Skip to main content

Αίμα και ξόρκια

Οι καλύτερες ταινίες της εβδομάδας είναι τρομακτικές, και μιλούν για μάγισσες

© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη

Μετά το «Μίλα της» και το τρομερό εισπρακτικό του σουξέ, θα περίμενε κανείς τους Ελληνοαυστραλούς αδερφούς Φιλίππου να επιστρέψουν με κάτι πιο συντηρητικό, εκείνοι όμως ανεβάζουν τον πήχη ακόμα πιο ψηλά.

Η νέα τους ταινία με τίτλο «Φερ΄ την πίσω» είναι μια από τις πιο σκοτεινές – και πιο ακραία βίαιες – ταινίες που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια (και πιστέψτε μας, το παρακολουθούμε το είδος), μια πραγματεία πάνω στη μητρότητα, το πένθος και την εμμονή, που παρασέρνει τον θεατή σε ένα αυστηρά δομημένο, όσο και κατάμαυρο σύμπαν. Εδώ, μια γυναίκα που έχει χάσει την κόρη της (η Σάλι Χόκινς σε αδιανόητο ερμηνευτικό ρεσιτάλ), υποδέχεται δυο ορφανά εφηβάκια στο απομονωμένο της σπίτι, όπου ήδη ζει με ένα επίσης παρένθετο μικρό αγόρι. Καθώς η σχέση τους βαθαίνει, γίνεται φανερό ότι η παρουσία τους εκεί δεν είναι τυχαία: Η ηρωίδα, μέσω αυτών, σχεδιάζει να φέρει πίσω στη ζωή τη νεκρή της κόρη. Με μια σκηνοθεσία που μοιάζει να γνωρίζει κάθε πιθαμή του χώρου όπου λαμβάνει χώρα το δράμα, και με σκηνές-σοκ που σφηνώνονται στη μνήμη, οι σκηνοθέτες φροντίζουν να εξηγήσουν τόσα όσα χρειάζεται για να «τρέξει» η αφήγηση – μια αίσθηση οικονομίας που συναντάς μόνο στις καλύτερες ταινίες του είδους. Οι αμύητοι όμως ας έχουν το νου της: Αυτή η ταινία έχει… δόντια.

Το «Weapons» του Ζακ Κρέγκερ, άλλη μια μεγάλη έκπληξη, αποτελεί μια τολμηρή, καίρια «ακτινογραφία» της σύγχρονης Αμερικής, με αφετηρία όμως πάντα το Φανταστικό σινεμά. Όλα συμβαίνουν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, όπου 17 παιδιά ξυπνούν μια νύχτα ακριβώς στις 2:17, βγαίνουν βιαστικά από τα υπνοδωμάτια τους και εξαφανίζονται μέσα στη νύχτα. Φανταστείτε τον Πολ Τόμας Άντερσον του «Magnolia» να διασκευάζει παραμύθι των αδερφών Γκριμ και έχετε μια καλή εικόνα του τι σας περιμένει εδώ, μιας και το σενάριο πηδά από χαρακτήρα σε χαρακτήρα, φτιάχνοντας ένα μικρό πορτραίτο πάντα μέσα στα όρια αυτής της πόλης που, με έναν τρόπο, διαμόρφωσε κάθε έναν εξ’ αυτών. Ο Κρέγκερ δεν περιορίζεται απλώς στην αφήγηση μιας τραγωδίας, αλλά προχωρά βαθύτερα, αναδεικνύοντας μεν την κοινωνική αποξένωση της Αμερικής του Τραμπ, αλλά αφήνοντας μια τόση δα μικρή ελπίδα στην άλλη άκρη του τούνελ. Ερμηνευτικά και εδώ όλοι δίνουν ερμηνείες μεγάλης κλάσης, ένα μικρό παράπονο όμως για την μουντή κινηματογράφηση το έχουμε. Ξέρουμε πως οι νέες ψηφιακές κάμερες μπορούν πλέον να αποτυπώσουν πολλά στο σκοτάδι σε σχέση με τις εποχές του φιλμ, όμως εδώ λίγο παράγινε το κακό.

Στους «Καταραμένους» του Ρομπέρτο Μινερβίνι, παρακολουθούμε μια ομάδα αποτελούμενη από στρατιώτες των Βορείων, στα χρόνια του Αμερικάνικου Εμφυλίου, που έχει αναλάβει την αποστολή να ιχνηλατήσει μια αχαρτογράφητη περιοχή, στις εσχατιές των δυτικών πολιτειών, καθώς  βυθίζεται σε έναν τόπο φασματικό και ομιχλώδη, με τη γραφή να παραπέμπει έντονα στον Τέρενς Μάλικ – όμως εδώ κάτι λείπει, παρά το βραβείο σκηνοθεσίας που σήκωσε η ταινία σε παράλληλο τμήμα των Καννών. Ο πρώην ντοκιμαντερίστας σκηνοθέτης μπορεί να γνωρίζει τα γεγονότα, όμως έχω την εντύπωση πως δεν ενδιαφέρεται και τόσο για τον Άνθρωπο – δεν βρίσκει δηλαδή τον στόχο των ξεκάθαρων αναφορών του.

Από επανεκδόσεις τώρα, έχουμε δυο (!) Σίντνεϊ Λιούμετ («Οι 12 Ενορκοί», «Η ετυμηγορία»), έναν Μπέργκμαν («Χειμωνιάτικο φως»), το «Πάρτι» του Μπλέικ Έντουαρντς και την «Τελευταία παράσταση» του Πίτερ Μπογκντάνοβιτς. Οι σινεφίλ που έχουν κενά να καλύψουν ας τρέξουν, γιατί τον χειμώνα θα κοπούν αυτά.