Ο στόχος της 7ης Δεκεμβρίου για την σταδιακή άρση των μέτρων του lockdown απομακρύνεται, εκτίμησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας. «Βλέπουμε σταθερή ή πτωτική πορεία, αλλά θέλουμε περισσότερο χρόνο», σημείωσε.
«Απομακρύνετι η 7η του Δεκέμβρη και θα χρειαστεί να πάμε λίγο αργότερα. Πόσο αργότερα και με ποιο ρυθμό θα γίνουν αυτές οι σταδιακές φάσεις θα το κρίνουμε μέχρι το τέλος της εβδομάδας», ανέφερε μιλώντας στην τηλεόραση του Mega προσθέτοντας ότι δεν έχει αποφασιστεί ακόμα ποιος θα κάνει τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης, αν δηλαδή θα γίνουν από τον ίδιο τον πρωθυπουργό ή όχι.
Σύμφωνα με τον κ. Πέτσα, η κυβέρνηση δεν είναι ακόμα σε θέση να ανακοινώσει τη σειρά με την οποία θα ανοίξουν κάποιοι τομείς, αν δηλαδή θα προηγηθούν τα σχολεία, το λιανεμπόριο ή η εστίαση, παραπέμποντας στις ανακοινώσεις που θα γίνουν έως το τέλος της εβδομάδας, σχετικά με τον οδικό χάρτη για το άνοιγμα της χώρας. Τόνισε όμως ότι θα ανοίξουν σε διακριτές φάσεις, ενώ απαντώντας σε άλλη ερώτηση δήλωσε πως τα κομμωτήρια θα ανοίξουν σύντομα, προσθέτοντας ότι το σύντομα είναι κάπως σχετικό στις μέρες μας.
Μέχρι την Παρασκευή αναμένεται η εισήγηση των λοιμωξιολόγων για τα σχολεία, πρόσθεσε. «Αν δεν υπάρχει μέχρι τότε εισήγηση, θα ζητηθεί», τόνισε. Με αυτά τα δεδομένα πάντως, για τα σχολεία και το λιανεμπόριο επανέλανε ότι απομακρύνεται η πιθανότητα της 7ης Δεκεμβρίου, σημείωσε.
Αναφορικά με τις μετακινήσεις, ο κ. Πέτσας εξήγησε πως οι διαπεριφερειακές μετακινήσεις ενέχουν ένα σημαντικό ποσοστό κινδύνου και το άνοιγμά τους θα έστελνε ένα λάθος μήνυμα χαλάρωσης. Άφησε, ωστόσο, ανοιχτό το ενδεχόμενο για επανένωση οικογενειών, μετατοπίζοντας όμως τις ανακοινώσεις για το τέλος της εβδομάδας.
Σε ερώτηση κατά πόσο είναι πιθανό να λειτουργήσουν αυτήν την περίοδο χειμερινοί προορισμοί- ξενοδοχεία, χιονοδρομικά κέντρα, απάντησε «πολύ δύσκολο».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επανέλαβε πως δεν υπάρχει εισήγηση για Χριστούγεννα «δύο ταχυτήτων» ανάλογα με κάθε περιοχή, τονίζοντας πως σημαντικό είναι να πέσει το επιδημιολογικό επίπεδο γενικά στην επικράτεια.
Για τα τεστ
Σχετικά με την τιμή των μοριακών τεστ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντηση ότι «πάντα τα προβλήματα διατίμησης κρίνονται από την εφαρμογή των μέτρων. Θυμίζω ότι στην αρχή της πανδημίας εκεί που υπήρχε πρόβλημα προσφοράς, για παράδειγμα στα αντισηπτικά ή στις μάσκες, είχαμε επιλέξει ως κυβέρνηση να μη βάλουμε διατίμηση, γιατί θα υπήρχε πρόβλημα όσον αφορά στην προσφορά». Όπως τόνισε «απεδείχθη ότι αυτή η πολιτική ήταν σωστή γιατί αυξήθηκε η παραγωγή εγχώριων και υπήρχαν μάσκες και αντισηπτικά σε πολύ χαμηλότερες τιμές μέσα σε λίγες μέρες και εβδομάδες». Πρόσθεσε ότι στην περίπτωση των rapid και των μοριακών τεστ είδαμε ότι η αγορά μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτές τις τιμές, αφήνοντας κι ένα λογικό περιθώριο», ενώ έχει γίνει η απαραίτητη προετοιμασία από το υπουργείο Ανάπτυξης και οι τιμές που έχουν θεσπιστεί είναι εύλογες.
Εξήγησε, ταυτόχρονα, ότι όταν υπάρχει μεγάλη διασπορά στην κοινότητα υπάρχει και ανησυχία από τον κόσμο που θέλει να πηγαίνει και μόνος του να κάνει τεστ, αν νομίζει ότι έχει έρθει σε επαφή με κάποιο κρούσμα. «Επομένως η ζήτηση είναι πολύ μεγάλη στα τεστ και δεν μπορούμε να πηγαίνουμε με τιμές 70 και 80 ευρώ στα μοριακά και 35-40 ευρώ για τα rapid». Αναμένεται, όπως είπε, ότι «η αγορά θα ισορροπήσει σε ένα πολύ καλό επίπεδο» και δεν θα υπάρχουν προβλήματα, εξηγώντας ότι η εύλογη τιμή είναι τα 40 ευρώ για τα μοριακά και τα 10 για τα rapid τεστ και επισημαίνοντας ότι μεγάλο ρόλο έπαιξε το ότι η χώρα μας προμηθεύτηκε έγκαιρα επαρκή ποσότητα τεστ. «Τα rapid tests που εμείς έχουμε προμηθευτεί από συγκεκριμένες εταιρείες έχουν πολύ υψηλό βαθμό αξιοπιστίας που μπορεί να φθάσει και στο 100%» είπε, επίσης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση.
Μόλις εγκριθούν τα εμβόλια, είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε
Σχετικά με τα εμβόλια και το πότε αναμένεται να έρθουν στην Ελλάδα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Εμείς πάντα λέγαμε ότι μόλις εγκριθούν από τους αρμόδιους οργανισμούς είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε και τοποθετούσαμε χρονικά αυτή την αρχή στα τέλη Δεκεμβρίου με αρχές Ιανουαρίου. ‘Αρα, είμαστε μέσα στο σχεδιασμό μας. Η προμήθεια που θα έχουμε τον Ιανουάριο καταλαβαίνουμε ότι είναι σχετικά μικρή, αλλά γι’ αυτό έχουμε πει ότι θα γίνει προτεραιοποίηση στους υγειονομικούς μας και στα πιο ευάλωτα πρόσωπα του πληθυσμού και σιγά-σιγά θα επεκτείνουμε τους εμβολιασμούς και στις άλλες ομάδες. Ο στόχος που έχει τεθεί από το υπουργείο Υγείας είναι πάνω από 2.100.000 άνθρωποι να μπορούν να εμβολιαστούν το μήνα ώστε με τα 25 εκατομμύρια εμβόλια που έχουμε προμηθευτεί, μέχρι το τέλος Ιουνίου, όλοι οι Έλληνες εάν το επιθυμούν να μπορούν να έχουν εμβολιαστεί. Εδώ είναι το κρίσιμο, να πείσουμε τους πολίτες ότι μιλάμε για ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια, τα οποία θα μας βοηθήσουν να αποκτήσουμε την πολυπόθητη ανοσία και να βγούμε από αυτή την πρωτοφανή κατάσταση».
Στο σημείο αυτό και, απαντώντας σε σχετική ερώτηση για τις επιφυλάξεις ειδικά των νεότερων, επεσήμανε πως «είναι στη φύση των νέων να έχουν αμφιβολίες και να διεκδικούν κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι main stream αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι θα πείσουμε τους πολίτες πρώτον με το παράδειγμα και φυσικά με μία εκστρατεία ενημέρωσης προκειμένου να δείξουμε προκειμένου να δείξουμε στους πολίτες πώς πρέπει να κινηθούμε. Μία εκστρατεία ενημέρωσης όλο το τρίμηνο Ιανουαρίου μέχρι τον Μάρτιο του 2021και με χαρά άκουσα χθες και στο Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ για τον Πολιτισμό και τα Οπτικοακουστικά μέσα ότι και η αρμόδια αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η κ. Γιούροβα έχει στο σχέδιό της να προχωρήσουμε σε μια καμπάνια και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κάτι που είναι πολύ σημαντικό γιατί πραγματικά η πειθώ είναι αυτή η οποία θα ξεκλειδώσει την επιτυχία στον εμβολιασμό».
Ο κ. Πέτσας διευκρίνισε επίσης ότι «υπάρχουν σκέψεις όχι μόνο σε ευρωπαϊκό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο» για το πώς ο εμβολιασμός μπορεί να συμβάλει ως κάποιου είδους πιστοποίηση για τις ασφαλείς μετακινήσεις «ιδίως όταν μιλάμε για διασυνοριακές ή διαπεριφερειακές μετακινήσεις» αλλά και για άλλες περιπτώσεις συγχρωτισμού. «Είμαστε ακόμη στην αρχή αυτής της συζήτησης. Σημασία έχει να ξεκινήσει ο εμβολιασμός όπως πρέπει και στην αρχή είναι βέβαιο ότι θα είναι πολύ περισσότεροι αυτοί που θα θέλουν να εμβολιαστούν σε σχέση με τον αριθμό των εμβολίων που θα υπάρχουν».
Απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με τα υψηλά ποσοστά πολιτών που εμφανίζονται επιφυλακτικοί, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι στην αρχή τέτοια φαινόμενα μπορεί να οφείλονται σε έλλειψη ενημέρωσης, αλλά και να μην ξεχνάμε ότι όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες έχει αναπτυχθεί ένα αντιεμβολιαστικό κίνημα που ασκεί κάποια επιρροή. «Σημασία έχει ότι όσο προχωρούμε και ξεκινήσει ο εμβολιασμός θα δείτε ότι θα ανεβαίνει το ποσοστό εκείνων οι οποίοι θα επιθυμούν να κάνουν το εμβόλιο. Σημασία έχει να φθάσουμε σε ένα ικανό ποσοστό του πληθυσμού, σχετικά πιο γρήγορα παρά αργότερα, που θα δημιουργήσει την πολυπόθητη ανοσία».