Skip to main content

Η επενδυτική βαθμίδα ανοίγει την όρεξη για επενδύσεις για τον κλάδο των τροφίμων 

Ξένα κεφάλαια και funds σκανάρουν την εγχώρια αγορά.

Η επενδυτική βαθμίδα τοποθετεί την Ελλάδα στα «ραντάρ» των ξένων κεφαλαίων, με το κλάδο τροφίμων να συγκεντρώνει υψηλό ενδιαφέρον.

Μολονότι τη τελευταία δεκαετία συντελέστηκαν πολυάριθμα deals στο κλάδο τροφίμων και ποτών, το ξέσπασμα της πανδημίας ενίσχυσε περαιτέρω την ελκυστικότητα της αγοράς.

Και αυτό γιατί όπως υποστηρίζουν διεθνείς αναλυτές «οι αποδόσεις προβλέπεται να είναι πιο προσοδοφόρες επειδή ο τομέας των τροφίμων βρίσκεται στα πρόθυρα μιας μετάβασης».

Η πανδημία έδειξε την ευθραυστότητα των παγκόσμιων συστημάτων τροφίμων, συνεπώς ένα περιουσιακό στοιχείο που παράγει τρόφιμα σε οποιαδήποτε γεωγραφική περιοχή, σε οποιαδήποτε εποχή του έτους σε συνδυασμό με την ανάπτυξη ενός ευέλικτου μηχανισμού logistics εξελίσσεται σε πολύτιμο asset. Ταυτόχρονα, οι στρατηγικές για την επισιτιστική ασφάλεια και τη προστασία του εφοδιασμού τροφίμων από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να αυξήσουν περαιτέρω την υπεραξία του κλάδου.

Όπως υποστηρίζουν αναλυτές της εγχώριας αγοράς και σύμβουλοι επιχειρήσεων «το μεγάλο “παζάρι” στο κλάδο τροφίμων έχει ξεκινήσει και μεγάλοι επενδυτές αναζητούν ευκαιρίες σκανάροντας συνεχώς την εγχώρια αγορά».

Στη πρώτη γραμμή του επενδυτικού ενδιαφέροντος βρίσκονται οι κατηγορίες τροφίμων που αφορούν σε σνακ, στα φυτικά προϊόντα, στα αμιγώς αγροτικά προϊόντα, αλλά και start up καινοτόμα εγχειρήματα.

Ταυτόχρονα, η ενεργειακή κρίση και το υψηλό κόστος δανεισμού αποτελούν επιταχυντές εξελίξεων θέτοντας στο στόχαστρο των επενδυτών και τις περιπτώσεις των επιχειρήσεων που δυσκολεύονται να διατηρήσουν βιώσιμη τη δραστηριότητά τους.

Την ίδια ώρα όμως, ένας βασικός ανασταλτικός παράγοντας εισόδου ξένων κεφαλαίων αφορά στον «οικογενειακό» χαρακτήρα που διατηρούν οι επιχειρήσεις. Το γεγονός αυτό αυτόματα μεταφράζεται για τους ενδιαφερόμενους επενδυτές σε χρονοβόρα διαδικασία διαπραγματεύσεων καθώς και σε δυσκολία στην ευθυγράμμιση των συμφερόντων όλων των μετόχων μιας εταιρείας.

Εξίσου σημαντική παράμετρος για την προώθηση συμφωνιών είναι η διατήρηση ενός σταθερού πολιτικού περιβάλλοντος. Δεδομένου ότι η χώρα διανύει μια χρονιά εκλογικών αναμετρήσεων ενδεχομένως να βάζει άνω τελεία στα επεκτατικά σχέδια των ξένων επενδυτών.

Στρατηγικοί επενδυτές vs Funds

Μια ιδιαίτερα σημαντική παράμετρος που εστιάζουν οι αναλυτές του κλάδου αλλά και οι εγχώριοι παίκτες αφορά στο προφίλ των ξένων κεφαλαίων που επιθυμούν να εισέλθουν ή να διευρύνουν την επενδυτική τους παρουσία στη αγορά, καθώς αυτό θα ορίσει κατά μεγάλο βαθμό την μετεξέλιξη της εικόνας που θα έχει την επόμενη δεκαετία η εγχώρια βιομηχανία τροφίμων.

Η ατζέντα των επενδυτικών funds και των στρατηγικών επενδυτών σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα έχει σημαντικές διαφοροποιήσεις.

Το ιδανικό για τον εγχώριο κλάδο είναι η “επέλαση” των ξένων κεφαλαίων να είναι συνυφασμένη με όραμα ανάπτυξης σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα και να μην εστιάζει στην επίτευξη αποδόσεων υπέρτερων από το μέσο όρο της αγοράς και των δεικτών αναφοράς με σκοπό το μελλοντικό trading των αποκτηθέντων δραστηριοτήτων.

Η εγχώρια αγορά τροφίμων μπορεί να μετεξελιχθεί σε πρωταγωνίστρια διεθνώς μέσα από στοχευμένη τοποθέτηση κεφαλαίων  καθώς όπως επισημαίνουν αναλυτές «Ο εγχώριος κλάδος τροφίμων έχει το πλεονέκτημα της ποιότητας της μεσογειακής διατροφής πάνω στην οποία το πεδίο καινοτομίας είναι τεράστιο ενώ ακουμπά απόλυτα στην νέα παγκόσμια στροφή των καταναλωτών σε πιο υγιεινές επιλογές. Ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας στον οποίο έχουν εισέλθει Ισπανικά κεφάλαια είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ξένων κεφαλαίων που επέλεξαν να επενδύσουν στρατηγικά σε ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν σημαντικές αναπτυξιακές προοπτικές».

Το επενδυτικό ενδιαφέρον των funds θεωρείται δεδομένο για το κλάδο τροφίμων με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι οι ζυμώσεις είναι διαρκείς.

H CVC Partners έχει βγει για «ψώνια» εστιάζοντας σε όλες τις ευκαιρίες που «κουμπώνουν» στο χαρτοφυλάκιο των δραστηριοτήτων της Vivartia. Επιδίωξη είναι η ενδυνάμωση όλων των κατηγοριών που έχουν παρουσία τα brands του ομίλου από τις ζύμες και τα κατεψυγμένα λαχανικά μέχρι τα γαλακτοκομικά που άνοιξαν επί της ουσίας το «χορό» των εξαγορών.

Αντίστοιχα, με τα ραντάρ της ανοιχτά παραμένει η Switz Group, η οποία μέχρι στιγμής εστιάζει στο ευρύτερο πεδίο των αρτοσκευασμάτων, ωστόσο δεν αποκλείεται να εξετάζει και την “επέκτασή” της και σε άλλες προϊοντικές κατηγορίες.

Ο «λευκός ιππότης» της Μπουτάρη, το fund Sterner Stenhus που αποτελεί το βασικό μέτοχο της Premia Properties,  μέσα από την πρόσφατη απόφαση εξαγοράς του σήματος και των εγκαταστάσεων της ΙΟΛΗ από την Αθηναϊκή Ζυθοποιία δείχνει ότι επί της αρχής διατηρεί ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον για τον ευρύτερο κλάδο των ποτών.

Ομοίως και τα funds με ελληνικό «άρωμα» επιδιώκουν να αυξήσουν το επενδυτικό τους αποτύπωμα στην εγχώρια αγορά.

Το Diorama Investment, με όχημα τη Μινέρβα Ελαιουργική εκτιμάται ότι το διατηρεί απρόσκοπτο το ενδιαφέρον του για το πεδίο των τροφίμων, ενεργώντας είτε αυτόνομα είτε μέσω συνεργειών, ενώ την ίδια φιλοσοφία φέρεται ότι διατηρεί και το EOS Hellenic Renaissance Fund (EOS Capital Partners) που έχει προχωρήσει σε 4 επενδύσεις σε διάστημα περίπου τριών ετών στον κλάδο των τροφίμων.

Για το Elikonos 2 S.C.A. SICAR, το μπαράζ επενδύσεων  στην Ελλάδα υποδεικνύει την ξεκάθαρη στόχευση ανάπτυξης ενός ισχυρού χαρτοφυλακίου συμμετοχών από εγχώριες παραγωγικές επιχειρήσεις, ενώ σε ο,τι αφορά στο επενδυτικό ταμείο SMERemediumCap (SMERC) η στρατηγική μετοχική συμμετοχή του στην ανερχόμενη εταιρεία στο χώρο των οσπρίων ΑΡΟΣΙΣ αποτελεί ένα πρώτο δείγμα γραφής για τις στοχεύσεις στο πεδίο των τροφίμων.

Αντίστοιχα έντονη κινητικότητα καταγράφει το τελευταίο διάστημα και το fund της οικογένειας Κάτσου VNK Capital το οποίο  διατηρεί στρατηγική συμμετοχή στις εταιρείες Παλίρροια και Cafetex.

Οι εθνικοί παίκτες

Μέσα σε αυτή την συγκυρία, η στάση που θα κρατήσουν οι εθνικοί παίκτες είναι εξίσου καθοριστική για τις ισορροπίες που θα διαμορφωθούν στον εγχώριο κλάδο. Οι ισχυρές κεφαλαιακά εγχώριες βιομηχανίες καλούνται να ισορροπήσουν τόσο την διατήρηση των αναπτυξιακών τους προοπτικών όσο και να θωρακίσουν το ελληνικό dna της αγοράς.

Η απόφαση για μετεξέλιξη επιχειρήσεων σε ομίλους τροφίμων όπως πχ τα Ελληνικά Γαλακτοκομεία, η Υφαντής, Ε.Ι Παπαδόπουλος, η Γιώτης, η Μέλισσα Κίκιζας, η Κύκνος κ.α ισχυροποιεί την παρουσία των αμιγώς ελληνικών σημάτων, ενώ το μοντέλο στρατηγικής του Σπ. Θεοδωρόπουλου που αναπτύσσει μέσα από την Bespoke Holding που προωθεί ένα διευρυμένο χαρτοφυλάκιο δραστηριοτήτων αποτελεί μια ακόμα εγχώρια “απάντηση” στην επέλαση ξένων κεφαλαίων.