Skip to main content

Χορήγηση εμβολίων από το στόμα

Η πρόσβαση σε εμβόλια ανά τον κόσμο θα μπορούσε να γίνει πιο εύκολη χάρη σε επιστήμονες του College of Pharmacy στο The University of Texas at Austin, που ανέπτυξαν μια φθηνή και καινοτόμο μέθοδο χορήγησης εμβολίου, η οποία διατηρεί ζωντανούς ιούς, βακτήρια, αντισώματα και ένζυμα χωρίς ψύξη. Επίσης, η συγκεκριμένη μέθοδος παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης από το στόμα.

Η Μαρία Κρόιλ και η ομάδα ερευνητών της παρουσίασαν ένα επιστημονικό άρθρο που περιγράφει μια ελαφρά ταινία που σταθεροποιεί βιολογικά στοιχεία και αντέχει σε ακραίες μεταβολές θερμοκρασίας. Η τεχνολογία έχει ήδη δοκιμαστεί, σε επίπεδο proof of concept, για μοντέλα εμβολίων για τον Έμπολα και τον Η1Ν1 και ενδεχομένως να αποτελέσει αποτελεσματική μέθοδο χορήγησης για μελλοντικές θεραπείες παθογόνων, όπως ο κοροναϊός που προκαλεί COVID-19.

«Είναι στην ουσία μια πλατφόρμα plug and play» είπε η Κρόιλ. «Μόλις γνωρίζουμε τα ειδικά χαρακτηριστικά ενός υποψηφίου εμβολίου, μπορούμε να προσαρμόσουμε τα συστατικά της ταινίας για να καλύπτονται αυτές οι απαιτήσεις, να τις σφραγίζουμε μέσα στο πλέγμα της ταινίας με τρόπο που επιτρέπει να αντέχει σε ακραίες μεταβολές θερμοκρασίας και να απελευθερώνουμε τα συστατικά των εμβολίων με ακριβή και ελεγχόμενο τρόπο».

Η ομάδα των ερευνητών δημοσίευσε τα ευρήματά της στο Science Advances.

Καθώς ερευνητές αναπτύσσουν εμβόλια και βιολογικές θεραπείες για θανατηφόρες ασθένειες, προκύπτει μια δεύτερη πρόκληση ως προς τη διανομή τους σε απομακρυσμένες, αναπτυσσόμενες και χαμηλού εισοδήματος περιοχές ανά τον κόσμο. Πάνω τα μισά κορυφαία αίτια θανάτου σε χώρες με χαμηλά εισοδήματα ήταν τα αποτελέσματα μολυσματικών ασθενειών, ενώ τα κόστη που σχετίζονται με την αποθήκευση και τη διάθεση εμβολίων και βιολογικών φαρμάκων αποτελούν το 40% του κόστους των φαρμάκων στον δυτικό κόσμο.

Η ταινία της Κρόιλ δεν είναι μόνο φθηνή, μα σχεδόν το 1/1000 του μεγέθους των παραδοσιακών φιαλιδίων εμβολίων, και δεν απαιτεί κατάψυξη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας χορήγησης. Η τεχνολογία αυτή εκτιμάται πως θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά τους δείκτες επιβιωσιμότητας ως προς ασθένειες που μπορούν να προληφθούν και να μειώσει δραστικά το χρονοδιάγραμμα και το κόστος αντιμετώπισης αναδυόμενων ασθενειών πριν εξαπλωθούν ανά τον κόσμο.