Skip to main content

Η πιο βαρετή ημέρα στην ιστορία της Wall Street

REUTERS/Brendan McDermid

Από την οικονομική ευημερία και μία αγορά σε «χειμερία νάρκη» σε μία κρίση, που άλλαξε τα πάντα

Μόλις 31 μετοχές συνολικής αξίας 3.470 αλλάζουν χέρια στη συνεδρίαση που έμεινε στα βιβλία της οικονομικής ιστορίας ως «η πιο βαρετή ημέρα όλων των εποχών στη Wall Street».

Το ημερολόγιο έγραφε 16 Μαρτίου 1830 και η αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά, όπως διαβάζουμε στο This Day in Business History του Raymond Francis (McGraw Hill) βίωνε μία παρατεταμένη περίοδο ραστώνης και υποτονικών συναλλαγών, που είχε ξεκινήσει από το 1824. Εκείνη τη χρονιά ο συνολικός όγκος συναλλαγών ήταν μόλις 400.000 μετοχές.

Ευημερία και ακινησία

Η περίοδος οικονομικής ευημερίας που είχε αρχίσει στις ΗΠΑ ήδη από τη δεκαετία του 1820, ενισχύθηκε περαιτέρω στις αρχές της δεκαετίας του 1830.

Η μεταποίηση αναπτυσσόταν ταχύτατα, η παραγωγή βάμβακος πλησίαζε σε νέα επίπεδα ρεκόρ, τα ποσοστά της ανεργίας ήταν χαμηλά και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εμφάνιζε μεγάλα πλεονάσματα, καθώς ο τότε πρόεδρος Άντριου Τζάκσον ήταν αποφασισμένος να μειώσει το δημόσιο χρέος.

Η οικονομική ευημερία μεταφραζόταν σε μεγάλη σταθερότητα, σχεδόν ακινησία στη χρηματιστηριακή αγορά. Όσοι είχαν μετοχές τις διακρατούσαν. Δεν υπήρχαν μεγάλες ρευστοποιήσεις, αλλά και ούτε όρεξη για μεγάλες αγορές. Οι περισσότεροι αγόραζαν γη.

Διαβάστε ακόμη: Όταν η μεγαλύτερη χρηματιστηριακή φούσκα γέμισε αέρα

Η «φούσκα» της γης

Οι τράπεζες εκείνη την εποχή είχαν διπλασιαστεί σε σχέση με μία πενταετία νωρίτερα. Και είχαν ανοίξει τις στρόφιγγες των χορηγήσεων προς ιδιώτες και εταιρείες. Αρκετοί δανείζονταν χρήματα για να αγοράσουν γη από το κράτος.

Το 1832 η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πούλησε γη αθροστικής αξίας μόλις 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων. Λίγα χρόνια αργότερα, ωστόσο, το σκηνικό είχε αλλάξει άρδην. Το καλοκαίρι του 1836 πουλούσε γη αξίας 5 εκατ. δολαρίων μηνιαίως.

Αποφασισμένος να σταματήσει την κερδοσκοπία, ο Άντριου εξέδωσε διάταγμα, που απαιτούσε από τους ενδιαφερόμενους αγοραστές να πληρώνουν σε χρυσό ή ασήμι και όχι με τραπεζογραμμάτια. Ήξερε ότι είχε να κάνει με μία «φούσκα» και ήθελε να τη δει να σπάει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα.

Διαβάστε ακόμη: Μία περιουσία για μία τουλίπα – Πώς η πρώτη φούσκα της ιστορίας έφτασε στην Ολλανδία από την αυλή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή

Η αύξηση των επιτοκίων που άλλαξε τα πάντα

Η μεγάλη άνθιση της οικονομίας και οι βαρετές συναλλαγές στο χρηματιστήριο ήρθαν απότομα στο τέλος του 1837 με την απότομη αύξηση των επιτοκίων.

Καθώς το χρήμα έγινε πιο ακριβό, η οικονομία πάτησε φρένο, τα φορολογικά έσοδα του κράτους μειώθηκαν σημαντικά και η Wall Street βίωνε αναταράξεις και αιμορραγία. Ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε σημαντικά, αλλά οι τιμές των μετοχών ήταν σε πτώση.

Οι χρεοκοπίες πολιτειών και τραπεζών

Για την Πενσυλβάνια, αυτό ήταν μια καταστροφή, διαβάζουμε σε άρθρο του Barron’s για τα όσα συνέβαιναν εκείνη την εποχή. Η πολιτεία ήταν αντιμέτωπη με χρέος 20 εκατομμυρίων δολαρίων – ποσό τεράστιο για την εποχή. Πολύ σύντομα δεν μπορούσε καν να πληρώσει τους τόκους. Κήρυξε στάση πληρωμών, δηλαδή χρεοκόπησε.

Οι μεγάλες τράπεζες της Φιλαδέλφειας, που ήταν φορτωμένες με ομόλογα πολιτειών, καταστράφηκαν.

Και πώς η Wall Street έγινε… Wall Street

Η Πολιτεία της Νέας Υόρκης από την άλλη είχε μόνο 2 εκατομμύρια δολάρια σε ομολογιακό χρέος και εκπλήρωσε εύκολα τις υποχρεώσεις της. Ενώ πολλές αδύναμες τράπεζες και χρηματιστηριακές εταιρείες της Νέας Υόρκης κατέρρευσαν, οι ισχυρές πέρασαν την κρίση εν πολλοίς αλώβητες.

Η Νέα Υόρκη, που ήταν ήδη μπροστά από τη Φιλαδέλφεια σε συνολική χρηματοοικονομική δραστηριότητα στα μέσα της δεκαετίας του 1830 (το 1836 ήταν η χρονιά που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το “Wall Street” ως μετωνύμιο του “χρηματικού τόκου”), βγήκε αποφασιστικά μπροστά και δεν κοίταξε ποτέ πίσω.

Μέχρι την έξοδο από την ύφεση, το 1843, αυτή η λωρίδα μισού μιλίου στο κάτω Μανχάταν ήταν η μόνη σημαντική χρηματοπιστωτική αγορά στη χώρα. Η Wall Street είχε γίνει Wall Street.