του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Μια διαφορά δύο δισ. ευρώ κατ’ έτος σε μόνιμα διαρθρωτικά μέτρα και 45 λεπτά συνάντησης με τους εκπροσώπους των θεσμών χθες το απόγευμα στις Βρυξέλλες προκάλεσαν την αποχώρηση της ελληνικής αντιπροσωπείας και την επιστροφή της στην Ελλάδα.
Μετά την εξέλιξη αυτή η Αθήνα βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο ενδεχόμενα:
- α) να αναληφθεί, ακόμη και σήμερα, μια πολιτική πρωτοβουλία σε ανώτατο ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να «ξεμπλοκάρει η όλη διαδικασία.
- β) την ερχόμενη Πέμπτη στο Eurogroup στο Λουξεμβούργο ο κ. Βαρουφάκης να βιώσει ένα «déjà vu» της συνόδου στη Ρήγα της Λετονίας, όπου είχε βρεθεί απομονωμένος εν μέσω ισχυρών πιέσεων, με κίνδυνο μάλιστα αυτή τη φορά στο τραπέζι να υπάρχει εν είδει τελεσιγράφου και η πρόταση των θεσμών.
Κυβερνητικές πηγές πάντως ξεκαθάριζαν χθες το βράδυ ότι δεν θα δεχτούν «ποτέ καμία μείωση σε συντάξεις και μισθούς ή αυξήσεις, μέσω του ΦΠΑ, σε προϊόντα πρώτης ανάγκης, όπως για παράδειγμα το ηλεκτρικό ρεύμα».
Η Κομισιόν από την πλευρά της, δια του προέδρου Γιούνκερ, επιμένει ότι «με την ενίσχυση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών από την ελληνική πλευρά και την πολιτική βούληση από όλες τις πλευρές, η λύση μπορεί ακόμα να βρεθεί πριν από το τέλος του μήνα» και «πετούν το μπαλάκι» στο Eurogroup.
Η καγκελαρία διά του αντιπροέδρου Ζ. Γκάμπριελ άφησε ευθέως να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να δεχθεί αντί για τις νέες περικοπές στις συντάξεις να υπάρξει αντίστοιχη περικοπή στις εξοπλιστικές δαπάνες.
Από την πλευρά του ΔΝΤ ο επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Ολιβιέ Μπλανσάρ, γράφει σε άρθρο του στο blog iMFdirect ότι η ελληνική πλευρά πρέπει να λάβει «δύσκολες» αποφάσεις και οι Ευρωπαίοι να προχωρήσουν σε μια απομείωση του ελληνικού χρέους. Εξέλιξη που θεωρεί εκ των ων ουκ άνευ μετά τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Ο τρίτος «παίκτης» στο ελληνικό δράμα, η ΕΚΤ κατά την πάγια τακτική του, θα «ανοίξει» τα χαρτιά του μεθαύριο Τετάρτη στην εβδομαδιαία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της κεντρικής τράπεζας. Παρέμβαση που αναμένεται να αποδειχθεί καθοριστική σε περίπτωση που προχωρήσει σε «κούρεμα» των εγγυήσεων.
Στην παρούσα φάση οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης, λέει η Αθήνα, «καλύπτουν πλήρως το δημοσιονομικό κενό όπως το προσδιορίζουν οι εκπρόσωποι των θεσμών». Προτάσεις όμως που δεν θεωρούνται αξιόπιστες από τους θεσμούς, οι οποίοι επιμένουν πως η κάλυψη του κενού πρέπει να γίνει αποκλειστικά με περικοπές συντάξεων κατά 1% του ΑΕΠ και από αύξηση του ΦΠΑ επίσης κατά 1% του ΑΕΠ.
Τα περιθώρια για νέες υποχωρήσεις, παραδέχεται κυβερνητικό στέλεχος, «είναι εξαιρετικά περιορισμένα». Και η κυβέρνηση βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο. Μια ρήξη θα την φέρει αντιμέτωπη με το σύνολο της αντιπολίτευσης και την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας που τάσσεται υπέρ της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας και της παραμονής στο ευρώ. Ένα «ναι» στις προτάσεις των δανειστών θα την έφερνε αντιμέτωπη με την εσωκομματική αντιπολίτευση αλλά και με τις προεκλογικές της εξαγγελίες κάτι που θα προκαλούσε ακόμη και την απώλεια της δεδηλωμένης στην ψηφοφορία στη Βουλή. Οι εκλογές θα μπορούσαν να είναι μία λύση, όμως πολιτικός χρόνος δεν υπάρχει διότι στις 30 Ιουνίου θα πρέπει να πληρωθεί το ΔΝΤ και το ενδεχόμενο χρεοκοπίας φαντάζει εξαιρετικά πιθανό.