Skip to main content

Δύο τραπεζικοί Γολιάθ ενώνουν δυνάμεις στο «μεγαλύτερο deal όλων των εποχών»

Χάρη σε αλλεπάλληλα «παράθυρα», που άνοιξαν στο ρυθμιστικό πλαίσιο για τον χρηματοπιστωτικό τομέα και έθεσαν τις βάσεις για την κρίση

Το ημερολόγιο γράφει 6 Απριλίου 1998 όταν ανακοινώνεται μία μέγα – συγχώνευση, την οποία στο πρωτοσέλιδό τους οι New York Times χαρακτήριζαν – χωρίς να υπερβάλλουν – ως «το μεγαλύτερο deal όλων των εποχών».

Η Citicorp και η Travelers Group έχουν συμφωνήσει να ενώσουν δυνάμεις και να δημιουργήσουν έναν κολοσσό 140 δισ. δολαρίων στη μεγαλύτερη συγχώνευση που είχε καταγραφεί έως τότε.

One stop shop σε 100 χώρες

H Citigroup, όπως ονομάστηκε ο νέος όμιλος δημιουργούσε τον μεγαλύτερο χρηματοοικονομικό όμιλο στον κόσμο με τραπεζικές, ασφαλιστικές και επενδυτικές εταιρείες και πάνω από 100 εκατομμύρια πελάτες σε 100 χώρες. Το ενεργητικό της άγγιζε τα 698 δισ. δολάρια, αλλά το μεγάλο ατού της το γεγονός ότι μπορούσε να προσφέρει στους πελάτες ένα one stop shop για παραδοσιακές τραπεζικές συναλλαγές (καταθέσεις, δάνεια), ασφαλιστικά συμβόλαια και πράξεις σε αγορές (εκδόσεις μετοχών, ομολόγων κτλ).

Η Travelers έδινε στους πελάτες λιανικής της Citicorp πρόσβαση σε αμοιβαία κεφάλαια και ασφάλειες, ενώ η Citicorp παρείχε τις δικές της τραπεζικές υπηρεσίες στην τεράστια βάση επενδυτών και ασφαλισμένων που ήταν πελάτες της Travelers.

Πώς το deal «ακύρωσε» την Πράξη Glass – Steagall

Η Citigroup λοιπόν είχε ισχυρότατη παρουσία σε κάθε γωνιά του χρηματοοικονομικού τομέα, από την έκδοση δανείων έως την έκδοση μετοχών. Και αυτό ήταν τουλάχιστον… προβληματικό.

Ο φόβος μία τέτοια απόλυτη κυριαρχία θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, πλήττοντας τους πελάτες, αλλά και πυροδοτώντας μεγάλη κρίση σε περίπτωση που τα προβλήματα του ενός τομέα δραστηριοποίησης διαχέονταν στους υπόλοιπους, είχε οδηγήσει το Κογκρέσο το 1933 στο να ψηφίσει την Πράξη Glass – Stegall.

Το νομοθετικό πλαίσιο εκείνο όριζε με σαφήνεια ότι οι δραστηριότητες παραδοσιακής τραπεζικής, ασφαλειών και επενδυτικής τραπεζικής έπρεπε να είναι διαχωρισμένες.

Αλλά από το 1933 έως το 1998 οι νομοθέτες είχαν φροντίσει να ανοίξουν τόσα πολλά παράθυρα στο πλαίσιο, που κατέστησε δυνατή μία συμφωνία, η οποία στην ουσία της «καταργούσε» τη Glass – Steagall.

Και γιατί αποδείχθηκε… Τιτανικός

Δέκα χρόνια αργότερα, το 2008, όταν ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τον ιό της Lehman Brothers να μεταδίδεται ταχύτατα σε κάθε γωνιά του χρηματοοικονομικού τομέα και του πλανήτη, κατέστη σαφές πόσο επικίνδυνη ήταν η δημιουργία τραπεζικών κολοσσών που έκαναν και ήλεγχαν τα πάντα.

O Mike Mayo, ένας από τους πιο φημισμένους τραπεζικούς αναλυτές της Wall Street, είχε γράψει ότι το deal εκείνο έθεσε τις βάσεις για την κρίση, που ήρθε 10 χρόνια αργότερα. Και 20 χρόνια αργότερα, το 2018, ο απολογισμός του ήταν απογοητευτικός. Η μετοχή της Citigroup παρουσίαζε στο διάστημα αυτό των δύο δεκαετιών απώλειες… 80%!

Όπως παρατήρησε και ο  Kai Ryssdal του Market Place, ίσως θα έπρεπε οι ειδικοί να έχουν δει τον «κακό οιωνό». Το 1998 ήταν η χρονιά που η ταινία «Τιτανικός» θριάμβευε στο  Box Office και στα Όσκαρ. Η πιο χαρακτηριστική ατάκα ήταν «I’m the king of the world!» και κάπως έτσι πρέπει να ένιωθε ο CEO της Citigroup όταν έγινε η συγχώνευση. Το τέλος όμως δεν ήταν αυτό που περίμενε.

Μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα stories, ΕΔΩ.