Θα υπερασπίζονταν οι ΗΠΑ, εν ανάγκη και με τη χρήση όπλων, έναν εταίρο τους στο ΝΑΤΟ; Θα πρέπει τα κράτη-μέλη της ΕΕ να συνεργαστούν πιο στενά σε θέματα άμυνας μετά την αποχώρηση της Βρετανίας; Βρίσκεται ο κόσμος ενόψει ενός «πραγματικού τυφώνα» λόγω κλιματικής αλλαγής και κινδύνων ασφάλειας; Αυτά και πολλά άλλα είναι τα ερωτήματα που θα απασχολήσουν τους συμμετέχοντας στη φετινή Διεθνή Διάσκεψη Ασφάλειας που γίνεται, όπως κάθε χρόνο, στο Μόναχο, στο ξενοδοχείο Bayerischer Hof. Στο συγκεκριμένο χώρο θα βρεθούν για να ανταλλάξουν απόψεις αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων και υπουργοί Εξωτερικών από πάνω από 40 χώρες του κόσμου. Και όχι μόνο. Εκπροσώπους θα στείλει και ο κόσμος της οικονομίας όπως και διεθνείς οργανώσεις.
Ποιος ο ρόλος της ΕΕ;
Πάντες οι πιστοί προσέλθετε, λοιπόν, στο ραντεβού του Μονάχου, που σύμφωνα με τις προσδοκίες των διοργανωτών θα είναι μια καλή ευκαιρία να επιχειρηθεί αξιολόγηση όχι μόνο της διεθνούς κατάστασης ασφαλείας, αλλά και της κατάστασης ειδικά της Δύσης. Οι προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπίσει είναι πολλές. Ορισμένοι προβλέπουν ότι λόγω του αυξανόμενου κύματος εθνικισμού η Ευρώπη θα περιπέσει σε μια φάση εσωστρέφειας. Γι’ αυτό και ένα από τα θέματα στο Μόναχο είναι πώς η ΕΕ θα μεγαλώσει την επιρροή της κυρίως στον αμυντικό τομέα. Η λύση του μεταναστευτικού, ως συνέπειας του πολέμου στη Συρία και τη Λιβύη, έχει γίνει πιο επιτακτική, την ώρα που η Ρωσία φαίνεται να παίζει ρόλο αποσταθεροποιητικό προς ανατολάς.
Πολλοί Ευρωπαίοι επιθυμούν να αποκτήσει η ΕΕ μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και να γίνει ως παγκόσμιος παίκτης πιο ανεξάρτητος από τις ΗΠΑ. Μάλιστα ο πρόεδρος Μακρόν είπε ότι εάν η ΕΕ δεν μάθει τη γλώσσα της ισχύος, τότε «γεωπολιτικά θα εξαφανιστεί». Εάν μάλιστα οι ΗΠΑ στη Μέση και Εγγύς Ανατολή παραμείνουν απαθείς ή εγκαταλείψουν εντελώς την περιοχή, αφήνοντας τη Ρωσία και την Τουρκία να επεκτείνουν την επιρροή τους σε χώρες όπως τη Συρία ή τη Λιβύη, τότε αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει αφορμή γα μια νέα πολιτική της Ευρώπης στην περιοχή, προσανατολισμένη περισσότερο στα στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντά της.
Ρωσία ή μήπως καλύτερα Κίνα;
Η Ρωσία συνεχίζει να προκαλεί μεγάλο πονοκέφαλο στους ευρωπαίους ιθύνοντες. Από την προηγούμενη Διάσκεψη Ασφάλειας του Μονάχου η Μόσχα κατήγαγε πολλές επιτυχίες στο διπλωματικό πεδίο. Εξ ου και η έκκληση του προέδρου Μακρόν να επανεξετάσει η Ευρώπη τις σχέσεις της με τη Μόσχα. Η γηραιά ήπειρος είναι διαιρεμένη ανάμεσα στην τάση για διατήρηση του διαλόγου και εμπορικών σχέσεων με τον μεγάλο γείτονα ανατολικά, και την ανησυχία για τους στρατηγικούς στόχους της Μόσχας. Την ώρα που ορισμένοι περιμένουν ότι ο πρόεδρος Πούτιν θα προσκληθεί στη φετινή συνάντηση κορυφής της ομάδας των 7 στις ΗΠΑ, άλλοι επισημαίνουν ότι η προσοχή θα πρέπει να στραφεί περισσότερο προς την Κίνα. Τις διάφορες συναντήσεις στο ξενοδοχείο Bayerischer Hof θα απασχολήσουν οι μετατοπίσεις ισχύος σε παγκόσμιο επίπεδο, ακόμη κι αν δεν έχουν τεθεί ρητά στην επίσημη ατζέντα της διάσκεψης.
Ο κινέζος πρόεδρος άφησε να εννοηθεί ότι η χώρα του δεν πρόκειται να ανεχθεί αυτό που χαρακτηρίζει ως ανάμειξη στην αυλή της, δηλαδή στην Ανατολική και Νότια Κινεζική Θάλασσα. Η εμπορική διαμάχη της Κίνας με τις ΗΠΑ πρωταγωνίστησε την τελευταία χρονιά στη διεθνή σκηνή, αν και τελευταία η προσοχή στράφηκε στον κορονωϊό. Όλα αυτά δείχνουν πόσο μεγάλο θα είναι το ενδιαφέρον για την Κίνα στο Μόναχο. Το πυραυλικό οπλοστάσιο της Β. Κορέας θα απασχολήσει εξίσου τους συμμετέχοντες. Ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που ειδικά για τους Ευρωπαίους συνοψίζεται στο πρόβλημα αμφισβήτησης των αξιών της Δύσης, και από μέσα και από έξω.
Σίμον Γιουνγκ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου