Στο Ισραήλ, οκτώ κόμματα συμμαχούν με έναν κοινό στόχο: την απομάκρυνση του πρωθυπουργού Νετανιάχου. Μπορούν όμως να διαμορφώσουν κοινό πολιτικό πρόγραμμα;
Δώδεκα χρόνια άντεξε ο Μπενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία. Τέσσερις φορές προσήλθαν στις κάλπες οι Ισραηλινοί τα τελευταία δύο χρόνια. Το απρόσμενο συνέβη τελικά το βράδυ της Τετάρτης στην Κνεσέτ, τη Βουλή του Ισραήλ: σε ένα κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο, οκτώ διαφορετικές και μάλλον ετερόκλιτες πολιτικές δυνάμεις συγκέντρωσαν οριακή πλειοψηφία (61 έδρες επί συνόλου 120) για τον σχηματισμό μίας νέας κυβέρνησης χωρίς τον βετεράνο Νετανιάχου.
Πρωταγωνιστής της «νέας εποχής» είναι ο 57χρονος Γιαΐρ Λαπίντ, πρώην τηλεοπτικός αστέρας και νυν επικεφαλής του κόμματος «Γιες Ατίντ». Είναι εκείνος που είχε λάβει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον πρόεδρο του Ισραήλ Ρέουβεν Ρίβλιν. Αν και ιδρύθηκε μόλις το 2012, το κόμμα του είναι η δεύτερη ισχυρότερη δύναμη στην Κνεσέτ με 17 έδρες. Ανήκει στον χώρο του Κέντρου και εκπροσωπεί τη μεσαία τάξη, μακριά από θρησκευτικές ακρότητες.
«Δώδεκα χρόνια πολιτικής παράλυσης είναι αρκετά» λέει ο ίδιος. Όσο για το πολιτικό του πρόγραμμα: ο Λαπίντ τάσσεται υπέρ της λύσης των δύο κρατών για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, αλλά παράλληλα θέλει να διατηρήσει τους παράνομους – σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη – εβραϊκούς οικισμούς στην Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη. Δηλώνει πολέμιος της διαφθοράς και γι αυτό έχει έρθει επανειλημμένα σε αντιπαράθεση με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου. Προκρίνει μία φιλελεύθερη οικονομική πολιτική, κάτι που δεν συνάδει με τα προνόμια που έχει διασφαλίσει η κοινότητα των υπερορθόδοξων Εβραίων.
Ο «σκληρός» Ναφτάλι Μπένετ
Θεωρείται ο πιο «δύσκολος» εταίρος του νέου κυβερνητικού συνασπισμού, αλλά έχει το προνόμιο να γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός. Αυτό είναι το αντίτιμο που αναγκάστηκε να καταβάλει ο Γιαΐρ Λαπίντ, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συναίνεση του ακροδεξιού κόμματος «Γιαμίνα». Η συμφωνία προβλέπει ότι ο ηγέτης του κόμματος Ναφτάλι Μπένετ θα γίνει πρωθυπουργός στην πρώτη κυβέρνηση χωρίς Νετανιάχου τα τελευταία 12 χρόνια, αλλά στο ήμισυ της κοινοβουλευτικής περιόδου θα μετακινηθεί στο υπουργείο Εξωτερικών, για να αναλάβει την πρωθυπουργία ο Λαπίντ, εάν βεβαίως αντέξει μέχρι το 2023 ο νέος πολυκομματικός συνασπισμός.
Ο Ναφτάλι Μπένετ θεωρείται φίλα προσκείμενος σε εθνικιστικούς και ακραίους θρησκευτικούς κύκλους. Είναι ο πιο ένθερμος υποστηρικτής των Εβραίων εποίκων, δηλώνει αντίθετος στη λύση των δύο κρατών και μάλλον επιθυμεί να προσαρτήσει μεγάλα τμήματα της Δυτικής Όχθης, παραχωρώντας ταυτόχρονα τη Λωρίδα της Γάζας στην Αίγυπτο. Είχε γίνει ευρύτερα γνωστός ως επιτυχημένος επιχειρηματίας και άλλοτε συνεργάτης του απερχόμενου πρωθυπουργού Νετανιάχου. Με τον Λαπίντ συμπίπτουν στην οικονομική πολιτική, αλλά μάλλον διαφωνούν στην πολιτική απέναντι στους υπερορθόδοξους.
Ο αντιστράτηγος και η φεμινίστρια
Η σταδιοδρομία στον ισραηλινό στρατό είναι το κοινό σημείο ανάμεσα στον Ναφτάλι Μπένετ και τον Μπένι Γκαντς, πρόεδρο του κόμματος Καχόλ Λαβάν («Μπλε-Λευκό») με 8 έδρες και απερχόμενο υπουργό Άμυνας. Στον πόλεμο της Γάζας το 2014 και άλλες ένοπλες συγκρούσεις, ο Γκαντς, που έχει βαθμό αντιστράτηγου, είχε αναλάβει τη διοίκηση του ισραηλινού γενικού επιτελείου. Μετά τις εκλογές του 2020 προχώρησε με τον Νετανιάχου σε μία συμφωνία ανάλογη με αυτή που συνάπτουν σήμερα οι Λαπίντ και Μπένετ.
Είχε συμφωνήσει δηλαδή ότι ο Νετανιάχου αναλαμβάνει πρωθυπουργός για δύο χρόνια και στη συνέχεια θα τον διαδεχόταν ο Γκαντς. Όμως ο Νετανιάχου δεν τήρησε τη συμφωνία. Στο παλαιστινιακό ζήτημα ο Γκαντς δεν έχει διατυπώσει ξεκάθαρη θέση, καθώς λέει ότι «θέλει να διαπραγματευθεί», αλλά αποφεύγει να δεσμευθεί στη λύση των δύο κρατών, ενώ παράλληλα υποστηρίζει την προσάρτηση κατεχόμενων εδαφών και επικροτεί την επέκταση των εβραϊκών οικισμών.
Επτά έδρες διαθέτει στη Βουλή ο αποκαλούμενος «Ρώσος» Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, πρόεδρος του κόμματος Ισραέλ Μπεϊτενού («Το σπίτι μας, το Ισραήλ») και πρώην υπουργός Εξωτερικών. Στα 62 του χρόνια παραμένει «ιέραξ» στο παλαιστινιακό ζήτημα, καθώς στηρίζει μεν τη λύση των δύο κρατών, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι Παλαιστίνιοι που ζουν σήμερα στο Ισραήλ θα μεταφερθούν στα κατεχόμενα αραβικά εδάφη, αφού προηγουμένως τους αφαιρεθεί το ισραηλινό διαβατήριο. Πάντως δηλώνει αντίθετος στην αυξανόμενη επιρροή των υπερορθόδοξων.
Κατά της λύσης των δύο κρατών τάσσεται και ένας ακόμη εταίρος του νέου κυβερνητικού συνασπισμού, ο Γκιντεόν Σάαρ. Για πολλά χρόνια στεκόταν στο πλευρό του Νετανιάχου, αλλά όταν το 2019 ο απερχόμενος πρωθυπουργός βρέθηκε αντιμέτωπος με κατηγορίες περί διαφθοράς, ο Σάαρ άλλαξε πολιτική. Αρχικά διεκδίκησε την αρχηγία του κυβερνώντος κόμματος Λικούντ, αλλά έχασε από τον Νετανιάχου. Στα τέλη του 2020 αποχώρησε από το Λικούντ, ίδρυσε το συντηρητικό κόμμα «Νέα Ελπίδα» και κατέκτησε 6 έδρες στις τελευταίες εκλογές.
Χαρισματική, φεμινίστρια, υπέρμαχος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας είναι η Μεράβ Μιχαελί. Είναι όμως και κάτι παραπάνω: επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος (Awoda), το οποίο για δεκαετίες διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στην ισραηλινή πολιτική, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει περάσει στην αφάνεια, ενώ σήμερα διαθέτει μόλις επτά έδρες. Η Μιχαελί προτάσσει ένα αριστερό προφίλ και εστιάζει κυρίως στην κοινωνική πολιτική, ζητώντας μισθολογικές αυξήσεις και παρεμβάσεις στην αγορά κατοικίας. Στο Παλαιστινιακό υπόσχεται «διαπραγματεύσεις με ρεαλιστικούς στόχους», αλλά και «ισότητα για όλους».
Μόνο που η Μιχαελί έχει έναν ισχυρό αντίπαλο στον αριστερό χώρο, τον Νιτσάν Χόροβιτς, επικεφαλής του κόμματος Meretz με έξι έδρες. Ήταν το πρώτο κόμμα στην ιστορία του Ισραήλ που αποδέχθηκε την ιδέα ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, ενώ συνεχίζει να στηρίζει το αίτημα για την αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη. Ο ίδιος ο Χόροβιτς είναι ο πρώτος αρχηγός κόμματος στο Ισραήλ που δηλώνει ανοιχτά ομοφυλόφιλος και υποστηρίζει τον «γάμο για όλους». Παράλληλα υποστηρίζει τη νομιμοποίηση της ινδικής κάναβης.
Μανσούρ Αμπάς, ο μπαλαντέρ
Όσο διαφορετικοί και αν ήταν όλοι οι προαναφερθέντες, δεν κατάφεραν παρά να συγκεντρώσουν από κοινού 58 ψήφους επί συνόλου 120 στη Βουλή. Έλειπαν δηλαδή τουλάχιστον τρεις ψήφοι, οι οποίες εξασφαλίστηκαν την τελευταία στιγμή από έναν …Άραβα ισλαμιστή, τον Μανσούρ Αμπάς. Το κόμμα του «Ράαμ» διαθέτει 4 έδρες στη Βουλή και εκπροσωπεί Παλαιστίνιους στην καταγωγή, αλλά Ισραηλινούς στην υπηκοότητα ψηφοφόρους. Επί μακρόν ο Ναφτάλι Μπένετ απέκλειε μία συμμαχία μαζί του, φαίνεται όμως ότι άλλαξε γνώμη.
Αλλά και ο Μανσούρ Αμπάς χρειάστηκε να κάνει μία υπέρβαση για να βρεθεί στην ίδια κυβέρνηση με τον πιο ακραιφνή υποστηρικτή του εβραϊκού εποικισμού. Εκτός αν προκύψουν απρόοπτες εξελίξεις, μέσα στο Σαββατοκύριακο, που θα τον κάνουν να αλλάξει γνώμη. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά: τον Απρίλιο ο επικεφαλής του κόμματος «Ράαμ» έλεγε ότι «θα μπορούσε να φανταστεί» μία σύμπραξη με την κυβέρνηση Νετανιάχου.