Skip to main content

Ο «Σουλτάνος» και ο «Γκάντι»

REUTERS/Violeta Santos Moura

Οι ελπίδες της αντιπολίτευσης να καταφέρει επιτέλους να εκδιώξει τον Ερντογάν από την εξουσία στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, είναι μεγάλες.

Επί δυο δεκαετίες, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατάφερε να κυριαρχήσει πολιτικά στη γείτονα. Υπό την ηγεσία του η Τουρκία άλλαξε και αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Στην ξεχασμένη ενδοχώρα της Ανατολίας η προσωπική κοινωνική και οικονομική πρόοδος φάνηκε ξαφνικά δυνατή για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.

Ο Ερντογάν προσπάθησε να αναστήσει επίσης την «Οθωμανική αυτοκρατορία» ανοίγοντας μέτωπα με όλες τις γειτονικές χώρες. Για την αποκατάσταση του μεγαλείου της πρώην αυτοκρατορίας, προώθησε μια στενή συνέργεια μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της θρησκευτικής. Στόχος του απερχόμενου προέδρου είναι η Τουρκία να έχει τη θρησκευτική ηγεσία του παγκόσμιου Ισλάμ.

Θέλησε επίσης να ηγηθεί της τουρκόφωνης κοινότητας παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένου του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας. Αυτό αποδεικνύεται και από τις επιλογές του, για παράδειγμα μέσω των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων, που εφαρμόζουν την τουρκική πολιτική για οικονομική επέκταση. Κατάφερε μάλιστα να συμμαχήσει με τον Πούτιν. Ρωσία και Τουρκία δρουν πρακτικά στην ίδια περιοχή, αλλά χωρίς καμία σύγκρουση (τουλάχιστον μέχρι τώρα).

Τεράστια προβλήματα

Σήμερα, όμως, η Τουρκία παλεύει με τεράστια οικονομικά προβλήματα. Ο υψηλός πληθωρισμός, ο οποίος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι ο Ερντογάν συνεχίζει να πιέζει την κεντρική τράπεζα να υιοθετήσει μια ανορθόδοξη πολιτική  χαμηλών επιτοκίων, σημαίνει ότι πολλοί Τούρκοι δύσκολα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την καθημερινότητά τους σήμερα.

Την ίδια ώρα, ο Ερντογάν και το κυβερνών του κόμμα, το AKP, αντιμετωπίζουν μια τεράστια φθορά μετά τη μακρόχρονη διακυβέρνησή τους. Η τουρκική πολιτική σήμερα περιστρέφεται κυρίως γύρω από τον 69χρονο «Σουλτάνο», ο οποίος, μετά την εκλογή του ως αρχηγού κράτους το 2014 και την επακόλουθη καθιέρωση ενός προεδρικού συστήματος αποκλειστικά προσαρμοσμένου στις ανάγκες του, έχει γίνει το μοναδικό κέντρο εξουσίας της χώρας. Όλες οι αποφάσεις συνδυάζονται με τον Ερντογάν.

Ειδικά, μετά τον μεγάλο σεισμό, που σκότωσε περισσότερους από 51.000 ανθρώπους, έγινε φανερό πόσο επιρρεπές ήταν το καθεστώς Ερντογάν στην κακή διαχείριση κρίσεων και κυρίως στη διαφθορά.

Οι ελπίδες της αντιπολίτευσης να καταφέρει επιτέλους να εκδιώξει τον Ερντογάν από την εξουσία στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, είναι μεγάλες.

Για πρώτη φορά υπάρχει μια συμμαχία έξι κομμάτων και ηγετών, έστω και με πολύ διαφορετικό υπόβαθρο.

Ο «Γκάντι Κεμάλ»

Μια συμμαχία που βρήκε στο πρόσωπο του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου έναν κορυφαίο υποψήφιο που πιστεύεται ότι είναι ικανός να κερδίσει τη μάχη.

Ο 74χρονος επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος CHP, ο οποίος κάποτε ήταν επικεφαλής του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης της Τουρκίας, εξακολουθεί να έχει την εικόνα του άχρωμου δημοσίου υπαλλήλου. Αλλά στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας μπόρεσε όλο και περισσότερο να κερδίσει τις μάζες. Τα τελευταία 20 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων έκανε την καταπολέμηση της διαφθοράς και της οικογενειοκρατίας το κύριο πολιτικό του μέλημα, ο Κιλιτσντάρογλου ανέπτυξε επίσης τη φήμη ενός έντιμου και αδιάφθορου πολιτικού, που θέτει υψηλά ηθικά πρότυπα για τον εαυτό του και το κόμμα του. Το 2017, ο Κιλιτσντάρογλου, τον οποίο τα τουρκικά ΜΜΕ αποκαλούν «Γκάντι Κεμάλ», περπάτησε 400 χιλιόμετρα από την Άγκυρα στην Κωνσταντινούπολη για να διαμαρτυρηθεί για τις κατασταλτικές πολιτικές του κυβερνώντος ΑΚP.

Αν και αυτοπροσδιορίζεται ως «Dede»(παππούς), ο Κιλιτσντάρογλου έχει κερδίσει τη νέα γενιά που έχει μείνει στο περιθώριο από το σύστημα Ερντογάν και τώρα θέλει  να ψηφίσει για μια νέα αρχή στην Τουρκία.

Ο Κιλιτσντάρογλου υπόσχεται  πάνω από όλα συμφιλίωση στη χώρα. Υπό την ηγεσία του, το αυταρχικό προεδρικό σύστημα πρόκειται να καταργηθεί. Το «μακρύ χέρι» του Ερντογάν-η κεντρική τράπεζα, η δικαιοσύνη και οι άλλοι κρατικοί οργανισμοί- πρόκειται να γίνουν ξανά πιο ανεξάρτητες. Θέλει επίσης να θέσει ξανά την Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά, σε περίπτωση νίκης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι ο Ερντογάν έχει φτιάξει ένα καθεστώς εδώ και 20 χρόνια. Έχει τοποθετήσει συμμάχους και φίλους του στην ηγεσία του στρατού, της διοίκησης και της δικαιοσύνης. Με λίγα λόγια, ο Ερντογάν μπόρεσε να αναδιαρθρώσει το τουρκικό «βαθύ κράτος» για προσωπικό όφελός του.

Σε κάθε περίπτωση, αυτό θα δυσκολέψει πολύ τον  Κιλιτσντάρογλου να κυβερνήσει τη χώρα με σταθερότητα. Και η αστάθεια είναι ο χειρότερος παράγοντας σε μια χώρα. Τόσο κοντά και στη δική μας…