Skip to main content

Το επίδομα ανεργίας στην Ελλάδα

REUTERS/Hannah McKay

Το ισχύον σύστημα επιδότησης ανεργίας δεν διασφαλίζει επαρκή κίνητρα για επίσημη εργασία και χρήζει άμεσων αλλαγών

Το επίδομα ανεργίας ή επίδομα ασφάλισης ανεργίας (unemployment insurance) εφαρμόζεται τόσο στις αναδυόμενες όσο και στις προηγμένες οικονομίες, με τη μορφή προσωρινής χρηματικής παροχής για την προστασία των εργαζομένων από τον κίνδυνο απώλειας εργασίας και έλλειψης πηγής εισοδήματος. Με βάση τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ILO), χορηγείται σε ασφαλισμένους, ικανούς και διαθέσιμους για εργασία που αναζητούν ενεργά εργασία και ως εκ τούτου συχνά προϋποθέτει τη συμμετοχή σε προγράμματα ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης (ή αρτιότερα ενεργητικών πολιτικών της αγοράς εργασίας) με σκοπό να δώσει περαιτέρω κίνητρα στα επιδοτούμενα άτομα να αναζητήσουν εργασία και να αυξήσουν την απασχολησιμότητά τους. Σημαντικό χαρακτηριστικό του επιδόματος ανεργίας είναι η ανταποδοτικότητά του, δηλαδή το ότι η παροχή του συνδέεται με εισφορές από προηγούμενη συμμετοχή στην αγορά εργασίας.

Το πρώτο καταγεγραμμένο επίδομα ανεργίας στον κόσμο θεσμοθετήθηκε το 1911 στο Ηνωμένο Βασίλειο με το National Insurance Act, ενώ στην ηπειρωτική Ευρώπη συμβάδισε με την ανάπτυξη των συνδικάτων που παρείχαν κάποιας μορφής εισοδηματική στήριξη στα μέλη τους που απολύονταν. Στην Ελλάδα ο θεσμός εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1920, αλλά την τελική του μορφή ως επίδομα για το γενικό πληθυσμό των ανέργων την έλαβε με το Ν.Δ.2961/1954. Έκτοτε, το επίδομα ανεργίας εφαρμόζεται από τον πρώην ΟΑΕΔ, νυν ΔΥΠΑ, με ελάχιστες παραλλαγές. Συνεπώς, το ελληνικό μοντέλο επιδότησης ανεργίας συμπληρώνει φέτος 70 συναπτά έτη παρουσίας στο θεσμικό πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης της χώρας.

Γιώργος Καραχάλιος, υποδιοικητής ΔΥΠΑ

Η κατά την επίσημη ορολογία Τακτική Επιδότηση Ανεργίας (ΤΕΑ) είναι μια σταθερή για τους περισσότερους παροχή, το ύψος της οποίας υπολογίζεται ως ποσοστό του βασικού μισθού του ανειδίκευτου εργάτη και η χρονική διάρκεια της οποίας κυμαίνεται από 5 έως 12 μήνες, ανάλογα με τις ημέρες εργασίας που πραγματοποίησαν οι δικαιούχοι σε συγκεκριμένα (κρίσιμα) χρονικά διαστήματα πριν από τη λύση ή τη λήξη της εργασιακής τους σχέσης και τον αριθμό ημερήσιων επιδομάτων που έλαβαν κατά την τελευταία τετραετία.

Το σύστημα επιδότησης ανεργίας ορίζεται από ένα σύνολο διατάξεων και διοικητικών εγκυκλίων που καθιστούν δυσχερή και πολύπλοκη την ερμηνεία και τον υπολογισμό του. Σε γενικές γραμμές πρόκειται για ένα επίδομα το οποίο σχεδιάστηκε 70 και πλέον έτη πριν, ανταποκρινόταν σε μια διαφορετική αγορά εργασίας, με σημαντικές διαφοροποιήσεις και ανάγκες από τη σημερινή. Συνεπώς, είναι απαραίτητη η μεταρρύθμισή του ώστε να καταστεί ένα πραγματικά ανταποδοτικό και δίκαιο σύστημα το οποίο θα δίνει κίνητρα για επανένταξη στην αγορά εργασίας αντί να έχει ένα παθητικό χαρακτήρα.

Η πρώτη αναφορά στην αποτελεσματικότητα του επιδόματος ανεργίας έγινε από το Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία (Έκθεση Επιτροπής Πισσαρίδη), το οποίο αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το ισχύον σύστημα δεν διασφαλίζει επαρκή κίνητρα για επίσημη εργασία και ότι αυτό χρήζει άμεσων αλλαγών. Η ΔΥΠΑ με αφορμή αυτό χρησιμοποίησε τα εργαλεία τεχνικής βοήθειας που της παρέχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ανέθεσε στον ΟΟΣΑ τη μελέτη για ένα νέο σύστημα επιδότησης ανεργίας. Φέτος είναι η χρονιά που θα ξεκινήσει η πιλοτική του υλοποίηση.

Τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου συστήματος αναμένεται να είναι:

  • Ανταποδοτικότητα: Το σύστημα θα αναγνωρίζει τις εισφορές που έχει καταβάλει κάποιος και δεν θα εξομοιώνει εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις.
  • Δικαιοσύνη: Η εξατομίκευση του επιδόματος αναμένεται να διασφαλίσει τη δίκαιη κατανομή του πόρου ασφάλισης ανεργίας.
  • Αποτελεσματικότητα: H συγχώνευση ή/και κατάργηση πολύπλοκων διαδικασιών και η περαιτέρω αυτοματοποίησή τους θα διασφαλίσουν αφενός την απλοποίηση και αφετέρου την αποτελεσματικότητα της παροχής.
  • Κίνητρα για εργασία: Το επίδομα ανεργίας θα δίνει επαρκή κίνητρα για επιστροφή στην εργασία το συντομότερο δυνατόν. Τα παραπάνω κίνητρα θα είναι συμπληρωματικά προς το επίδομα εργασίας που θέσπισε ο Ν.4921/2022, με βάση το οποίο όποιος επιδοτούμενος άνεργος βρει δουλειά πριν από τη λήξη της επιδότησης δικαιούται το 50% της υπόλοιπης επιδότησης ως επιπλέον του μισθού του.

Το νέο έτος, λοιπόν, φέρνει σημαντικές αλλαγές στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης και ιδίως στον τομέα που αφορά την επιδότηση ανεργίας. Η ΔΥΠΑ προσδοκά στη μεταρρύθμιση ενός πεπαλαιωμένου συστήματος, ηλικίας 70 ετών, με σκοπό την απλοποίηση, τον εκσυγχρονισμό του και την ευθυγράμμισή του με τις ανάγκες μιας σύγχρονης και ταχέως μεταβαλλόμενης αγοράς εργασίας.

ΕΛΣΤΑΤ: Στο 9,4% η ανεργία τον Νοέμβριο 2023