Skip to main content

Με ένα κάρο σκουπίδια και μια χειραψία: Ο μετανάστης που ίδρυσε τη μεγαλύτερη τράπεζα του κόσμου

Στα 13 εγκαταλείπει το σχολείο. Στα 31 ιδρύει μία τράπεζα. Για όσους οι άλλοι αγνοούν

Γεννιέται στις 6 Μαΐου 1870, στο Σαν Χοσέ της Καλιφόρνια, από γονείς Ιταλούς μετανάστες που έφτασαν στην Αμερική με λίγες αποσκευές και μεγάλη πίστη στο μέλλον.

Τα πράγματα δεν είναι εύκολα στη «γη της επαγγελίας». Και έτσι ο Αμαντέο Πίτερ Τζιανίνι είναι μόλις 13 ετών όταν εγκαταλείπει το σχολείο για να δουλέψει σε μια επιχείρηση αγροτικών προϊόντων. Στα 19 του έχει ήδη γίνει συνεργάτης.

Παντρεύεται, γίνεται οικονομικά ανεξάρτητος και παραιτείται από την επιχείρηση στα 31 του για να κάνει κάτι δικό του. Είναι αποφασισμένος να προσφέρει χρηματοδότηση σε όσους την έχουν περισσότερο ανάγκη.

Μια τράπεζα για τους…μικρούς

Wikimedia Commons

Το 1904 ιδρύει στο Σαν Φρανσίσκο την Bank of Italy, μια τράπεζα για τους “little fellows” – εργάτες, μετανάστες, γυναίκες, αγρότες, ανθρώπους χωρίς καταθέσεις αλλά με τιμιότητα και φιλότιμο. Εξετάζει χαρακτήρες, όχι λογαριασμούς. Και το κοινό ανταποκρίνεται: μέσα σε έναν χρόνο, οι καταθέσεις ξεπερνούν τις 700.000 δολάρια – μια μικρή περιουσία για την εποχή.

Το 1906, όταν ο σεισμός και η φωτιά καταστρέφουν το Σαν Φρανσίσκο, ο Τζιανίνι δρα σαν ήρωας. Κρύβει το χρυσάφι της τράπεζας κάτω από σκουπίδια και το μεταφέρει με κάρο εκτός πόλης.

Δάνεια με χειραψία

Ενώ οι υπόλοιπες τράπεζες κρατούν τα χρηματοκιβώτιά τους σφραγισμένα, εκείνος στήνει πρόχειρο κατάστημα με μια σανίδα πάνω σε δύο βαρέλια. Χορηγεί δάνεια με χειραψία. Όλοι τα επιστρέφουν. Εμπιστεύεται το ένστικτό του, και το ένστικτό του λέει: η πόλη θα ξαναχτιστεί.

Από το 1909 αρχίζει να αγοράζει τοπικές τράπεζες και να τις μετατρέπει σε παραρτήματα. Το μοντέλο του τραπεζικού ομίλου με πολλά υποκαταστήματα είναι καινοτόμο, ριζοσπαστικό – και επιτυχημένο. Το 1918 η Bank of Italy γίνεται η πρώτη πολιτειακή τράπεζα με υποκαταστήματα σε ολόκληρη την Καλιφόρνια.

Και εγένετο…Bank of America

Το 1930 μετονομάζεται σε Bank of America, και σύντομα αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη τράπεζα του κόσμου βάσει ενεργητικού και χορηγήσεων.

Όταν έρχεται η Μεγάλη Ύφεση, δεν αποσύρεται. Πολεμά τους συντηρητικούς που προσπαθούν να επιβάλουν περιοριστική πολιτική και ανακτά τον έλεγχο.

Στηρίζει τη γεωργία, τη βαριά βιομηχανία, τον κινηματογράφο. Δανείζει στον Γουόλτ Ντίσνεϊ τα 2 εκατομμύρια που του λείπουν για να τελειώσει τη “Χιονάτη”.

Χρηματοδοτεί την κατασκευή της Γέφυρας του Γκόλντεν Γκέιτ όταν κανείς άλλος δεν τολμά. Στηρίζει τον Χιούλετ και τον Πάκαρντ στα πρώτα τους βήματα για την HP. Δανείζει στη Fiat για να ξανασταθεί στα πόδια της μετά τον πόλεμο.

Να βλέπει τους άλλους να πετυχαίνουν

Ο κόσμος τον φωνάζει “A.P.” με στοργή. Δεν είναι ένας ακόμα τραπεζίτης – είναι ο άνθρωπος που έκανε την τραπεζική ανθρώπινη υπόθεση. Πιστεύει στη δύναμη του χαρακτήρα, όχι στο μέγεθος του πορτοφολιού. Δημιουργεί αφοσιωμένους συνεργάτες, φίλους, θαυμαστές. Θέλει να πετυχαίνει, αλλά κυρίως θέλει να βλέπει και τους άλλους να πετυχαίνουν.

Στα 75 του, κάνει κάτι που δείχνει πως το πάθος του για τους ανθρώπους δεν σταματά στα οικονομικά. Χαρίζει μισό εκατομμύριο δολάρια για να ιδρύσει το A.P. Giannini Foundation, με σκοπό την ενίσχυση της ιατρικής έρευνας και την προώθηση καινοτόμων μεταδιδακτορικών προγραμμάτων. Από τότε, περισσότεροι από 900 ερευνητές έχουν στηριχθεί από το ίδρυμά του. Έχουν μελετήσει ασθένειες όπως το Πάρκινσον, το Αλτσχάιμερ, ο αυτισμός, ο καρκίνος του προστάτη και το μελάνωμα – πάντα με στόχο τη μετάφραση της επιστήμης σε θεραπεία.

Ο Τζιανίνι πεθαίνει στις 3 Ιουνίου 1949, σε ηλικία 79 ετών.  Στην κηδεία του, δεν έρχονται μόνο επιφανείς. Έρχονται εργάτες, μετανάστες, μικροί επιχειρηματίες. Εκείνοι που κάποτε πίστεψαν σε εκείνον, γιατί εκείνος πίστεψε πρώτος σε αυτούς.

Ο Αμαντέο Πίτερ Τζιανίνι δεν έχτισε απλώς μια τράπεζα. Έχτισε μια νέα ιδέα για το τι σημαίνει εμπιστοσύνη, προκοπή, προοπτική. Και αυτή η ιδέα αντέχει – πολύ πέρα από την εποχή του.