Skip to main content

Δύο χρόνια εφαρμογής της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής

EUROKINISSI/ILIALIVE.GR/ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΠΥΡΟΥΝΗΣ

Πώς λειτουργεί η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και γιατί απέκλεισε και πολλούς φοιτητές εντελώς άδικα.

Του Στράτου Στρατηγάκη 
Μαθηματικού – Ερευνητή
[email protected],
www.stadiodromia.gr

Το 2021 καθιερώθηκε η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) με το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να εισάγονται στα Πανεπιστήμια φοιτητές με βαθμολογίες 3 και 4 και 5. Η ΕΒΕ εισήχθη με σκοπό να αποκλείσει τους φοιτητές με χαμηλές βαθμολογίες στις Πανελλαδικές Εξετάσεις από τα ΑΕΙ. Αυτό το πέτυχε, αλλά απέκλεισε και πολλούς άλλους, εντελώς άδικα, όπως θα δούμε.

Ας αναλύσουμε πώς λειτουργεί η ΕΒΕ για να δούμε και το πρόβλημα που υπάρχει. Το Υπουργείο Παιδείας υπολογίζει το μέσο όρο όλων των βαθμών, όλων των υποψηφίων σε κάθε εξεταζόμενο μάθημα. Μετά υπολογίζεται ο μέσος όρος των μέσων όρων των βαθμών στα 4 μαθήματα κάθε πεδίου. Έτσι έχουμε τον μέσο όρο του κάθε πεδίου.

Κάθε τμήμα των ΑΕΙ επιλέγει ένα συντελεστή για τον υπολογισμό της ΕΒΕ˙ το Υπουργείο Παιδείας έχει ορίσει ότι το εύρος του συντελεστή πρέπει να είναι μεταξύ του 0,8 και του 1,2, ενώ για τα ειδικά μαθήματα μεταξύ του 0,7 και του 1,1.

Ο συντελεστής που επέλεξε κάθε τμήμα πολλαπλασιάζεται με το μέσο όρο του Πεδίου στο οποίο ανήκει το Τμήμα και μας δίνει την ΕΒΕ του κάθε τμήματος. Δύο τμήματα που θα ορίσουν διαφορετικούς συντελεστές θα έχουν διαφορετικές ΕΒΕ. Τα Τμήματα έχουν το δικαίωμα να αλλάζουν κάθε χρόνο το συντελεστή της ΕΒΕ. Ο μέσος όρος του Πεδίου αλλάζει κάθε χρόνο, σύμφωνα με τις επιδόσεις των υποψηφίων. Υπάρχει, λοιπόν, το σημαντικό πλεονέκτημα ότι η ΕΒΕ δεν εξαρτάται από τη δυσκολία των θεμάτων, κάτι σημαντικό και απαραίτητο όταν προσπαθείς να βάλεις ένα κόφτη.

Μετά από δύο χρόνια εφαρμογής της ΕΒΕ μπορούμε να δούμε αν πέτυχε το στόχο της, αν πρέπει να αλλάξει κάτι και γιατί δεν άλλαξε. Σίγουρα οι μαθητές του 3, του 4 και του 5 αποκλείστηκαν από την πρόσβαση στα ΑΕΙ, όπως ήταν ο αρχικός στόχος, σύμφωνα με τις εξαγγελίες του Υπουργείου Παιδείας. Εκτός, όμως, από αυτούς αποκλείστηκαν εντελώς από την πρόσβαση στα ΑΕΙ υποψηφίους όσοι είχαν μέσο όρο κάτω από 8,27 την πρώτη χρονιά και 8,37 τη δεύτερη χρονιά, που ήταν ο ένας στους τρεις υποψηφίους. Αυτοί  δεν μπορούσαν καν να υποβάλουν Μηχανογραφικό. Καμία αντίρρηση σε αυτό, συμβαδίζει με το στόχο του Υπουργείου Παιδείας, όπως διατυπώθηκε. Πρόκειται για υποψηφίους με χαμηλές επιδόσεις, που δύσκολα θα ολοκλήρωναν τις σπουδές τους στα ΑΕΙ. Αυτοί οι υποψήφιοι, όμως, μπορούν, αν έχουν χρήματα, να πάνε σε ένα κολέγιο και εκεί να θεωρούνται κατάλληλοι για σπουδές και να πάρουν, τελικά, ένα πτυχίο που αναγνωρίζει το ελληνικό κράτος. Αυτό είναι πρόβλημα ίσων ευκαιριών: αν έχεις χρήματα μπορείς να πάρεις πτυχίο αν δεν έχεις όχι. Λύνεται αυτό το πρόβλημα; Φυσικά και λύνεται. Ένα απολυτήριο Λυκείου, που πράγματι πιστοποιεί ότι είσαι ικανός να αποφοιτήσεις από το Λύκειο και είσαι κατάλληλος να σπουδάσεις, μέσα από Πανελλαδικές Εξετάσεις. Μετά επιλέγεις αν θα πας σε Δημόσιο Πανεπιστήμιο με δωρεάν φοίτηση ή σε ιδιωτικό με δίδακτρα. Λύσεις, λοιπόν, υπάρχουν˙ το θέμα είναι αν θέλεις να λύσεις τα προβλήματα.

Ο δεύτερος από τους 3 υποψηφίους, αυτός που έγραψε από 8,37 έως 14,43 το 2022 είχε περιορισμένη πρόσβαση στο Μηχανογραφικό Δελτίο. Δεν μπορούσε, δηλαδή, να δηλώσει όποια σχολή ήθελε στο Μηχανογραφικό του Δελτίο. Ο τρίτος στους τρεις, αυτός που έγραψε πάνω από 14,5 δεν είχε κανένα πρόβλημα με την ΕΒΕ, καθώς δεν επηρέαζε καθόλου τις επιλογές του.

Στον Πίνακα βλέπουμε τον αριθμό των τμημάτων που είχαν ΕΒΕ μεγαλύτερη από 14, που σημαίνει ότι ένας υποψήφιος που έγραψε μέσο όρο 14 δεν μπορεί να τα δηλώσει. Αυτός που έγραψε 14 δε νομίζω ότι μπορεί να χαρακτηριστεί κακός υποψήφιος, που δεν αξίζει να σπουδάσει˙ το αντίθετο θα έλεγα. Ο υψηλός βαθμός δυσκολίας των θεμάτων των Πανελλαδικών, που μπορεί να σας επιβεβαιώσει κάθε καθηγητής, αποδεικνύει ότι το 14 είναι καλή βαθμολογία, καλύτερη από ό,τι ακούγεται. Ο αποκλεισμός αυτού του υποψηφίου είναι απολύτως παράλογος. Βέβαια κάποιες από τις σχολές έχουν πολύ υψηλή βάση, συνεπώς αυτός ο αποκλεισμός δεν παίζει κανένα ρόλο. Πράγματι δεν έχει νόημα αν ένας υποψήφιος που έγραψε 14 δεν έχει δικαίωμα να δηλώσει την Ιατρική, αφού έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να περάσει στην Ιατρική. Όμως υπάρχουν τμήματα που θα μπορούσε να εισαχθεί ένας υποψήφιος με μέσο όρο 14 και δεν εισάγεται. Στα τμήματα που είχαν ΕΒΕ μεγαλύτερη του 14 είχαμε 924 κενές θέσεις. 139 εξ αυτών στη σχολή Ευελπίδων. Οι υπόλοιπες σε τμήματα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών, Πολιτικών Μηχανικών, Φυσικοθεραπείας, Χημικών Μηχανικών, Τοπογράφων Μηχανικών Μαθηματικών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, Φυσικής. Αυτό σημαίνει ότι οι θέσεις σε σχολές με πτυχία που έχουν ζήτηση στην αγορά εργασίας μένουν κενές, διότι για την εισαγωγή σ’ αυτές απαιτείται μέσος όρος μεγαλύτερος του 14. Όταν σε 10 χρόνια θα έχουμε έλλειψη αυτών των ειδικοτήτων θα λέμε γιατί δεν βρίσκουμε πτυχιούχους. Έχουμε τις θέσεις και τις κρατάμε κενές. Στον πίνακα βλέπουμε και τον αριθμό των τμημάτων που είχαν ΕΒΕ μεγαλύτερη του 13, του 12, του 11 και του 10. Στην τελευταία στήλη βλέπουμε τον αριθμό των κενών θέσεων που δημιούργησε αυτή η επιλογή των Τμημάτων.

Το Υπουργείο Παιδείας ισχυρίζεται ότι τα τμήματα επέλεξαν αυτούς τους συντελεστές και το ίδιο δεν ευθύνεται γι’ αυτό. Πράγματι τα τμήματα επέλεξαν τον υψηλότερο δυνατό συντελεστή, αλλά ποιος τους έδωσε αυτή τη δυνατότητα; Το Υπουργείο Παιδείας, που έχει την ευθύνη για την ύπαρξη και λειτουργία των Τμημάτων, που ορίζει τον αριθμό των εισακτέων, που αποφασίζει σε ποιο Πεδίο εντάσσεται το κάθε τμήμα, δηλαδή σε ποια μαθήματα εξετάζεται ο υποψήφιος για την εισαγωγή του και, φυσικά, ορίζει το εύρος των συντελεστών για την ΕΒΕ, που αποφασίζουν τα Τμήματα. Συνεπώς δεν μπορεί να “κρύβεται” πίσω από τις αποφάσεις των τμημάτων, αφού αυτό τους έδωσε το δικαίωμα να ορίζουν συντελεστή από 0,8 έως 1,2.

Τα Τμήματα τώρα. Είναι προφανώς ευχαριστημένα με τους λιγότερους εισακτέους. Το τμήμα Νοσηλευτικής στο Διδυμότειχο, για παράδειγμα, είχε το 2022 109 κενές θέσεις από το Γενικό Λύκειο ορίζοντας συντελεστή ΕΒΕ 1, που έδωσε ΕΒΕ 12,03. Το 2021 είχε 101 κενές θέσεις από το Γενικό Λύκειο με μόλις 1 επιτυχόντα, πάλι με συντελεστή 1. Το συντελεστή αυτό διατηρεί αμετάβλητο και για το 2023. Είναι προφανές ότι το Τμήμα Νοσηλευτικής δεν έχει κανένα πρόβλημα να εκπαιδεύει 100 φοιτητές λιγότερους κάθε χρόνο. Η Νοσηλευτική, όμως, είναι ένα από τα επαγγέλματα του μέλλοντος, διότι όλος ο δυτικός κόσμος γερνάει και θα χρειαστούμε περισσότερους νοσηλευτές. Όταν θα εντοπιστεί η έλλειψη νοσηλευτών θα είναι αργά. Δεν μπορεί, λοιπόν, η πορεία της χώρας να αφήνεται σε κάθε Τμήμα, που κρίνει σύμφωνα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες των μελών ΔΕΠ και όχι σύμφωνα με τις ανάγκες της χώρας.

Αντίθετα η Σχολή Ευελπίδων μετά από δύο χρόνια με κενές θέσεις 103 το 2021 και 139 το 2022, κατάλαβε ότι θέτοντας τον υψηλότερο συντελεστή για την ΕΒΕ, το 1,2, θα έχει κάθε χρόνο κενές θέσεις, πράγμα που επηρεάζει την ασφάλεια της χώρας. Έτσι αποφάσισε να μειώσει το συντελεστή της ΕΒΕ από το 1,2 στο 1. Και είμαστε σίγουροι ότι θα τον μειώσει και άλλο αν έχει και πάλι κενές θέσεις. Διότι θεωρούν απαραίτητο να μη μείνει ο Στρατός από Αξιωματικούς. Αν δεν υπάρχουν αρκετοί υψηλόβαθμοι υποψήφιοι για να καλύψουν τις θέσεις, ρίχνουν τις απαιτήσεις τους, όπως θα έκανε οποιοσδήποτε ήθελε να καλύψει τις θέσεις.

Είδαμε δύο διαφορετικές λογικές στη διαμόρφωση των ΕΒΕ: η μία που κοιτάζει να μειώσει τον αριθμό των φοιτητών και η άλλη που προσπαθεί να καλύψει όλες τις θέσεις. Το θέμα είναι ότι τα τμήματα που έχουν ΕΒΕ μεγαλύτερη του 10 είναι 258, το 57,07% των τμημάτων απαιτεί από τους φοιτητές τους να έχουν γράψει πάνω από 10 για να εισαχθούν σ’ αυτά. Έτσι είχαμε 3.619 κενές θέσεις. Έχουμε, δηλαδή, κάτι διαφορετικό από το επιχείρημα του Υπουργείου Παιδείας να μην εισάγονται στα ΑΕΙ υποψήφιοι με βαθμό 3,4 και 5. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι στο Υπουργείο Παιδείας είτε δεν ανέμεναν αυτή την εξέλιξη, πρόκειται, δηλαδή, για παρενέργεια που δεν είχε προβλεφθεί, είτε γνώριζαν ότι έτσι θα γίνουν τα πράγματα. Σε κάθε περίπτωση έκριναν ότι δεν χρειάζεται καμία αλλαγή, ενώ είναι προφανές ότι χρειάζεται διόρθωση η ΕΒΕ, ώστε να ανταποκρίνεται στον αρχικά διακηρυχθέντα στόχο της. Θα μπορούσε να υπάρχει συντελεστής 0,65 για όλα τα τμήματα και να λυθούν όλα τα προβλήματα. Αυτός είναι και ο κατώτερος συντελεστής που αρχικά είχε ανακοινώσει το Υπουργείο Παιδείας, για να γίνει 0,8 με την κατάθεση του νομοσχεδίου το 2021. Η άρνηση διόρθωσης της ΕΒΕ μας κάνει να πιστεύουμε ότι είναι απολύτως αποδεκτή η κατάσταση για το Υπουργείο Παιδείας.