Skip to main content

Ας είμαστε ακριβείς όταν μιλάμε για την ακρίβεια

Ο πρωθυπουργός έσπευσε από τη Θεσσαλονίκη να αναφερθεί στο υψηλότατο κόστος διαβίωσης και στις προβληματικές συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν στην εγχώρια αγορά

Ποια στοιχεία συνθέτουν σε μια οικονομία την έννοια της ακρίβειας; Τα δύο βασικότερα εξ αυτών είναι το κόστος ζωής και το ύψος των μισθολογικών και συνταξιοδοτικών απολαβών των πολιτών. Βεβαίως, υπάρχει και ένας τρίτος παράγοντας, που δεν είναι άλλος από το βάρος των φόρων, άμεσων και έμμεσων, που καλούνται να πληρώσουν κάθε χρόνο οι πολίτες.

Το περασμένο Σαββατοκύριακο, από το βήμα της ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε μια ομολογουμένως γενναία φορολογική μεταρρύθμιση, που θα κάνει τη… διαφορά από τον Ιανουάριο του 2026 στις τσέπες τεσσάρων εκατομμυρίων πολιτών. Ωστόσο, η φορολογική αυτή παρέμβαση από μόνη της δεν επαρκεί ώστε να εξαλείψει από τον πολιτικό και κοινωνικό ορίζοντα την ακρίβεια.
Ο πρωθυπουργός έσπευσε από τη Θεσσαλονίκη να αναφερθεί στο υψηλότατο κόστος διαβίωσης και στις προβληματικές συνθήκες ανταγωνισμού που επικρατούν στην εγχώρια αγορά, κάνοντας λόγο για την επικράτηση ολιγοπωλίων στο εμπόριο. Δεν εμβάθυνε όμως στο θέμα.

Εκτός ατζέντας εξαγγελιών βρέθηκε και το ζήτημα των απολαβών, μισθολογικών και συνταξιοδοτικών. Βεβαίως, συζητήθηκε η αύξηση του μέσου και του κατώτατου μισθού, όμως κουβέντα δεν έγινε για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, παρότι αυτές θα έκαναν τη διαφορά στα μέσα εισοδήματα.

Αν, λοιπόν, η κυβέρνηση όντως επιθυμεί να περιορίσει θεαματικά το ακανθώδες πρόβλημα της ακριβείας, καλείται να προστατεύσει το οικογενειακό εισόδημα εγγυώμενη οριζόντιες μισθολογικές αυξήσεις και συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού στην οικονομία.

Πρώτιστη επιθυμία του πολίτη δεν είναι να καταβάλλει λιγότερους φόρους, αλλά να εισπράττει περισσότερα και να πληρώνει λιγότερα για τη διαβίωσή του. Τρίτο στη σειρά έρχεται το ζήτημα της φορολόγησης, δίχως βέβαια αυτό να καθίσταται υποδεέστερο σε αξία και σημασία.