Από την έντυπη έκδοση
Tου Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Με σημαντικές αλλαγές σε σχέση με το προσχέδιο, έχουν περιληφθεί στο οριστικό κείμενο του φορολογικού νομοσχεδίου που κατατέθηκε αργά τη νύχτα στη Βουλή από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών.
Μεταξύ αυτών «κουρεύεται» η έκπτωση φόρου για τις ανακαινίσεις κτηρίων, προβλέπονται αλλαγές στο πλαίσιο των e-δαπανών, διατηρείται η ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση των περιστασιακά απασχολούμενων, παραμένει στα 500 ευρώ το όριο των συναλλαγών με μετρητά, διαγράφονται χρέη ύψους μέχρι 10 ευρώ προς την εφορία, διευκολύνονται οι μεταβιβάσεις ακινήτων με εκκρεμείς οφειλές ΕΝΦΙΑ, καθιερώνονται τα ηλεκτρονικά βιβλία και η ηλεκτρονική τιμολόγηση, ενώ προβλέπεται μέχρι τον Φεβρουάριο η συγκρότηση επιτροπής εμπειρογνωμόνων που θα αναλάβει το έργο της αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων.
Παράλληλα το νομοσχέδιο περιέχει -χωρίς αλλαγές- τις διατάξεις για τη μείωση του εισαγωγικού συντελεστή της φορολογικής κλίμακας από το 22% στο 9% για εισόδημα έως 10.000 ευρώ, όπως επίσης και τις μειώσεις των συντελεστών της κλίμακας κατά μία εκατοστιαία μονάδα, τις αλλαγές στο αφορολόγητο και στην έκπτωση φόρου για τα παιδιά, τη μείωση του φόρου των επιχειρήσεων από το 28% στο 24% και τη μείωση της φορολογίας των μερισμάτων από το 10% στο 5%, όπως επίσης και τα κίνητρα στους κατοίκους εξωτερικού, για να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα.
Αναλυτικότερα οι κυριότερες αλλαγές είναι οι ακόλουθες:
1 Διαγράφηκε η παράγραφος του άρθρου 16 η οποία προέβλεπε ότι για όσο χρονικό διάστημα ισχύει το δικαίωμα έκπτωσης από τον φόρο εισοδήματος του 40% της δαπάνης για ανακαίνιση κτισμάτων δεν θα ισχύει ταυτόχρονα και η μείωση κατά 5% του φορολογητέου εισοδήματος από ακίνητα λόγω αυτόματης -άνευ δικαιολογητικών- έκπτωσης δαπάνης για επισκευή και συντήρηση κτισμάτων, την οποία προβλέπει ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (περίπτωση α’ της παραγράφου 3 του άρθρου 39). Ουσιαστικά όσοι κάνουν χρήση της διάταξης για την έκπτωση του 40% της δαπάνης για ανακαίνιση θα εξακολουθούν να δικαιούνται και τη μείωση κατά 5% του φορολογητέου εισοδήματος από ακίνητα, λόγω αυτόματης έκπτωσης δαπανών για επισκευή και συντήρηση.
2 Επίσης τροποποιήθηκε το άρθρο 16 του νομοσχεδίου, στο οποίο προβλέπεται για κάθε ένα από τα φορολογικά έτη 2020-2022 έκπτωση του 40% της δαπάνης για υπηρεσίες ανακαίνισης κτισμάτων από το φόρο εισοδήματος. Στο άρθρο αυτό, το ανώτατο όριο δαπάνης για το οποίο θα αναγνωρίζεται η έκπτωση μειώθηκε στο 1/3, από τα 48.000 στα 16.000 ευρώ. Έτσι το ανώτατο ποσό έκπτωσης φόρου που θα δικαιούται κάθε φορολογούμενος ιδιοκτήτης ακινήτων ο οποίος θα κάνει χρήση της διάταξης αυτής μειώθηκε από τα 19.200 ευρώ (από το 40% των 48.000 ευρώ) στα 6.400 ευρώ (στο 40% των 16.000 ευρώ). Το ποσό της έκπτωσης, το οποίο θα έχει όριο μειωμένο από τα 19.200 ευρώ στα 6.400 ευρώ, θα εξακολουθεί να κατανέμεται ισόποσα στα επόμενα τέσσερα έτη. Όμως, το ανώτατο ποσό έκπτωσης που θα δικαιούται για κάθε έτος ο φορολογούμενος περιορίζεται πλέον από τα 4.800 στα 1.600 ευρώ.
3 Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 στο σημείο που καθορίζεται ποιο ακριβώς ποσό εισοδήματος θα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ποσοστού 30% μέχρι το οποίο θα μπορεί να φθάνει το ποσό των δαπανών που πρέπει να εξοφλούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής επήλθε η ακόλουθη τροποποίηση-προσθήκη: Δεν θα συμπεριλαμβάνονται στο εισόδημα επί του οποίου θα υπολογίζεται το ποσοστό 30% οι δαπάνες για την καταβολή διατροφής από διαζευγμένους φορολογούμενους, υπό την προϋπόθεση ότι οι δαπάνες αυτές καταβάλλονται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (μέσω e-banking κ.λπ.).
4 Επιπλέον, στους εξαιρούμενους από την υποχρέωση κάλυψης ποσοστού έως 30% του εισοδήματος με ηλεκτρονικά εξοφληθείσες δαπάνες περιελήφθησαν όλοι όσοι είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού και υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα.
5 Προστέθηκε διάταξη με την οποία θα εξακολουθεί να ισχύει και για το 2020 και για τα επόμενα φορολογικά έτη η ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση για όσους αποκτούν πολύ χαμηλά εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση. Συγκεκριμένα, θα εξακολουθεί να προβλέπεται και για τα φορολογικά έτη από το 2020 και μετά ότι:
Όταν το πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών ή ατομική αγροτική δραστηριότητα, το εισόδημα αυτό, εξαιρουμένου του εισοδήματος από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων φορολογούνται με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων (δηλαδή με έκπτωση φόρου 777 ευρώ προσαυξημένη ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων, η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636 ευρώ ή και μεγαλύτερο). Εάν το πραγματικό εισόδημα υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ, το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την κλίμακα φόρου των αυτοαπασχολουμένων.
6 Απαλείφθηκε η διάταξη του αρχικού κειμένου του νομοσχεδίου που προέβλεπε ότι δεν θα εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των τριακοσίων (300) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Αυτό σημαίνει ότι διατηρείται σε ισχύ η ήδη εφαρμοζόμενη διάταξη σύμφωνα με την οποία δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής.
7 Προστέθηκε διάταξη η οποία προβλέπει την εφάπαξ αυτόματη διαγραφή οφειλών έως 10 ευρώ προς τη φορολογική διοίκηση. Η διάταξη αυτή αφορά 536.000 φορολογούμενους με οφειλές αυτού του χαμηλού ύψους, οι οποίοι θα πάψουν πλέον να συνυπολογίζονται στους οφειλέτες του Δημοσίου.
8 Προστέθηκαν διατάξεις για τα ηλεκτρονικά βιβλία και την ηλεκτρονική τιμολόγηση, με τις οποίες προβλέπεται ότι από το 2020 καταργούνται σταδιακά τα έντυπα τιμολόγια και οι συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων θα δηλώνονται και θα παρακολουθούνται ηλεκτρονικά.
9 Προστέθηκε διάταξη που διευκολύνει σημαντικά τις μεταβιβάσεις ακινήτων. Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι, κατά τη μεταβίβαση ενός ακινήτου, ο συμβολαιογράφος θα παρακρατεί από το εισπραττόμενο τίμημα και θα αποδίδει στο Δημόσιο αυτόματα τυχόν οφειλή του πωλητή από ΕΝΦΙΑ. Έτσι, παύει πλέον να υφίσταται το εμπόδιο της υποχρεωτικής ρύθμισης ή εξόφλησης του οφειλόμενου ΕΝΦΙΑ πριν από τη μεταβίβαση, το οποίο ισχύει σήμερα.
10 Ανοίγει ο δρόμος για την ηλεκτρονική υποβολή δηλώσεων φορολογίας μεταβιβάσεων ακινήτων με την προσθήκη διάταξης που δίδει το δικαίωμα στον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων να καθορίζει με απόφασή του τη διαδικασία υποβολής της δήλωσης.
11 Τροποποιείται η διαδικασία υποβολής δηλώσεων φορολογίας μεταβιβάσεων ακινήτων για περιοχές στις οποίες δεν ισχύει αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι εντός 5 εργάσιμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης, η αρμόδια φορολογική αρχή θα ενεργεί προσωρινό προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, λαμβάνοντας υπόψη συγκριτικά στοιχεία, βιβλία τιμών ή άλλα τυχόν υπάρχοντα στοιχεία.
Αν η δηλωθείσα αξία συμπίπτει με την προσωρινή, αυτή θα κρίνεται ειλικρινής. Αν δεν συμπίπτει, ο φορολογούμενος, μέσα σε 2 μήνες από τον προσδιορισμό της προσωρινής αξίας, θα έχει το δικαίωμα να την αποδεχθεί και να υποβάλει τροποποιητική δήλωση, η οποία θεωρείται εμπρόθεσμη.
12 Προστέθηκε διάταξη με την οποία προβλέπεται η συγκρότηση επιτροπής που θα αναλάβει την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και την ένταξη νέων περιοχών στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού των φορολογητέων αξιών των ακινήτων μέχρι τον Φεβρουάριο. Με βάση τις αλλαγές αυτές, ως τον Μάιο θα έχει αλλάξει ο ΕΝΦΙΑ του 2020.
13 Προστέθηκε διάταξη με την οποία μειώνεται από 13% σε 10%, ο φορολογικός συντελεστής των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι νομικές οντότητες που αναγνωρίζονται από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ως ομάδες και οργανώσεις παραγωγών του άρθρου 27 του Κανονισμού (ΕΕ) 1305/2013, αντίστοιχα.