«Αν της χρωστάς δισεκατομμύρια δολάρια, τότε πρέπει να είσαι ευγενικός μαζί της». Η ατάκα του James Kynge, παρατηρητή της Κίνας στο think tank Chatham House, είναι ενδεικτική της ολοένα και αυξανόμενης δύναμης του Πεκίνου να πιέζει τις παγκόσμιες οικονομίες προς όφελός της. Ο Kynge αποκαλεί τις πρακτικές της Κίνας «μόχλευση». Πού όμως «μπορεί να μετατραπεί σε εξαναγκασμό».
Η τελευταία επίδειξη δύναμης, έγινε με μία -αρχικά- διακριτική ανακοίνωση του κινεζικού υπουργείου εμπορίου, την περασμένη εβδομάδα σχετικά με τους νέους κανονισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών.
Το Πεκίνο εκχώρησε στον εαυτό του την εξουσία να υπαγορεύει σε πολλές εταιρείες, με έδρα οπουδήποτε στον κόσμο, τι να κάνουν με βασικά προϊόντα που περιέχουν σπάνιες γαίες ή υλικά μπαταριών που προέρχονται από την Κίνα, σημειώνει η Telegraph. Οι εκτεταμένες δικαιοδοσίες της Κίνας επηρεάζουν τα πάντα, από τα αυτοκίνητα έως τα ηλιακά πάνελ και τους πυραύλους. Και σχεδόν όλες οι εταιρείες που επηρεάζονται δεν έχουν άλλη επιλογή.
«Πρόκειται για μια ριζική αλλαγή στην επιρροή της Κίνας και στην ικανότητά της να εξαναγκάζει όχι μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και κάθε άλλη χώρα της Δύσης, αν το επιλέξει. Τα στοιχεία του παρελθόντος υποδηλώνουν ότι το Πεκίνο μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιήσει αυτή την επιρροή», λέει ο Kynge.
Η χρήση οικονομικών όπλων από την Κίνα
Εδώ και χρόνια, το Πεκίνο έχει αναπτύξει ένα οικονομικό οπλοστάσιο. Τα κινεζικά προϊόντα μπορούν είτε να απαγορευτούν σε μια χώρα είτε να κατακλύσουν την αγορά της. Οι εξαγωγές προς την Κίνα μπορεί να μπλοκαριστούν. Ο μεγαλύτερος πιστωτής στον κόσμο μπορεί να παίζει με την αγορά ομολόγων μιας χρεωμένης κυβέρνησης ή να απαιτήσει την αποπληρωμή των δανείων της.
Κατά καιρούς, έχει στρέψει αυτή την δύναμη πυρός εναντίον χωρών που θεωρεί παραβατικές. Χώρες όπως η Ιαπωνία, η Νορβηγία, η Λιθουανία και η Αυστραλία έχουν ήδη υποστεί τις συνέπειες.
Τώρα, δείχνει στον κόσμο πόσο μακριά είναι διατεθειμένη να φτάσει.
Στις ΗΠΑ, η αντίδραση του Τραμπ κυμάνθηκε μεταξύ μαστίγιου και καρότου. Μετά την απόφαση για τις σπάνιες γαίες, υποσχέθηκε την επιβολή τεράστιων δασμών, για να κάνει πίσω δύο ημέρες αργότερα. Την Τρίτη, επανήλθε στο πεδίο της μάχης: το σιωπηλό μποϊκοτάζ της Κίνας κατά της αμερικανικής σόγιας ήταν «μια οικονομικά εχθρική πράξη» που απαιτούσε «αντίποινα», όπως δήλωσε στους οπαδούς του στο Truth Social.
Το Πεκίνο χαρακτήρισε το τελευταίο μέτρο για τις σπάνιες γαίες ως αντίποινα και όχι ως κλιμάκωση.
Ωστόσο, ο Σι έχει αφιερώσει ολόκληρη την προεδρία του στην προετοιμασία αυτής της στιγμής. Τα οικονομικά όπλα ήταν πάντα μέρος του οπλοστασίου του.
Το πιο γνωστό «όπλο» είναι η Πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος» (BRI), ένα πρόγραμμα δανείων, επιχορηγήσεων και επενδύσεων ύψους 1,3 τρισ. δολαρίων (970 δισ. λιρών) που χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής σε 150 χώρες παγκοσμίως.
Το πρόγραμμα δημιουργεί ευκαιρίες για κινεζικές επενδύσεις και συμβάσεις για τις εταιρείες της. Παράλληλα «δένει» τις οικονομίες στους κινεζικούς εμπορικούς και μεταφορικούς διαύλους. Και σγοράζει επιρροή σε κυβερνήσεις.
Το πρώτο εξάμηνο του 2025 ήταν το πιο ισχυρό για το BRI, μέχρι τώρα: σύμφωνα με έκθεση του Πανεπιστημίου Griffith της Αυστραλίας και του Κέντρου για την Πράσινη Χρηματοδότηση και Ανάπτυξη της Κίνας, ανατέθηκαν συμβάσεις κατασκευής αξίας 66 δισ. δολαρίων και πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις αξίας 57 δισ. δολαρίων. Καταγράφηκαν ρεκόρ δαπανών στους τομείς της ενέργειας, των μετάλλων, των ορυχείων και της τεχνολογίας.
Η BRI έχει βοηθήσει την Κίνα να γίνει ο μεγαλύτερος δανειστής των αναπτυσσόμενων χωρών στον κόσμο. Το συνολικό ποσό υπερβαίνει πλέον το σύνολο των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Κλαμπ του Παρισιού, που αποτελείται από 22 μεγάλες πιστώτριες χώρες.
Στις περιπτώσεις που τα έργα χρηματοδοτούνται με δανεισμό, οι Κινέζοι πιστωτές συχνά απαιτούν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία ως εγγύηση.
Το Stimson Centre έχει υποστηρίξει ότι η BRI μπορεί να έχει συμβάλει στην αποτροπή ορισμένων αναπτυσσόμενων χωρών από το να αναγνωρίσουν διπλωματικά την Ταϊβάν.
Το δεύτερο εργαλείο στο οπλοστάσιο του Σι είναι τα μονοπώλια που έχει οικοδομήσει για αγαθά που είναι απαραίτητα για την παγκόσμια οικονομία. Τα ορυχεία της χώρας παράγουν το 61% των σπάνιων γαιών στον κόσμο, ενώ τα διυλιστήρια και οι κατασκευαστές της επεξεργάζονται το 92% της παγκόσμιας προσφοράς.
Η Κίνα κατέχει επίσης κυρίαρχη θέση στην κατασκευή μπαταριών, ηλιακών πάνελ και ανεμογεννητριών, γεγονός που της δίνει τη δύναμη να ελέγχει τις τιμές, την κερδοφορία και τη δυνατότητα πρόσβασης στις αγορές σε όλο τον κόσμο.
Παράλληλα μπορεί να πλημμυρίσει τις διεθνείς αγορές με προϊόντα που επιδοτούνται σε μεγάλο βαθμό, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα και οι ηλιακοί συλλέκτες. Για την Ευρώπη, αυτό αποτελεί ιδιαίτερο λόγο ανησυχίας», λέει ο Ίνκστερ.
Το Πεκίνο συμπληρώνει την επιρροή με το τρίτο όπλο: τις στρατηγικές επενδύσεις, οι οποίες ανταμείβουν φιλικές χώρες όπως η Ουγγαρία και η Ισπανία, ενώ αποκλείουν τους «παραβάτες».
Τα τελευταία δύο χρόνια, στην Ισπανία πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις ύψους 1 δισ. ευρώ σε εργοστάσιο παραγωγής μπαταριών και δύο επιχειρήσεις ηλεκτρικών οχημάτων συνολικής αξίας 1,7 δισ. ευρώ. Όταν πέρυσι η ΕΕ ετοιμαζόταν να επιβάλει δασμούς στα ηλεκτρικά οχήματα κινεζικής κατασκευής, ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ εξέφρασε την αντίθεσή του.