα οφέλη θα φανούν με την εκκαθάριση της δήλωσης του 2020, η οποία θα αποτυπώνει τα κέρδη του 2019.

Το ποσό αυτό έχει προκύψει με την παραδοχή ότι δεν θα υπάρξει αύξηση στα δηλωθέντα κέρδη. Αν οι επιχειρήσεις, εξαιτίας και της μείωσης του φορολογικού συντελεστή, δηλώσουν περισσότερα, τότε θα περιοριστεί ο τελικός λογαριασμός. 
Η αύξηση των δηλωθέντων κερδών των επιχειρήσεων κατά περίπου 10% μειώνει το δημοσιονομικό κόστος της μείωσης του συντελεστή κατά περίπου 50%. 

Το σύνολο των επιχειρήσεων δηλώνουν κέρδη περίπου 14 δισ. ευρώ και πληρώνουν φόρους περίπου 4 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.

Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος των κερδών δηλώνεται από 50.000 επιχειρήσεις, στοιχείο που επιτρέπει και στην αξιωματική αντιπολίτευση να ασκεί κριτική στην κυβέρνηση για «ενίσχυση των λίγων» μέσω του φορολογικού νομοσχέδιου.