Skip to main content

Το τελευταίο χαρτί

REUTERS/Lisi Niesner

Η αποτυχημένη πρώτη απόπειρα εκλογής του Μερτς ως Καγκελάριου, έδειξε ότι οι πλειοψηφίες δεν μπορούν να επιβληθούν. Όποιος πολώνει συνεχώς δεν μπορεί να περιμένει από όλους να τον στηρίξουν, όταν χρειάζεται

«Habemus» Καγκελάριος και όχι Πάπας, ακόμη τουλάχιστον.

Λίγες ώρες πριν ξεκινήσει το Κονκλάβιο στο Βατικανό για την εκλογή του διαδόχου του εκλιπόντος Πάπα Φραγκίσκου, βγήκε -με τη δεύτερη ψηφοφορία- «λευκός» καπνός στην Bundestag.

Ο Φρίντριχ Μερτς τα κατάφερε … Ο 70χρονος πρώην αντίπαλος της Άνγκελα Μέρκελ και πρώην διευθυντής της BlackRock έγινε ο δέκατος καγκελάριος της χώρας από το 1949, ο έκτος Χριστιανοδημοκράτης.  Αλλά δεν έχει κανένα λόγο να πανηγυρίζει. Έχει υποστεί τη μεγαλύτερη δυνατή ταπείνωση και θα μείνει στα βιβλία της γερμανικής ιστορίας ως ο πρώτος υποψήφιος για την καγκελαρία που δεν κατάφερε να εκλεγεί με την πρώτη ψηφοφορία.

Για να το πετύχει μάλιστα ο Μερτς χρειάστηκε να σπάσει ένα Χριστιανοδημοκρατικό «ταμπού» και για πρώτη φορά ένωσε τις δυνάμεις του με το κόμμα της Αριστεράς.

Προκειμένου να διατηρήσει  το «υγειονομικό τείχος» προστασίας κατά του ακροδεξιού AfD, ο Μερτς κατέφυγε και στους βουλευτές του Die Linke στη Bundestag προκειμένου να υπάρξει η απαραίτητη πλειοψηφία των δύο τρίτων ώστε να διεξαχθεί αμέσως η δεύτερη ψηφοφορία για την εκλογή του. Και όχι μετά από 14 ημέρες που προβλέπει το γερμανικό Σύνταγμα.

Λεπτομέρειες θα πείτε, αφού η Γερμανία διαθέτει πλέον καγκελάριο και νέα, 17μελή κυβέρνηση. Ενα όντως μικρό και ευέλικτο υπουργικό συμβούλιο, σε σχέση με άλλες χώρες, όπως η Ελλάδα για παράδειγμα.

Αλλά το πάθημα ελπίζουμε να έγινε μάθημα: Η αποτυχημένη πρώτη απόπειρα εκλογής του Μερτς ως Καγκελάριου, έδειξε ότι οι πλειοψηφίες δεν μπορούν να επιβληθούν. Όποιος πολώνει συνεχώς δεν μπορεί να περιμένει από όλους να τον στηρίξουν, όταν χρειάζεται.

Το τριπλό σοκ

Σε κάθε περίπτωση, η νέα κυβέρνηση CDU-SPD αναλαμβάνει την «κληρονομιά» του άχρωμου κατά γενική ομολογία, τέως καγκελάριου Όλαφ Σολτς.

Ο Μερτς είναι αντιμέτωπος με ένα δύσκολο πλαίσιο στην οικονομική και εξωτερική πολιτική: Με μεγαλύτερο χρέος, περισσότερες επενδύσεις, αλλά και περίσσεια φιλοδοξία για την αντιμετώπιση του τριπλού σοκ που βίωσε η Γερμανία τα τελευταία χρόνια:

Το τέλος της ομφαλοσκοπικής σχέσης με τη Ρωσία, την εμφάνιση μιας Κίνας που δεν είναι πλέον υπεργολάβος αλλά στρατηγικός ανταγωνιστής σε πολλούς βασικούς τομείς της γερμανικής βιομηχανίας και, τέλος, την αμφισβήτηση της αμερικανικής εγγύησης ασφάλειας όσον αφορά την άμυνα και τη γεωπολιτική προστασία. Τρία σοκ  που έχουν διαμορφώσει μια κρίσιμη κατάσταση στην Ευρώπη.

Η Γερμανία, η οποία είχε καθιερωθεί ως «ειρηνική δύναμη» στο επίπεδο ενός οικονομικού-βιομηχανικού γίγαντα και βρισκόταν στο βάθρο των σημαντικότερων εξαγωγέων στον κόσμο, μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ, βίωσε μια κρίση ταυτότητας υπό την κυβέρνηση Σολτς.

Ο Μερτς θέλει τώρα να δώσει μια απάντηση: η επιλεγμένη οδός είναι αυτή της αμφισβήτησης των βεβαιοτήτων του συστήματος της χώρας.

Το σκληροπυρηνικό CDU συμφωνησε να ανοίξει τις πύλες του για δαπάνες ύψους 500 δισεκατομμυρίων σε υποδομές, πράσινες τεχνολογίες και ενεργειακά δίκτυα για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Αλλά και  να ενεργοποιήσει την ευρωπαϊκή ρήτρα διασφάλισης για τη δημιουργία ενός αμυντικού ταμείου ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ .

Την ίδια ώρα, οι Σοσιαλδημοκράτες κυβερνητικοί εταίροι του Μερτς , αποδέχονται πλέον αυστηρότερες πολιτικές για τους μετανάστες και μειώσεις φόρων για τις εταιρείες, προκειμένου να παραμείνουν στην κυβέρνηση. Όπως έχουν κάνει άλλωστε για 22 από τα 26 χρόνια από το 1999, συχνά ως μικρότερος εταίρος των Χριστιανοδημοκρατών.

Ατλαντιστής «αντι-Τραμπ»

Ο Μερτς, ο κατεξοχήν φιλοαμερικανός ιέραξ στο CDU, παρουσιάζεται μάλιστα τώρα ως ο αντι-Τραμπ και υποστηρίζει την «πλήρη ανεξαρτησία» από τις ΗΠΑ σε θέματα άμυνας και ασφάλειας.

Ο πρώην υποστηρικτής της δημοσιονομικής αυστηρότητας σκοπεύει να καλύψει πάντως με «χρυσό»  τους γερμανικούς αμυντικούς κολοσσούς, όπως η Rheinmetall και άλλους, στο όνομα του επανεξοπλισμού.

Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν πάντως ότι η κυβέρνηση Μερτς  μπορεί να είναι το τελευταίο τρένο για τη Γερμανία ώστε να υιοθετήσει ένα πολιτικό και αναπτυξιακό μοντέλο, κατάλληλο για τον 21ο αιώνα.
Αλλιώς, μπορεί να υπάρξει αχαρτογράφητο έδαφος. Για τη Γερμανία, προφανώς, αλλά επίσης, αν όχι πάνω απ’ όλα, για την Ευρώπη.

Ισως και να είναι το τελευταίο χαρτί της ατμομηχανής και του τρένου της Ευρώπης, πριν από την οριστική «έκρηξη» της ακροδεξιάς AfD και των ομοϊδεατών της στη Γηραιά ήπειρο, που καραδοκούν να εκμεταλλευτούν λάθη και απογοητεύσεις από τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου.