Skip to main content

Ποιο είναι το μέλλον του ΝΑΤΟ στην μετά-Τραμπ εποχή;

Το κλίμα κατά τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν το ΝΑΤΟ γιόρταζε τα 70α γενέθλιά του, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μάλλον ζοφερό. Αντί για τις αναμενόμενες εορταστικές εκδηλώσεις, υπήρξε μόνο μία «χλιαρή συνάντηση» των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων με ελάχιστη μιντιακή προβολή. Μετά από χρόνια προσεχτικής ακροβασίας, το ΝΑΤΟ είχε αποτραβηχθεί ήσυχα στο παρασκήνιο, λόγω της τάσης του Ντόναλντ Τραμπ να χρησιμοποιεί τις συναντήσεις με σκοπό να στοχοποιήσει τους συμμάχους, αδυνατώντας να δείξει οποιαδήποτε θέληση για σταθερότητα και αλληλεγγύη.

Η «δύσκολη» κληρονομιά του Τζο Μπάιντεν

Ωστόσο, μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου, ο Γενικός Γραμματέας Γενς Στόλτενμπεργκ δεν μπόρεσε να συγκρατήσει την επιθυμία του να καλέσει τον εκλεγμένο Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, τον οποίο ονόμασε «ισχυρό υποστηρικτή του ΝΑΤΟ και της διατλαντικής σχέσης» να επισκεφθεί τις Βρυξέλλες. Η Συνάντηση Κορυφής θα προγραμματιστεί το συντομότερο.

«Ήταν μια έξαλλη ​​βόλτα με το τρενάκι του λούνα παρκ», λέει ο Πολ Τέιλορ από το ThinkTank “Friends of Europe”. «Τελικά όμως, το ΝΑΤΟ επιβίωσε από τον Ντόναλντ Τραμπ – όχι όμως αλώβητο και όχι δίχως να αλλοιωθεί», υπογραμμίζει. Μερικές από αυτές τις αλλαγές ήταν -τουλάχιστον εν μέρει- θετικές, ακόμη κι αν σημάδεψαν την Συμμαχία. Μία από αυτές είναι για παράδειγμα το γεγονός, ότι οι Σύμμαχοι άρχισαν να μιλάνε για τον ρόλο της Κίνας, σημειώνει ο Τέιλορ. «Πρόκειται για κάτι που δεν υπήρχε ποτέ στην ατζέντα του ΝΑΤΟ. Και αν θα μπει, δεν το γνωρίζω, αλλά συνέβη εξαιτίας της επιμονής του».

Παρόλα αυτά, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί ένα αντίδοτο στη μη συντονισμένη και απότομη απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και το Ιράκ, όπου τα μέλη των υπηρεσιών του ΝΑΤΟ βοηθούσαν στην εκπαίδευση των τοπικών δυνάμεων για να διαχειριστούν την ασφάλειά τους. Οι ανακοινώσεις του Τραμπ προκαλούσαν έκπληξη και ανησυχία, όχι μόνο για το ΝΑΤΟ, που παρακολουθούσε δίχως να ρωτηθεί, όσο και για τις κυβερνήσεις με προσωπικό εκεί, οι οποίες βρίσκονται τώρα σε πιο ευάλωτη θέση, δίχως τον αμερικανικό παράγοντα ασφάλειας.

Η κληρονομιά που αφήνει ο Τραμπ όσον αφορά το ΝΑΤΟ σίγουρα δεν θα είναι εύκολη για τον επόμενο πρόεδρο, καθώς οι Σύμμαχοι βασίζονται πλέον σε αυτόν για την αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προβλημάτων Ασφάλειας. Για τον Στόλτενμπεργκ πρόκειται εξάλλου για ένα ζήτημα που έχει σίγουρα προτεραιότητα, δεδομένου ότι το «Πρόγραμμα Στρατηγικής» του ΝΑΤΟ, στο οποίο αναφέρονται πιθανές απειλές και οι ενδεχόμενες δυνατότητες αντιμετώπισής τους δεν έχει αναθεωρηθεί από το 2010.

Αυτή είναι η σύσταση με την απόλυτη προτεραιότητα και από την “Συμβουλευτική Ομάδα του ΝΑΤΟ”, στόχος της οποίας είναι -ιδίως μετά την δήλωση του γάλλου Προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν, ότι η Βορειοατλαντική Συμμαχία υπέστη «εγκεφαλικό θάνατο»- η βελτίωση της πολιτικής συνοχής. Επικεφαλής των συμβούλων είναι ο πρώην γερμανός υπ. Άμυνας Τόμας ντε Μεζιέρ και ο πρώην αξιωματούχος του υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ Γουές Μίτσελ.

Νέος πρόεδρος – Νέες προσεγγίσεις

Αυτό που δίχασε παρόλα αυτά περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο τα τελευταία τέσσερα χρόνια δεν θα εξαφανιστεί: Η ένταση για το περίφημο “2%” του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες προβλέπεται προς το παρόν ότι θα παραμείνει. Αναφερόμενος στο ζήτημα ο Τόμας ντε Μεζιέρ, δήλωσε πως οι διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Μπάιντεν θα είναι πιο δύσκολες «γιατί ο τόνος είναι πιο φιλικός». Επιπλέον δήλωσε πως με την εχθρική στάση του Τραμπ, η συζήτηση δεν έγινε ποτέ ουσιαστική. «Αυτό φέρνει εμάς, στην Ευρώπη και τη Γερμανία, σε μία πιο δύσκολη θέση [τώρα]», δήλωσε ο ντε Μεζιέρ, «αλλά εκ μέρους μου αυτό είναι ευπρόσδεκτο».

Ο Πολ Τέιλορ συμφωνεί πως δεν πρέπει να πιστέψουμε ότι όλα θα λειτουργήσουν απολύτως ομαλά, παρά την νέα προσέγγιση Μπάιντεν, αλλά μια σκληρή διαπραγμάτευση δεν σημαίνει απαραίτητα μάχη. «Θα βασιστεί στα ίδια ζητήματα», λέει «και σίγουρα θα βασίζεται στην ίδια θεμελιώδη υπόθεση ότι λειτουργούμε σαν ομάδα, ότι είμαστε ισχυρότεροι μαζί, ότι η Αμερική είναι ισχυρότερη με τους συμμάχους από ότι μόνη της, καθώς επίσης και ότι οι σύμμαχοι είναι ισχυρότεροι με τις ΗΠΑ».

Πηγή: Deutche Welle