Skip to main content

Την είπαν φανατική, την έθαψαν σαν ηρωίδα. Η γυναίκα που μπήκε μπροστά στο άλογο του βασιλιά

Την ποδοπάτησε η εξουσία, τη δόξασε η Ιστορία

4 Ιουνίου 1913. Το Έπσομ βουίζει. Οι ευγενείς στοιχηματίζουν, ο βασιλιάς παρακολουθεί, το πλήθος ζητωκραυγάζει.

Και τότε, μια φιγούρα με λευκή μπλούζα, ροζ φούστα και την κορδέλα της Women’s Social and Political Union δεμένη στο κορμί, περνάει κάτω από το κιγκλίδωμα.

Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η Έμιλι Γουάιλντινγκ Ντέιβισον πέφτει στο έδαφος, αφού επιχειρεί να πιάσει τα ηνία του αλόγου του βασιλιά Γεωργίου Ε’ που τρέχει με 56 χιλιόμετρα την ώρα.

Το άλογο την παρασέρνει, την αναποδογυρίζει, την χτυπά. Η Έμιλι σωριάζεται αναίσθητη. Τέσσερις μέρες μετά, θα πεθάνει στο νοσοκομείο. Μα το τέλος της είναι μόνο η αρχή.

Η γυναίκα που διάλεξε την ανυπακοή

Γεννιέται στο Μπλάκχιθ το 1872, σε μια αστική οικογένεια που σύντομα φτωχαίνει. Σπουδάζει λογοτεχνία, αριστεύει στην Οξφόρδη, αλλά δεν παίρνει πτυχίο —είναι γυναίκα. Γίνεται δασκάλα, γκουβερνάντα, και το 1906 εντάσσεται στην Ένωση Κοινωνικής και Πολιτικής Δράσης των Γυναικών (WSPU) των Πάνκχερστ.

Δεν περιορίζεται στην ειρηνική διαμαρτυρία. Καίει γραμματοκιβώτια, σπάει τζάμια, μαστιγώνει υπουργούς που μπερδεύει με τον Λόιντ Τζορτζ, πετάει πέτρες, μπαίνει κρυφά στη Βουλή, κρύβεται στη σκεπή και στο υπόγειο.

Στο Μάντσεστερ, ένας δεσμοφύλακας πλημμυρίζει το κελί της με παγωμένο νερό. Στο Χόλλοουεϊ, πέφτει από τα κάγκελα για να σπάσει το κορμί της, μήπως σταματήσει τον βασανισμό της σωφρονιστικής δύναμης. Της σπάνε τα πλευρά, της σκίζουν το δέρμα.

Η πίστη και το τίμημα

Η Έμιλι είναι χριστιανή —φανατική. Πιστεύει πως το μαρτύριο της δίνει νόημα στο σύμπαν. Διαβάζει Τσώσερ, υπογράφει ως «Faire Emelye», προσεύχεται κάθε βράδυ με μια Βίβλο στο κομοδίνο.

«Η εξέγερση ενάντια στους τυράννους είναι υπακοή στον Θεό», γράφει. Κι όταν νιώθει πως οι βασανισμοί δεν φτάνουν για να ταρακουνήσουν τον κόσμο, ετοιμάζεται για κάτι παραπάνω. Το Πάσχα του 1913 δηλώνει: «Ο μόνος τρόπος να σταματήσει το κράτος τα βασανιστήρια είναι μια μεγάλη θυσία. Αν πεθάνω εγώ, ίσως σωθούν οι άλλες.»

Το εισιτήριο επιστροφής

Την ημέρα του ντέρμπι αγοράζει εισιτήριο μετ’ επιστροφής. Στην τσέπη της έχει φυλαγμένο το φυλλάδιο για έναν χορό που πρόκειται να πάει το ίδιο βράδυ. Στο παλτό της έχουν καρφιτσωθεί δύο σημαίες του κινήματος: μωβ, λευκό, πράσινο.

Δεν αφήνει καμία διαθήκη, κανένα σημείωμα. Όμως γνωρίζει. Βρίσκεται στη στροφή του θανάτου, στο Tattenham Corner, λίγα μέτρα από τα κάγκελα. Βλέπει τον καλπασμό. Κάνει το βήμα.

Μια πράξη, ένα σύμβολο, μια αλήθεια που αιμορραγεί

Η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου. Οι κάμερες τη συλλαμβάνουν καθώς παρασύρεται από το άλογο του βασιλιά. Το πλήθος παγώνει. Ο βασιλιάς Γεώργιος γράφει ότι πρόκειται για «σκανδαλώδη ενέργεια».

Η βασίλισσα Μαίρη τη λέει «απαίσια γυναίκα». Οι εφημερίδες τη λοιδορούν: παράφρων, ασεβής, φανατική.

Μα για το κίνημα των σουφραζετών είναι η πρώτη μάρτυρας. Πέντε χιλιάδες γυναίκες συνοδεύουν το φέρετρό της. Πενήντα χιλιάδες την αποχαιρετούν στους δρόμους του Λονδίνου. Η επιγραφή στο φέρετρο γράφει: «Fight on. God will give the victory».

Ο θάνατός της γίνεται κραυγή

Ο Τύπος ειρωνεύεται. Το κοινό διχάζεται. Οι πολιτικοί σιωπούν. Μα ο σπόρος έχει πέσει. Έναν χρόνο μετά ξεσπά ο Μεγάλος Πόλεμος. Η κυβέρνηση αποφυλακίζει τις απεργούς πείνας. Η Έμμελιν Πάνκχερστ σταματά την εκστρατεία και καλεί τις γυναίκες να βοηθήσουν στον πόλεμο.

Το 1918, ο νόμος αλλάζει. Οι πρώτες γυναίκες παίρνουν δικαίωμα ψήφου. Το 1928, οι γυναίκες αποκτούν πλήρη ισότητα με τους άντρες στην κάλπη.

Η Έμιλι δικαιώνεται. Δεν θα μάθουμε ποτέ αν ήθελε να πεθάνει. Μα ξέρουμε ότι ρίσκαρε τη ζωή της για να την αποκτήσουν άλλες. Ήταν δασκάλα, φιλόλογος, στρατιώτης. Κι όταν έπρεπε, έγινε το ίδιο το λάβαρο. Δεν έριξε το σώμα της από απόγνωση —το ύψωσε σαν σημαία. Και την κάρφωσε, έστω και για μια στιγμή, στο μέτωπο του βασιλιά.