Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Στα επώδυνα χρόνια της κρίσης χρέους τα κράτη του Νότου και όχι μόνο διαμαρτύρονταν για τη «γερμανική Ευρώπη», για την «ηγεμονία» της Γερμανίας, για μία ένωση στην οποία την κατεύθυνση όριζε ως επικεφαλής της ισχυρότερης οικονομίας και «ταμίας» του μπλοκ η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ. Οι καταστάσεις ήταν στην πραγματικότητα πιο περίπλοκες και τα όσα λάθη ή σωστά έγιναν, τα πολύ αργά αντανακλαστικά ή οι βιαστικές λύσεις δεν ήταν ποτέ αποκλειστικό αποτέλεσμα μίας γερμανικής εμμονής ή επιμονής. Ακόμη και έτσι όμως τα περισσότερα χρεώνονταν ή πιστώνονταν σε Βερολίνο (και δευτερευόντως σε Φραγκφούρτη).
Όταν λίγα χρόνια αργότερα ήρθε μία νέα μεγάλη πρόκληση για την Ευρώπη, η προσφυγική κρίση (φέρνοντας μαζί της μία υπαρξιακή κρίση και κρίση ταυτότητας) τότε ακόμη και άλλοτε σφοδροί επικριτές της καγκελαρίου σχολίαζαν πως η ένωση είχε ανάγκη περισσότερες ηγετικές φυσιογνωμίες τύπου Μέρκελ. Σήμερα η καγκελάριος κοντά στην αυλαία της πολιτικής της καριέρας (εκτός και εάν μας κρύβει εκπλήξεις) καλείται ακόμη μία φορά να ηγηθεί, να αντιμετωπίσει μία άνευ προηγουμένου υγειονομική και κοινωνικο-οικονομική πρόκληση και τη βαθύτερη ύφεση για το μπλοκ από τις μαύρες ημέρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Γερμανία αναλαμβάνει τα ηνία της Ε.Ε., δηλαδή την κυλιόμενη προεδρία, σε μία εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο και τα όσα θα καταφέρει ή θα αποτύχει να προωθήσει θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την εικόνα που θα έχουν οι Ευρωπαίοι για την «κληρονομιά» της Μέρκελ, αλλά και το μέλλον της κοινότητας.
Είναι η τελευταία ευκαιρία της Μέρκελ να αφήσει το αποτύπωμά της μεταξύ των μεγάλων ηγετών της ηπείρου, σχολίαζε το Der Spiegel προ ημερών. Eίναι ίσως και η τελευταία ευκαιρία της Γερμανίας να δείξει ότι μέσω της ηγεσίας της μπορεί να τονώσει την ενότητα, να κάνει ένα βήμα ακόμη προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης, να απαλύνει αντί να καταστήσει βαθύτερο το διπλό ρήγμα που απειλεί την ακεραιότητα της Ε.Ε.: Βορρά- Νότου και Ανατολικού- Δυτικού μπλοκ.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις φαίνεται να έχουν αλλάξει την καγκελάριο και το Βερολίνο. Αφήνει πίσω του την τακτική της στάσης αναμονής, των ημίμετρων και της λογικής του «όλα τα λύνει η πειθαρχία» και υπογραμμίζει την ανάγκη για δραστικά μέτρα τώρα.
Η Γερμανία στηρίζει το φιλόδοξο σχέδιο της Κομισιόν για ένα Ταμείο ύψους 750 δισ. ευρώ, το οποίο προβλέποντας και απευθείας επιχορηγήσεις στα κράτη- μέλη, προσφέρει στην Ε.Ε. την ευκαιρία για ένα άλμα προς την κατεύθυνση της δημοσιονομικής ολοκλήρωσης. Στο πλευρό της έχει και τη Γαλλία και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Όπως παραδέχθηκε και η ίδια η Άγκελα Μέρκελ, όταν Γερμανία και Γαλλία συμφωνούν, δεν συμφωνεί πάντα και οι υπόλοιποι στην η E.E. Αλλά όταν η Γερμανία και η Γαλλία δεν συμφωνούν, δεν μπορεί να υπάρξει καμία συμφωνία. Με τις δύο χώρες σε κοινή γραμμή μπορούμε πιο εύκολα να ελπίζουμε όχι μόνο για την ουσιαστική στήριξη των οικονομιών που γονάτισε η πανδημία, αλλά και για ενιαία αντιμετώπιση των άλλων μεγάλων προκλήσεων- από τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και την Κίνα έως τις διαπραγματεύσεις για το οριστικό Brexit και την υλοποίηση της Πράσινης Συμφωνίας.
Ας θυμηθούμε σε αυτό το σημείο πως αρκετές από τις μεγάλες αποφάσεις για τη δημιουργία και την εξέλιξη της Ένωσης ήταν μία γαλλική ιδέα, μία γαλλική «απάντηση» στο … γερμανικό πρόβλημα.Πώς θα δεθεί η Γερμανία στο ευρωπαϊκό άρμα ύστερα από δύο αιματηρούς Παγκόσμιους Πολέμους; Αυτό απασχολούσε τους Γάλλους το 1950 και το έλυσαν με τη διακήρυξη Σουμάν. Αρκετές δεκαετίες αργότερα, καθώς το τείχος του Βερολίνου έπεφτε, η ανησυχία ήταν λίγο διαφορετική. Πώς θα κρατήσουμε δεμένη την επανενωμένη, πανίσχυρη Γερμανία στο ευρωπαϊκό άρμα; Η γαλλική απάντηση ήταν το κοινό νόμισμα, το ευρώ.
Τώρα θέλουμε από τη Γερμανία ευρωπαϊκές λύσεις, δυναμικές προτάσεις και δράσεις, στα κοινά προβλήματα. Εάν δεν έρθουν, είναι έτοιμος να δηλώσει την δική του παρουσία, πιο δυναμικά από ποτέ, ο ευρωσκεπτικισμός.