Η αμερικανική κυβέρνηση κατέθεσε φάκελο με τις θέσεις της για την εφαρμογή του μέτρου της προσωρινής απαγόρευσης εισόδου ταξιδιωτών από έξι χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία ενώπιον ακρόασης του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Η κατάθεση του φακέλου έγινε την Πέμπτη, ενώ η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ υποστήριξε το ευρύ πλαίσιο δικαιοδοσίας που έχει προκειμένου ν’ απαγορεύσει την είσοδο ξένων πολιτών σε αμερικανικό έδαφος.
Το αναθεωρημένο προεδρικό διάταγμα που έχει υπογράψει ο πρόεδρος Τραμπ απαγορεύει προσωρινά την είσοδο στις ΗΠΑ προσφύγων αλλά και πολιτών από έξι μουσουλμανικές χώρες, ενώ έχει υπογραφεί τον περασμένο Μάρτιο μετά την εγκατάλειψη του προηγούμενου προεδρικού διατάγματος, εξαιτίας των νομικών προκλήσεων που αντιμετώπιζε. Δύο ομοσπονδιακά δικαστήρια εμπόδισαν την εφαρμογή της δεύτερης αναθεωρημένης έκδοσης του διατάγματος, μέχρι την απόφαση που έλαβε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ τον Ιούνιο για την περιορισμένη εφαρμογή του.
Το ίδιο δικαστήριο δέχθηκε ν’ ακούσει προφορικά τα νομικά επιχειρήματα σχετικά με τη νομιμότητα της εφαρμογής των περιορισμών στις 10 Οκτωβρίου, αλλά και να ενημερωθεί για τη νομική στάση που θα τηρήσει η αμερικανική κυβέρνηση.
Η πολιτεία της Χαβάης, αλλά και οργανώσεις που υποστηρίζουν τους πρόσφυγες έχουν στραφεί κατά της εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος, υποστηρίζοντας ότι εδραιώνει διακρίσεις κατά των μουσουλμάνων. Οι επικριτές της εφαρμογής του διατάγματος επικαλούνται προεκλογικές δηλώσεις του Τραμπ αναφορικά «με την ολική απαγόρευση εισόδου των μουσουλμάνων στις ΗΠΑ».
Τα επιχειρήματα Τραμπ
Η κυβέρνηση, καταρτίζοντας τη νομική της επιχειρηματολογία κατά της απαγορευτικής απόφασης που έλαβε το 9ο Περιφερειακό Εφετείο των ΗΠΑ, υποστηρίζει ότι οι προεκλογικές δηλώσεις που έγιναν από τον Αμερικανό πρόεδρο, όταν αυτός ήταν απλός πολίτης, δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στο επίπεδο της λήψης δικαστικών αποφάσεων. Τονίζει δε ότι θα ήταν λάθος να ερευνώνται τα κίνητρα του κ. Τραμπ για αποφάσεις που λαμβάνει σχετικά με την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, καθώς μπορούν να οδηγήσουν σε απαράδεκτες κρίσεις «δικαστικής ψυχανάλυσης» του Αμερικανού προέδρου.
Ο Ντ. Τραμπ από την πλευρά του υποστηρίζει ότι το προεδρικό διάταγμα ήταν απαραίτητο για την επανεξέταση των διαδικασιών ελέγχου στις πύλες εισόδου των ΗΠΑ, προκειμένου να ληφθούν μέτρα αποτροπής ενδεχόμενων τρομοκρατικών επιθέσεων σε αμερικανικό έδαφος.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ τονίζει σθεναρά ότι το Κογκρέσο έχει δώσει ευρείες εξουσίες στον πρόεδρο Τραμπ για τον περιορισμό της εισόδου προσφύγων, αλλά και την απαγόρευση εισόδου ενός ξένου πολίτη ή μιας ομάδας ξένων πολιτών, στην περίπτωση που η είσοδος αυτή «θα μπορούσε να είναι καταστροφική για τα συμφέροντα των ΗΠΑ».
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάσισε ότι τμήματα του αναθεωρημένου προεδρικού διατάγματος μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή (29 Ιουνίου) ώστε οι πολίτες του Ιράν, της Λιβύης, της Σομαλίας, του Σουδάν, της Συρίας και της Υεμένης με «στενή οικογενειακή σχέση» με Αμερικάνο πολίτη ή φορέα δε θα υπάγονται στην απαγόρευση.
Ωστόσο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ενέταξε τους παππούδες κι άλλα μέλη της οικογένειας στην εφαρμογή της απαγόρευσης εισόδου, προκαλώντας ακόμη έναν γύρο νομικών αντιπαραθέσεων.
Το ανώτατο δικαστήριο – ενώ συνεχίζονται οι δικαστικές διαδικασίες σχετικά με την εφαρμογή του αναθεωρημένου προεδρικού διατάγματος στα δικαστήρια κατώτερου βαθμού – αποφάσισε ότι οι παππούδες, τα εγγόνια, οι θείοι, οι θείες, οι ξαδέρφες, οι ανιψιές, οι ανιψιοί, τα ξαδέρφια και τα αδέρφια πολιτών από τις έξι μουσουλμανικές χώρες θα μπορούν να εισέρχονται στις ΗΠΑ. Από την άλλη μεριά, δεν επιτρέπεται η είσοδος σε αμερικανικό έδαφος προσφύγων που έχουν σχέσεις με φορείς προσφυγικής επαναγκατάστασης.