Skip to main content

Γιατί και η Μελόνι «φλερτάρει» με τον Ερντογάν και γυρίζει την πλάτη στην Ελλάδα

Italian Prime Ministry/Handout via REUTERS

Η τριμερής συνάντηση της Κωνσταντινούπολης και μάλιστα για ένα θέμα που υποτίθεται ότι καίει και τη χώρα μας, όπως το μεταναστευτικό, έγινε δυστυχώς, απουσία της Ελλάδας.

Η αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης στη Μεσόγειο ήταν επισήμως το κυρίαρχο θέμα στη χθεσινή συνάντηση κορυφής στο περίφημο παλάτι Ντολμάμπαχσέ της Κωνσταντινούπολης μεταξύ του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, της Ιταλίδας Πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι και του επικεφαλής της κυβέρνησης της δυτικής Λιβύης, Αμπντουλχαμίντ Ντμπέιμπα.

Η συνάντηση διήρκεσε δύο ώρες και σύμφωνα με την ανακοίνωση της Τουρκικής προεδρίας, «εξετάστηκαν και άλλα περιφερειακά ζητήματα, μεταξύ των οποίων και η δραματική κατάσταση στη Λωρίδα της Γάζας. Ο Ερντογάν επανέλαβε την ανάγκη δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους, της μόνης λύσης στο μακροχρόνιο ζήτημα της Μέσης Ανατολής.

Στη συνάντηση, η οποία πραγματοποιήθηκε κεκλεισμένων των θυρών, ο Ερντογάν συνοδεύτηκε πάντως από τον Υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, τον Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (MIT) Ιμπραήμ Καλίν και τον Σύμβουλο Εξωτερικής Πολιτικής και Ασφάλειας Ακίφ Τσαγάταϊ Κιλίτς.

Για την ιστορία , ο Ερντογάν συναντήθηκε πρώτα κατ’ ιδίαν με τη Μελόνι και στη συνέχεια υποδέχτηκαν και οι δύο τον Λίβυο ηγέτη.

Στην ανακοίνωσή της, η Άγκυρα τόνισε «τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ Τουρκίας, Ιταλίας και Λιβύης» για ολόκληρη τη Μεσόγειο. Ο Ερντογάν χαρακτήρισε αυτή τη συνεργασία «απαραίτητη» προκειμένου να «εξαλειφθούν οι πηγές που τροφοδοτούν την παράνομη μετανάστευση».

Για την Μελόνι επίσης , «η ενίσχυση της συνεργασίας αποτελεί βασικό σημείο «για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων, ξεκινώντας από τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών .

Η Ιταλίδα πρωθυπουργός υπενθύμισε μάλιστα, «τα εξαιρετικά αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν σε αυτόν τον τομέα με την Τουρκία».

«Οι τρεις ηγέτες συμφώνησαν να συνεχίσουν αμέσως να εργάζονται σε τεχνικό επίπεδο για να προσδιορίσουν συγκεκριμένες δράσεις που θα αναληφθούν από κοινού εντός σαφώς καθορισμένου χρονοδιαγράμματος», όπως ανακοίνωσε το Παλάτσο Κίτζι – η έδρα της ιταλικής κυβέρνησης.

Απούσα η Ελλάδα

Η τριμερής συνάντηση της Κωνσταντινούπολης και μάλιστα για ένα θέμα που υποτίθεται ότι καίει και τη χώρα μας, όπως το μεταναστευτικό, έγινε δυστυχώς, απουσία της Ελλάδας.

Η χώρα μας δεν προσκλήθηκε, αν δεν αγνοήθηκε κιόλας, γεγονός που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο.

Ειδικά όταν « η συμμετοχή της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ κυβέρνησης της Τρίπολης, επιβεβαιώνει ότι η αυξανόμενη σημασία της Άγκυρας στη Λιβύη θα μπορούσε να είναι καθοριστική τόσο για τον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών όσο και για τις μελλοντικές ενεργειακές πολιτικές», σημειώνουν τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης.

Ο Ερντογάν κατορθώνει άλλωστε να προσεγγίσει όλο και περισσότερο την κυβέρνηση Μελόνι, η οποία δεν φαίνεται να αντιδρά και σε θέματα, όπως το παράνομο Τουρκολιβυκό μνημόνιο.

Η Ιταλο-τουρκική συνεργασία

Η σημασία της επίσκεψης Μελόνι στην Κωνσταντινούπολη , υπερβαίνει άλλωστε τη συμμετοχή του Λίβυου πρωθυπουργού.

Οπως σημειώνει η ιταλική Rai, πρόκειται για την έκτη πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση Μελόνι-Ερντογάν και η πρώτη μετά τη διυπουργική σύνοδο κορυφής στη Ρώμη στις 29 Απριλίου.

Η Ιταλία είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας , δεύτερος στην Ευρώπη μετά τη Γερμανία και πρώτος στη λεκάνη της Μεσογείου. Το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών ξεπέρασε τα 32 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024 , σημειώνοντας αύξηση 15% σε σύγκριση με το 2023 .

Ωστόσο, η συνεργασία στον αμυντικό τομέα είναι αυτή που έχει κάνει πιο στενές τις Ιταλό-τουρκικές σχέσεις: στις 5 Μαρτίου, η ιταλική Leonardo και η τουρκική εταιρεία Baykar (με επικεφαλής τον γαμπρό του Ερντογάν, Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ, ο οποίος απέκτησε την Piaggio-Aerospace) υπέγραψαν συμφωνία συνεργασίας στην ανάπτυξη «μη επανδρωμένων αεροσκαφών».

Αυτή η κίνηση έρχεται σε μια εποχή που η συζήτηση για την ασφάλεια βρίσκεται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής και η Τουρκία «εισβάλει» στην ΕΕ για να συμβάλει στην αμυντική θωράκιση της Ευρώπης . «Αυτές οι ανησυχίες για την άμυνα και την ασφάλεια έχουν φέρει την Άγκυρα πιο κοντά στην Ευρώπη, χάρη στην ανάπτυξη της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας τα τελευταία χρόνια», τονίζουν Ευρωπαίοι διπλωμάτες.

Από τον «δικτάτορα», στον εταίρο Ερντογάν

Αλλωστε, φαίνεται να έχουν περάσει «αιώνες» από τον Απρίλιο του 2021 όταν ο τότε Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι είχε αποκαλέσει τον Ερντογάν «δικτάτορα», πυροδοτώντας μια διπλωματική κρίση.

Σήμερα, λέει ο Ιταλός αναλυτής,Μάρκο Ανσάλντο, «ευρωπαϊκές χώρες που είχαν αγνοήσει εδώ και καιρό την Τουρκία, συνεργάζονται μαζί της».

Η Τουρκία -εξηγεί ο Ανσάλντο-είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα του ΝΑΤΟ από άποψη στρατιωτικής ισχύος μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες . Αυτή η ισχύς έχει υπογραμμιστεί περαιτέρω από την παραγωγή στρατιωτικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών . Με τον Ερντογάν, ωστόσο, ένα ακόμη βήμα μπροστά: να γίνει σημείο αναφοράς για τις εξαγωγές . Οι πελάτες της είναι χώρες που αναζητούν ποιοτικά όπλα. Όλα αυτά χάρη στην προνοητικότητα με την οποία σχεδιάστηκαν εκ των προτέρων οι επενδύσεις ».

Η Άγκυρα περίμενε στο κατώφλι της ΕΕ: για δεκαετίες, ζητούσε από τις Βρυξέλλες να ενταχθεί , μόνο και μόνο για να αντιμετωπίσει επανειλημμένα «όχι» από χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ολλανδία. Τελικά, συμβιβάστηκε με αυτό. Σήμερα, η Αγκυρα επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής της, κοιτάζοντας όχι μόνο προς τα Βαλκάνια, αλλά και προς το Κέρας της Αφρικής και την Λιβύη.

Νεο-Οθωμανική πολιτική

Σύμφωνα με έναν αυξανόμενο αριθμό παρατηρητών, οι «νεοοθωμανικοί» στόχοι της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν έχουν σταδιακά οδηγήσει στην αντικατάσταση του διαλόγου με τις Βρυξέλλες με την ελπίδα να συμπεριληφθεί στην ελίτ της κοινότητας με το δόγμα Mavi Vatan , της «Γαλάζιας Πατρίδας».

Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να «στέψει» την τριακονταετή πολιτική του καριέρα στο τιμόνι της Τουρκίας αναδημιουργώντας ένα είδος νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας , το κέντρο βάρους σε έναν ολοένα και πιο πολυπολικό κόσμο που διαιρείται μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Ένα παράδειγμα μπορεί επίσης να βρεθεί στην προσοχή της κυβέρνησης Ερντογάν στις νεοσύστατες επιχειρήσεις : « Μόλις πριν από λίγες δεκαετίες, λέει ο Ανσάλντο, πολλοί νέοι Τούρκοι μετανάστευσαν στην Ευρώπη με την ελπίδα να βρουν τύχη, κυρίως στη Γερμανία. Σήμερα, οι νέοι είναι μορφωμένοι, περήφανοι που είναι κληρονόμοι μιας αυτοκρατορίας και ενθαρρύνονται να ξεκινήσουν επιχειρήσεις στην Τουρκία : οι νεοσύστατες επιχειρήσεις ταιριάζουν απόλυτα σε αυτό το νέο εθνικιστικό όραμα και επιτρέπουν στη χώρα να αναπτύξει λύσεις υψηλής τεχνολογίας».