Λονδίνο, 8 Αυγούστου 1963. Η ώρα πλησιάζει 3 τα ξημερώματα όταν το τρένο της Royal Mail, φορτωμένο με 128 σάκους χρημάτων και αλληλογραφίας, φρενάρει απότομα κοντά στο χωριό Λέντμπερν του Μπάκιγχαμσαϊρ.
Το σήμα που βλέπει ο μηχανοδηγός είναι κόκκινο – αν και κανονικά θα έπρεπε να είναι πράσινο.
Πρόκειται για παγίδα. Μια παγίδα που έχει στηθεί με ακρίβεια από μια συμμορία 15 ανδρών, που εδώ και μήνες σχεδιάζουν τη μεγαλύτερη ληστεία στην ιστορία της Βρετανίας. Χωρίς όπλα, αλλά με χειρουργική ακρίβεια, ετοιμάζονται να αρπάξουν περισσότερα από 2,6 εκατομμύρια λίρες – το ισοδύναμο 60 και πλέον εκατομμυρίων σήμερα.
Η πρώτη κίνηση
Ο 58χρονος οδηγός του τρένου, Τζακ Μιλς, σταματά τον συρμό μπροστά στο ψεύτικο κόκκινο φανάρι.
Ο βοηθός του, Ντέιβιντ Γουίτμπι, κατεβαίνει να καλέσει τον σηματοδότη, αλλά βρίσκει το τηλέφωνο κομμένο. Πριν προλάβει να αντιδράσει, του ορμούν και τον ρίχνουν κάτω από την πλαγιά. Στη μηχανή, ο Μιλς προσπαθεί να αντισταθεί, αλλά δέχεται χτύπημα στο κεφάλι με σιδερένιο λοστό. Αιμόφυρτος, σωριάζεται αναίσθητος.
Οι ληστές ανεβαίνουν στο τρένο και αποσυνδέουν τις δύο πρώτες καρότσες — εκεί βρίσκεται ο θησαυρός. Πρέπει να τις μετακινήσουν περίπου ένα χιλιόμετρο πιο κάτω, μέχρι το σημείο που έχουν σχεδιάσει την αποφόρτωση: μια γέφυρα με το όνομα Bridego.
Μόνο που κάτι πάει στραβά.
Ο «οδηγός» που δεν ξέρει να οδηγεί
Ο υποτιθέμενος οδηγός που έχουν στρατολογήσει —ένας συνταξιούχος φίλος του Ρόνι Μπιγκς— αποδεικνύεται άχρηστος. Δεν μπορεί να χειριστεί το νέο μοντέλο της ντιζελομηχανής. Κανένας δεν έχει προβλέψει αυτό το ενδεχόμενο.
Αναγκάζονται να επαναφέρουν τον τραυματισμένο Μιλς. Τον σηκώνουν, τον σέρνουν πίσω στη μηχανή και τον διατάζουν να μετακινήσει το τρένο στο σημείο-κλειδί. Αιμορραγεί, ζαλίζεται, αλλά υπακούει.
Η επιχείρηση συνεχίζεται.
Η «αλυσίδα» που αδειάζει τα χρήματα
Μόλις φτάνουν στη γέφυρα, η συμμορία ανοίγει με τη βία την καρότσα υψηλής αξίας. Οι εργαζόμενοι των Ταχυδρομείων δεν έχουν τρόπο να αντισταθούν. Τους διατάζουν να πέσουν κάτω, μπρούμυτα. Ο Μιλς και ο Γουίτμπι μπαίνουν χειροπόδαρα δεμένοι μέσα στο βαγόνι.
Μέσα σε 15 λεπτά, σχηματίζουν ανθρώπινη αλυσίδα και μεταφέρουν 120 σάκους —πάνω από δύο τόνους μετρητά— σε Land Rovers. Είναι τόσο γρήγοροι και οργανωμένοι, που μοιάζει με στρατιωτική επιχείρηση. Πριν φύγουν, ένας από τους ληστές διατάζει τους υπαλλήλους να μείνουν ακίνητοι για 30 λεπτά.
Η ώρα είναι 03:30. Το «μεγάλο κόλπο» μόλις έχει ολοκληρωθεί.
Το καταφύγιο
Οι δράστες καταφεύγουν σε ένα ερειπωμένο αγρόκτημα – το Leatherslade Farm – 43 χιλιόμετρα μακριά. Εκεί, μοιράζουν τα χρήματα σε 16 μερίδια. Ο καθένας παίρνει περίπου 150.000 λίρες.
Μένουν στο αγρόκτημα λίγες ημέρες. Παίζουν Monopoly με αληθινά χαρτονομίσματα. Πλένουν τα πάντα, σκουπίζουν κάθε επιφάνεια, κόβουν τα καλώδια του τηλεφώνου. Έχουν αναθέσει σε συνεργάτη να κάψει το μέρος μετά την αναχώρησή τους.
Μόνο που αυτός δεν εμφανίζεται ποτέ.
Η Monopoly τους προδίδει
Η αστυνομία φτάνει στο αγρόκτημα μετά από πληροφορία κατοίκου. Εκεί, βρίσκει υπολείμματα φαγητού, κουβέρτες, σακούλες του Ταχυδρομείου και –το σημαντικότερο– ένα ταμπλό Monopoly. Επάνω του, δαχτυλικά αποτυπώματα.
Ένα μπουκάλι κέτσαπ φέρει επίσης αποτυπώματα. Αρκούν για να αρχίσει το νήμα να ξετυλίγεται.
307 χρόνια
Τον Απρίλιο του 1964, το Δικαστήριο του Έιλσμπερι σφραγίζει τη μοίρα τους. Ο δικαστής, λόρδος Έντμουντ Ντέιβις, δεν δείχνει ίχνος επιείκειας. Το χτύπημα στον Μιλς έχει προκαλέσει σοκ στη βρετανική κοινωνία. Ο ίδιος ο μηχανοδηγός δεν εργάζεται ποτέ ξανά. Πεθαίνει επτά χρόνια μετά, χωρίς να ξεπεράσει το ψυχολογικό τραύμα.
Η ετυμηγορία: 307 χρόνια κάθειρξης συνολικά. Ορισμένοι καταδικάζονται σε 30 χρόνια ο καθένας. Κανείς δεν σκοτώνεται. Δεν χρησιμοποιείται ούτε ένα όπλο. Μα η δημόσια κατακραυγή είναι τέτοια, που η τιμωρία λειτουργεί παραδειγματικά.
Το τέλος των «ηρώων» του εγκλήματος
Ο αρχηγός, Μπρους Ρέινολντς, μένει πέντε χρόνια φυγάς.
Ο Ρόνι Μπιγκς συλλαμβάνεται, αλλά αποδρά 15 μήνες μετά τη φυλάκισή του, μεταμφιεσμένος, μέσα σε φορτηγό. Περνάει από Ισπανία και Αυστραλία, και τελικά βρίσκει άσυλο στη Βραζιλία. Το 2001, εξασθενημένος, επιστρέφει μόνος του στο Ηνωμένο Βασίλειο και εκτίει το υπόλοιπο της ποινής του.
Ο Έντουαρντς ανοίγει ανθοπωλείο στον σταθμό Γουότερλου και αυτοκτονεί στη δεκαετία του ’90. Ο Ρόι Τζέιμς συλλαμβάνεται και πάλι για ναρκωτικά. Ο Τόμι Γουίσμπι και ο Τζιμ Χάσεϊ το ίδιο.
Ακόμα και όσοι βγαίνουν νωρίτερα, δεν προλαβαίνουν να χαρούν τα κλοπιμαία. Η μεγαλύτερη ποσότητα των χρημάτων δεν εντοπίζεται ποτέ. Οι αρχές προσφέρουν αμοιβή 10% για πληροφορίες – μάταια.
Μια ληστεία που μένει στην Ιστορία
Η Μεγάλη Ληστεία του Τρένου δεν είναι απλώς μια πράξη εγκλήματος. Είναι ο καθρέφτης μιας εποχής που αλλάζει, μιας Βρετανίας που χάνει την αθωότητά της. Ο Τύπος την παρουσιάζει σαν θρίλερ, ο κόσμος τη θαυμάζει για την «καθαρότητα» της εκτέλεσης.
Σαν να είναι κινηματογραφικό σενάριο.
Μα πίσω από τα λεφτά, τα Land Rovers και τα κόλπα, υπάρχει ένας άνθρωπος – ο Τζακ Μιλς – που δεν ξαναχαμογελά ποτέ. Και μια χώρα που μαθαίνει πως ακόμη και το πιο ασφαλές σύστημα μπορεί να εκτροχιαστεί.