Skip to main content

Tor: Από τη CIA στο dark web – H κρυφή γέννα του πιο επικίνδυνου εργαλείου ελευθερίας

Ξεκίνησε ως μυστικό project του αμερικανικού στρατού. Έγινε φρούριο για ακτιβιστές, δημοσιογράφους – αλλά και εγκληματίες. Η αληθινή ιστορία του Tor και του σκοτεινού διαδικτύου

Είναι αρχές του 2000. Το διαδίκτυο έχει ήδη κατακτήσει τον κόσμο, αλλά οι υποσχέσεις του για ελευθερία και ιδιωτικότητα αρχίζουν να φαντάζουν εύθραυστες. Κάθε κλικ αφήνει ίχνη. Κάθε email μπορεί να διαβαστεί.

Και κάπου βαθιά στους διαδρόμους της αμερικανικής κυβέρνησης, μια ομάδα ερευνητών αναρωτιέται: μπορεί να υπάρξει ένας τρόπος επικοινωνίας που να μην μπορεί να εντοπιστεί; Ένας μηχανισμός που θα επιτρέπει στους χρήστες να παραμένουν αόρατοι, ακόμα και μπροστά στις πιο πανίσχυρες υπηρεσίες πληροφοριών;

Ξεφλουδίζοντας ένα κρεμμύδι

Από αυτήν την ιδέα γεννιέται το Tor – το λογισμικό που θα αλλάξει για πάντα τη φύση του διαδικτύου. Το όνομα προκύπτει από το The Onion Router, καθώς η τεχνολογία του μοιάζει με το ξεφλούδισμα ενός κρεμμυδιού: πολλά επίπεδα κρυπτογράφησης, κάθε ένα από τα οποία κρύβει το επόμενο.

Οι πρώτες γραμμές κώδικα γράφονται ήδη από το 1996 στο Εργαστήριο Ναυτικών Ερευνών των ΗΠΑ (Naval Research Laboratory), από τους υπολογιστές των μαθηματικών Paul Syverson, Michael Reed και David Goldschlag. Το όραμά τους είναι καθαρά στρατηγικό: να δημιουργήσουν ένα εργαλείο που θα επιτρέπει στις μυστικές επιχειρήσεις και στους πράκτορες να επικοινωνούν χωρίς να αφήνουν ίχνη.

Δημόσια και δωρεάν

Το πρώτο λειτουργικό πρωτότυπο παρουσιάζεται το 2002, αλλά η μεγάλη τομή έρχεται ένα χρόνο αργότερα, όταν το Tor διατίθεται δημόσια και δωρεάν. Από εκείνη τη στιγμή, δεν ανήκει πια μόνο στην κυβέρνηση που το χρηματοδότησε. Ο καθένας μπορεί να το κατεβάσει και να μπει σε ένα δίκτυο που υπόσχεται κάτι ριζοσπαστικό: να περιηγηθεί χωρίς να αποκαλύψει ποιος είναι και πού βρίσκεται.

Οι πρώτοι κόμβοι του δικτύου είναι μόλις δώδεκα, εθελοντικοί υπολογιστές σε όλο τον κόσμο που αναλαμβάνουν να κρύβουν τα ίχνη της κίνησης των χρηστών.

Ο λαβύρινθος και η ψηφιακή αντίσταση

Η λογική είναι ιδιοφυής στην απλότητά της. Κάθε φορά που ένας χρήστης ανοίγει το πρόγραμμα, τα δεδομένα του στέλνονται μέσα από πολλαπλούς τυχαίους κόμβους – σαν να περνάς ένα γράμμα από πολλά χέρια, με κάθε παραλήπτη να γνωρίζει μόνο τον επόμενο και τον προηγούμενο.

Το τελικό σημείο δεν μπορεί να γνωρίζει από πού ξεκίνησε το μήνυμα, και το αρχικό σημείο δεν ξέρει πού θα καταλήξει. Για τον οποιονδήποτε παρακολουθεί, η κίνηση μοιάζει να εξαφανίζεται μέσα σε ένα λαβύρινθο.

Το 2006, η ανάπτυξη του Tor περνάει σε έναν νέο, ανεξάρτητο οργανισμό, το Tor Project, που θα το μετατρέψει σε σύμβολο της διαδικτυακής ανωνυμίας. Ο Roger Dingledine και ο Nick Mathewson – οι δύο προγραμματιστές που ηγήθηκαν του project – θέτουν έναν ξεκάθαρο στόχο: να προσφέρουν σε κάθε πολίτη, δημοσιογράφο, ακτιβιστή ή απλό χρήστη τη δυνατότητα να μιλήσει ελεύθερα χωρίς φόβο παρακολούθησης. Το Tor δεν είναι πλέον ένα κυβερνητικό εργαλείο· γίνεται η υποδομή μιας ψηφιακής αντίστασης.

Οι κρυφές υπηρεσίες και το διαβόητο Silk Road

Η ιστορία όμως δεν σταματά εκεί. Η ίδια τεχνολογία που δίνει φωνή στους διωκόμενους γίνεται και το καταφύγιο του εγκλήματος. Σύντομα, στο δίκτυο του Tor ανθίζουν οι λεγόμενες κρυφές υπηρεσίες (hidden services), ιστότοποι που δεν μπορούν να εντοπιστούν ούτε να μπλοκαριστούν από τις παραδοσιακές αρχές. Από το 2011 και μετά, εκεί μέσα ξεφυτρώνουν ηλεκτρονικές αγορές όπλων, ναρκωτικών και παραχαραγμένων εγγράφων.

Το πιο διάσημο από αυτά τα «σκοτεινά» σημεία είναι το Silk Road, μια ψηφιακή αγορά που λειτουργεί σαν το Amazon του παράνομου εμπορίου. Οι αρχές ξαφνικά ανακαλύπτουν ότι ο κόσμος του διαδικτύου έχει αποκτήσει ένα υπόγειο, μακριά από τα μάτια τους: το dark web.

Αυτός ο όρος, που σήμερα προκαλεί φόβο και μυστήριο, γεννιέται ακριβώς για να περιγράψει αυτό το αόρατο κομμάτι του ίντερνετ. Δεν πρόκειται για κάτι ξεχωριστό· είναι το ίδιο δίκτυο, απλώς σε επίπεδα που τα παραδοσιακά εργαλεία αναζήτησης – Google, Bing, Yahoo – δεν μπορούν να φτάσουν. Μόνο όσοι έχουν το πρόγραμμα Tor μπορούν να μπουν εκεί. Και μέσα σε αυτό το ψηφιακό υπόγειο, η ανωνυμία γίνεται απόλυτη.

Δίνει φωνή, αλλά και επιτρέπει το έγκλημα

Η ιστορία του Tor και του dark web είναι γεμάτη αντιφάσεις. Από τη μία, είναι το εργαλείο που επιτρέπει στους δημοσιογράφους να μιλούν με τις πηγές τους χωρίς να φοβούνται για τη ζωή τους· που δίνει στους ακτιβιστές στις πιο αυταρχικές χώρες του κόσμου τη δυνατότητα να οργανώνονται και να μοιράζονται πληροφορίες. Από την άλλη, είναι το ίδιο δίκτυο που φιλοξενεί διακινητές ανθρώπων, εμπόρους παιδικής πορνογραφίας και χάκερ που πουλάνε κλεμμένα δεδομένα. Όπως το ίδιο το διαδίκτυο, έτσι και το Tor δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό· είναι απλώς ένα εργαλείο, και η χρήση του εξαρτάται από τον άνθρωπο που το κρατά.

Σήμερα, περισσότεροι από δύο εκατομμύρια άνθρωποι χρησιμοποιούν το Tor καθημερινά. Για πολλούς, είναι το μοναδικό παράθυρο σε έναν κόσμο πληροφορίας που οι κυβερνήσεις τους προσπαθούν να ελέγξουν. Για άλλους, είναι η ασπίδα που κρύβει δραστηριότητες που θα προτιμούσαν να μην αποκαλυφθούν ποτέ. Όμως ένα είναι βέβαιο: με την εμφάνιση του Tor, το διαδίκτυο απέκτησε για πρώτη φορά σκιές. Ένα μέρος όπου το φως της διαφάνειας δεν φτάνει, αλλά όπου για κάποιους η ελευθερία εξακολουθεί να επιβιώνει.

Η γέννηση του dark web δεν είναι απλώς η ιστορία ενός λογισμικού· είναι η ιστορία της ίδιας της μάχης ανάμεσα στην ιδιωτικότητα, την ελευθερία, αλλά και την ασφάλεια στον ψηφιακό κόσμο. Και αυτή η μάχη, δύο δεκαετίες μετά το πρώτο «κλικ» του Tor, συνεχίζεται πιο σκληρή από ποτέ.