Χωρίς… αντιπολίτευση πέρασε κατ΄ αρχήν από τη Βουλή των Σκοπίων η συμφωνία των Πρεσπών για την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας. Ωστόσο η κοινωνία της γειτονικής χώρας παραμένει βαθιά διχασμένη.
Περίπου 50 διαδηλωτές είχαν συγκεντρωθεί το βράδυ της Τρίτης μπροστά από τα κεντρικά γραφεία του αντιπολιτευόμενου κόμματος VMRO-DPMNE, θέλοντας να διαδηλώσουν την αγανάκτησή τους για τη συμφωνία με την Ελλάδα. Αλλά ο πρόεδρος του κόμματος, Χρίστιαν Μίτσκοσκι, θέλησε να μετριάσει το μένος τους, λέγοντας ότι το VMRO-DPMNE παραμένει μεν αντίθετο στη συμφωνία, αλλά θα εκφράσει την αντίθεσή του στο Κοινοβούλιο και όχι στους δρόμους. Ήταν μία δήλωση ενδεικτική για την περίπλοκη κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης: επισήμως απορρίπτει την ιστορική συμφωνία με την Ελλάδα, αλλά την ίδια στιγμή δεν θέλει να προβάλλεται ως κύριος υποκινητής των αντιδράσεων, που συνεχίζονται σε καθημερινή βάση στα Σκόπια.
Την Τρίτη το VMRO-DPMNE αποφάσισε να αποχωρήσει από τη σχετική συζήτηση στη Βουλή, με αποτέλεσμα μάλλον να διευκολύνει την κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ, η οποία με συνοπτικές διαδικασίες πέρασε τη συμφωνία των Πρεσπών αρχικά από την αρμόδια επιτροπή, την Τρίτη, και στη συνέχεια από την Ολομέλεια, την Τετάρτη. Η κυβέρνηση Ζάεφ έκρινε ότι η συμφωνία με την Ελλάδα είναι «νομοθεσία ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος» και επομένως, σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας, μπορεί να περάσει από τη Βουλή με τη διαδικασία του επείγοντος. Είναι προφανής ο λόγος για τον οποίο βιαζόταν ο Ζάεφ: ευελπιστεί ότι, από τη στιγμή που ενέκρινε χωρίς καθυστέρηση την ιστορική συμφωνία με την Ελλάδα, θα λάβει από τους ευρωπαίους ηγέτες στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής την πολυπόθητη ημερομηνία για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ.
Προτροπές και… δακρυγόνα
«Έχουμε μόλις λίγες μέρες στη διάθεσή μας» προειδοποιούσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ. «Την άλλη εβδομάδα έχουμε το συμβούλιο υπουργών της ΕΕ στο Λουξεμβούργο και αν θέλουμε να προλάβουμε το τρένο της Ευρώπης πρέπει να ενημερώσουμε την Ελλάδα εγκαίρως ότι υιοθετούμε τη συμφωνία». Παράλληλα με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, την Τετάρτη συνεχίστηκαν και οι κινητοποιήσεις στους δρόμους των Σκοπίων. Η αστυνομία έκανε χρήση δακρυγόνων όταν μερικοί από τους διαδηλωτές επιχείρησαν να εισβάλουν στη Βουλή. Η κοινωνία της γειτονικής χώρας παραμένει βαθιά διχασμένη στο ζήτημα της συμφωνίας. Η βασική επιχειρηματολογία της κυβέρνησης Ζάεφ είναι ότι η συμφωνία αναγνωρίζει μία μακεδονική ταυτότητα και μία μακεδονική γλώσσα. Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την αποδοχή της συμφωνίας παραμένει η στάση του προέδρου Γκιόργκι Ιβάνοφ. Ακόμη και την Τρίτη το βράδυ ο ίδιος επέμενε ότι δεν πρόκειται να υπογράψει τη συμφωνία, διότι τη θεωρεί «επιβλαβή για τα μακεδονικά εθνικά συμφέροντα».
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ δεν διστάζει να επιβεβαιώσει ότι υπάρχουν σχέδια για νομική προσφυγή εναντίον του προέδρου από τον ίδιο και τους συμμάχους του, παρ΄ ότι δεν διαθέτουν την απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για κάτι τέτοιο. Από την πλευρά του ο Μάρκο Τροσανόφσκι, αναλυτής στο «Ινστιτούτο Δημοκρατίας» των Σκοπίων, μιλώντας στην Deutsche Welle, διατυπώνει την εξής άποψη: «Η συμφωνία με την Ελλάδα δεν είναι ισορροπημένη και δεν δικαιολογείται, αλλά είναι ένας ρεαλιστικός συμβιβασμός. Μπορούμε να αναπολούμε τις καλύτερες θέσεις που είχαμε στο παρελθόν, αν τις είχαμε ποτέ. Αλλά είναι γεγονός ότι εκείνες οι θέσεις ουδέποτε αποτυπώθηκαν σε συμφωνία, κατά συνέπεια δεν ήταν ρεαλιστικές».
Ο μακρύς δρόμος για την οριστική υλοποίηση
Η αποδοχή της συμφωνίας από τη Βουλή των Σκοπίων αποτελεί μόνο ένα πρώτο βήμα για την τελική υλοποίησή της. Η κυβέρνηση Ζάεφ θα προκηρύξει δημοψήφισμα για τα τέλη Σεπτεμβρίου ή τις αρχές Οκτωβρίου, ώστε ο λαός να έχει τον τελευταίο λόγο. Ακόμη και μετά την αποδοχή της συμφωνίας στο δημοψήφισμα, η Βουλή θα πρέπει να εγκρίνει εκ νέου, και μάλιστα με πλειοψηφία 2/3, τις απαραίτητες συνταγματικές αλλαγές. Αλλά από τη στιγμή που η κυβέρνηση Ζάεφ δεν διαθέτει τόσο ευρεία πλειοψηφία, θα ήταν απαραίτητη η σύμπραξη του αντιπολιτευόμενου VMRO-DPMNE.
Ο Τροσανόφσκι υποστηρίζει ότι υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις για τους ψηφοφόρους: «Μπορούμε να απορρίψουμε τη συμφωνία στηρίζοντας το στάτους κβο και συνεχίζοντας τη μάχη για την αυτοδιάθεση, θα ήταν δικαιολογημένο αυτό, όπως θα ήταν και η διεκδίκηση για την ιστορική κληρονομιά των προγόνων μας. Ή μπορούμε να στηρίξουμε τη συμφωνία, πληρώνοντας το τίμημα, αλλά και αποδεχόμενοι τις προοπτικές που διανοίγονται. Προοπτικές που εγγυώνται τις βασικές παραμέτρους της ταυτότητάς μας: ότι είμαστε Μακεδόνες που ομιλούν τη μακεδονική γλώσσα και ζουν στο κράτος της Βόρειας Μακεδονίας».