Skip to main content

Ποιοι και πόσο θα πληρώσουν φέτος ειδική εισφορά αλληλεγγύης

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Ειδική εισφορά αλληλεγγύης, υπολογιζόμενη με προοδευτική κλίμακα συντελεστών κυμαινόμενων από 2,2% έως και 10%, θα επιβληθεί φέτος με την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων σε όσους φορολογούμενους απέκτησαν κατά τη διάρκεια του 2017 συνολικά εισοδήματα -φορολογούμενα και απαλλασσόμενα- μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ. Η εισφορά θα επιβαρύνει και όσους φορολογούμενους δεν είχαν πραγματικά εισοδήματα μεγαλύτερα από 12.000 ευρώ, αλλά με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης θα εμφανιστούν με τεκμαρτά εισοδήματα μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ, εκτός αν καταφέρουν να καλύψουν την πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που θα έχει προκύψει λόγω των τεκμηρίων. 

Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης θα επιβληθεί και φέτος στο μεγαλύτερο ποσό μεταξύ:

  • του συνολικού ετήσιου εισοδήματος που δηλώνει ο φορολογούμενος από όλες τις πηγές και 
  • του τεκμαρτού εισοδήματός του, το οποίο προκύπτει με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης (τις «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης» των άρθρων 30-34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).

Όμως σε περίπτωση που το τεκμαρτό εισόδημα είναι μεγαλύτερο του πραγματικού δηλωθέντος αλλά ο φορολογούμενος καταφέρει να καλύψει την πρόσθετη διαφορά εισοδήματος, επικαλούμενος ανάλωση κεφαλαίου παρελθόντων ετών, τότε ως βάση υπολογισμού της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα ληφθεί υπ’ όψιν το πραγματικό δηλωθέν εισόδημα κι ας είναι χαμηλότερο του τεκμαρτού. 

Κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που θα υποβληθούν φέτος:
1. Ο υπολογισμός της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα γίνει με βάση μια προοδευτική κλίμακα στην οποία ισχύουν συντελεστές:

  • 0% για τα πρώτα 12.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος,
  • 2,2% για το τμήμα ετησίου εισοδήματος από τα 12.001 έως τα 20.000 ευρώ, 
  • 5% για το τμήμα ετησίου εισοδήματος από 20.001 έως 30.000 ευρώ, 
  • 6,5% για το τμήμα ετησίου εισοδήματος από 30.001 έως 40.000 ευρώ, 
  • 7,5% για το τμήμα ετησίου εισοδήματος από 40.001 έως και 65.000 ευρώ, 
  • 9% για το τμήμα ετησίου εισοδήματος από 65.001 έως και 220.000 ευρώ και 
  • 10% για το τμήμα ετησίου εισοδήματος από 220.001 ευρώ και πάνω.

2. Σε κάθε περίπτωση που τα τεκμήρια διαβίωσης θα προσδιορίζουν το συνολικό φορολογητέο εισόδημα σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος εισοδήματος αλλά ο φορολογούμενος θα έχει καλύψει την πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που θα έχει προκύψει λόγω τεκμηρίων, επικαλούμενος ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης θα υπολογίζεται όχι επί του υψηλότερου ποσού του τεκμαρτού εισοδήματος αλλά επί του χαμηλότερου ποσού του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος. 
 
Ποια είναι η βάση υπολογισμού 
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στο άθροισμα όλων των εισοδημάτων του φορολογούμενου από όλες σχεδόν τις πηγές, εφόσον το άθροισμα αυτό υπερβαίνει τις 12.000 ευρώ. Στα ποσά που λαμβάνονται υπ’ όψιν για τον προσδιορισμό του συνολικού ετησίου ατομικού εισοδήματος επί του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης περιλαμβάνονται και εισοδήματα που απαλλάσσονται από τον φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο.

Ειδικότερα, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης επιβάλλεται στο άθροισμα των παρακάτω κατηγοριών εισοδήματος:

α) Εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις.
β) Εισοδήματα από εκμετάλλευση κεφαλαίου, δηλαδή ενοίκια, τεκμαρτά μισθώματα ιδιοχρησιμοποίησης, τεκμαρτά μισθώματα δωρεάν παραχώρησης κ.λπ.
γ) Εισοδήματα από επιχειρηματικές και γεωργικές δραστηριότητες.
δ) Εισοδήματα από υπεραξίες ή κέρδη που έχουν προκύψει λόγω πώλησης επιχειρήσεων, μετοχών, ομολόγων, εντόκων γραμματίων, μεριδίων ή μερίδων σε προσωπικές εταιρείες και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων.
ε) Ορισμένα επιδόματα που καταβάλλονται σε αναπήρους και χαμηλοσυνταξιούχους, παρά το γεγονός ότι τα ποσά αυτά απαλλάσσονται από τη φορολογία εισοδήματος. Συγκεκριμένα, υπάγονται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης το εξωιδρυματικό επίδομα και το ποσό με το οποίο προσαυξάνεται η σύνταξη τυφλών (όχι ολικά τυφλών) και προσώπων με απόλυτη αναπηρία κάτω από 80% καθώς και το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (το ΕΚΑΣ).
στ) Λοιπά εισοδήματα που φορολογούνται με ειδικό τρόπο, όπως τα επιδόματα επικίνδυνης εργασίας, οι τόκοι καταθέσεων, οι τόκοι από έντοκα γραμμάτια, ομόλογα, ομολογιακά δάνεια και REPOS, τα μερίσματα ανωνύμων εταιρειών, ναυτιλιακών εταιρειών και ΕΠΕ, οι αμοιβές και οι μισθοί των μελών των διοικητικών συμβουλίων των ανωνύμων εταιρειών, τα εισοδήματα από την εκμετάλλευση φωτοβολταϊκών συστημάτων, καθώς και τα ποσά αγροτικών επιδοτήσεων και ενισχύσεων.
ζ) Επιδόματα και βοηθήματα, τα οποία δίδονται ως κοινωνικές παροχές για την αντιμετώπιση και κάλυψη συγκεκριμένων ειδικών δαπανών στις οποίες υποβάλλονται ευπαθείς ομάδες φορολογούμενων, ποσά δηλαδή που δίδονται χωρίς αντάλλαγμα παροχής εργασίας και δεν αποτελούν καρπό περιουσιακών στοιχείων. 

Η επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και στα ποσά αυτά είναι πάντως παράνομη, καθώς τα συγκεκριμένα ποσά δεν φέρουν τα απαραίτητα γενικά εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος. 

Όμως σύμφωνα με τη λογική του υπουργείου Οικονομικών και τα ποσά αυτά πρέπει να υπάγονται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης, καθώς δεν αποτελούν έκτακτες παροχές.

Παραδείγματα τέτοιων επιδομάτων είναι το διατροφικό επίδομα, το επίδομα τυφλότητας, το επίδομα τοκετού, τα επιδόματα λουτροθεραπείας, εισπνευσοθεραπείας, αεροθεραπείας, ενεσοθεραπείας κλπ.!

Κατά τον υπολογισμό του ετήσιου τεκμαρτού εισοδήματος επί του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης λαμβάνονται υπ’ όψιν αθροιστικά τα τεκμήρια διαβίωσης (οι αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης) και οι δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.

Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση φορολογούμενου που είναι συνταξιούχος ηλικίας άνω των 65 ετών τα ποσά των τεκμηρίων διαβίωσης που λαμβάνονται υπ’ όψιν για να προσδιορίσουν το συνολικό φορολογητέο εισόδημα επί του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης μειώνονται κατά 30%.

Ποιες είναι οι εξαιρέσεις 
Από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται, για όλα τους τα εισοδήματα, οι κινητικά ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας από 80% και άνω καθώς επίσης και οι ολικώς τυφλοί. Τα άτομα με κινητική αναπηρία 80% ακριβώς, εξαιρούνται μόνο από την εισφορά και όχι από την επιβολή του φόρου εισοδήματος, ενώ τα άτομα με κινητική αναπηρία άνω του 80% εξαιρούνται και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης και από τον φόρο εισοδήματος.

Από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται και οι ακόλουθες περιπτώσεις εισοδημάτων:

  • Το ενιαίο επίδομα στήριξης τέκνων και το ειδικό επίδομα τριτέκνων και πολυτέκνων που καταβάλλονται από τον ΟΓΑ.
  • Η αποζημίωση λόγω λύσης εργασιακής σχέσης.
  • Τα εφάπαξ των ταμείων πρόνοιας και των ασφαλιστικών οργανισμών.
  • Οι αμοιβές υπαλλήλων της Ε.Ε. για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ε.Ε.
  • Οι αγροτικές αποζημιώσεις.

Πότε και πώς εξαιρούνται οι άνεργοι 
Οι άνεργοι που θα δηλώσουν για το 2017 ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ θα έχουν τη δυνατότητα να εξαιρεθούν από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εφόσον πληρούν αθροιστικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ, το ΓΕΝΕ ή το ΕΤΑΠ-ΜΜΕ ή είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ανέργων των οργανισμών αυτών για τουλάχιστον 12 συνεχόμενους μήνες, ούτως ώστε να χαρακτηρίζονται μακροχρόνια άνεργοι. 
β) Δεν έχουν, κατά τον χρόνο υπολογισμού και επιβολής της εισφοράς, «πραγματικά εισοδήματα». 

Ως «πραγματικά εισοδήματα» νοούνται τα εισοδήματα από ακίνητα, εμπορικές επιχειρήσεις, ελευθέρια επαγγέλματα, κινητές αξίες και γεωργικές δραστηριότητες κι όχι τα εισοδήματα που προέρχονται από μισθούς. Κι αυτό διότι υπάρχει το ενδεχόμενο, φορολογούμενος μισθωτός υπάλληλος να εργάστηκε κατά ένα χρονικό διάστημα μέσα στο έτος 2016, να διακόπηκε εν συνεχεία η εργασιακή του σχέση και να έχει ήδη αρχίσει να λαμβάνει επίδομα ανεργίας, και συνεπώς να απαλλάσσεται από την εισφορά. Στην έννοια του «πραγματικού εισοδήματος» δεν περιλαμβάνονται τα εισοδήματα που προσδιορίζονται με βάση τα τεκμήρια, δηλαδή με βάση τις ετήσιες «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης» και τις ετήσιες «δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων».