Skip to main content

Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης: Προκλήσεις, στόχοι και προοπτικές για την «επόμενη μέρα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Του Δημήτρη Παπαδημούλη*

Οι νέες τάσεις και οι σύγχρονες προκλήσεις, με κύριες την κλιματική κρίση (πράσινη μετάβαση), την 4η Βιομηχανική Επανάσταση (ψηφιακή μετάβαση) και τις ολοένα αυξανόμενες ανισότητες σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο, θέτουν την ΕΕ σε μία διαδικασία προσαρμογής και αποφάσεων που θα καθορίσουν τα μελλοντικά βήματα της Ένωσης.

Στην Έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που δημοσιεύθηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου ενόψει της συζήτησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την Κατάσταση της Ένωσης, οι Ευρωπαίοι πολίτες έθεσαν τις προτεραιότητές τους σχετικά με τις πολιτικές στις οποίες θα πρέπει να δώσει έμφαση η ΕΕ. Έστειλαν μηνύματα για την εικόνα που έχουν για το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Συγκεκριμένα, σχετικά με τα ζητήματα που θα πρέπει να θέσει το Ευρωκοινοβούλιο ως πολιτικές προτεραιότητες απάντησαν κατά σειρά: καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής 43%, καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού 32%, στήριξη της οικονομίας και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας 31%, καταπολέμηση της τρομοκρατίας 31%, δημόσια υγεία 27% και μετανάστευση και άσυλο 27%.

Στην έρευνα κεντρική θέση καταλαμβάνει η στήριξη των πολιτών της ΕΕ στο κράτος δικαίου, μιας και το 81% των Ευρωπαίων απαντά ότι η ΕΕ θα πρέπει να παρέχει χρηματοδοτικούς πόρους μόνο στα κράτη-μέλη που σέβονται το κράτος δικαίου και τις δημοκρατικές αρχές, με το ποσοστό να ανεβαίνει στο 90% των Ελλήνων ερωτηθέντων.

Πέρα όμως από την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, οι Ευρωπαίοι πολίτες καταθέτουν τις προτάσεις τους και τις ιδέες τους για την επόμενη ημέρα της ΕΕ, στο πλαίσιο της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης, μέσω της ψηφιακής της πλατφόρμας που εγκαινιάστηκε τον Απρίλιο του 2021.

Τέσσερις ομάδες πολιτών, αποτελούμενη η καθεμία από 200 πολίτες από όλες τις γωνιές της Ευρώπης, ξεκίνησαν τις εργασίες τους μετά το καλοκαίρι, εξετάζοντας τις υποβαλλόμενες στην πλατφόρμα προτάσεις και συζητώντας τις αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν στην ΕΕ. Κάθε ομάδα θα συνεδριάσει τουλάχιστον τρεις φορές και είναι ελεύθερη να καθορίσει τις προτεραιότητές της. Οι συστάσεις τους θα παρουσιαστούν στην Ολομέλεια της Διάσκεψης.

Από τις συνολικά δέκα θεματικές ενότητες, η «ευρωπαϊκή δημοκρατία» και η «κλιματική αλλαγή» έχουν προσελκύσει, έως σήμερα, μακράν τον μεγαλύτερο όγκο συνεισφορών. Οι ιδέες στο πλαίσιο της πρώτης θεματικής είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και επιβεβαιώνουν ότι οι ευρωπαίοι πολίτες επιθυμούν την αναδιάρθρωση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων ή ακόμη και ομοσπονδοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, προτείνονται θεσμικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο να καταστούν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πιο αποτελεσματικά και διαφανή και να έρθουν πιο κοντά στους πολίτες, όπως η επέκταση της ψηφοφορίας στο Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία σε περισσότερα ζητήματα και η ενίσχυση του ρόλου του Ευρωκοινοβουλίου.

Ακολουθεί η θεματική ενότητα «ισχυρότερη οικονομία, κοινωνική δικαιοσύνη και θέσεις εργασίας», στην οποία οι συνεισφέροντες τονίζουν ότι είναι σημαντικό η Ευρώπη να γίνει πιο συμμετοχική και κοινωνικά δίκαιη, ιδίως υπό το πρίσμα της πανδημίας COVID-19. Οι ευρωπαίοι πολίτες πιστεύουν ότι η ευημερία διαφόρων ομάδων ανθρώπων, ιδίως των πλέον μειονεκτούντων, είναι καίριας σημασίας για την επιτυχή λειτουργία και την περαιτέρω ανάπτυξη της ΕΕ και, στο πλαίσιο αυτό, ζητούν, μεταξύ άλλων, την περαιτέρω ενίσχυση της ισότητας των φύλων. Παρουσιάζουν ιδέες σχετικά με την βελτιστοποίηση των συνθηκών εργασίας και την καλύτερη διασφάλιση των εργατικών δικαιωμάτων. Τέλος, ζητούν την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και την επέκταση του Ταμείου Ανάκαμψης.

Οι παραπάνω προτεραιότητες και προτάσεις των ευρωπαίων πολιτών και οι εκκλήσεις τους για περισσότερη και καλύτερη Ευρώπη, με ταχύτερη πολιτική ενοποίηση και εμβάθυνση και για μεγαλύτερη και πιο φιλόδοξη δραστηριοποίηση σε ζητήματα περιβάλλοντος, μείωσης των ανισοτήτων και κράτους δικαίου αποτελούν ένα πολύ θετικό και αισιόδοξο βήμα.

Δυστυχώς, όμως, μία σειρά ανησυχιών που αφορούν στη Διάσκεψη και που έχουν επισημανθεί στο παρελθόν έχουν αρχίσει να επιβεβαιώνονται. Μια βασική πρόκληση, κρίνοντας και από τον βαθμό απήχησης του εγχειρήματος, είναι η μικρή έως τώρα συμμετοχή των Ευρωπαίων πολιτών στις διαδικασίες της Διάσκεψης. Έως σήμερα, έχουν καταγραφεί στην πλατφόρμα μόνο λίγες δεκάδες χιλιάδες συνεισφορές πολιτών, με την Ελλάδα δυστυχώς να είναι ουραγός στη σχετική συμμετοχή.

Το δεύτερο και σημαντικότερο ζήτημα είναι εκείνο του αν και κατά πόσο υπάρχει ειλικρινής πολιτική βούληση από την Κομισιόν και ακόμη περισσότερο από το Συμβούλιο η Διάσκεψη να παράγει αποτελέσματα, ενσωματώνοντας νέες ουσιαστικές ιδέες πολιτικής και θεσμοθετώντας δημοκρατικές καινοτομίες – όπως οι συνελεύσεις των πολιτών – ή θα παραμείνει σε ένα ασαφές και αόριστο θεωρητικό επίπεδο. Υπό το πρίσμα αυτό, κεντρικό παραμένει το ερώτημα του κατά πόσο η Διάσκεψη θα έχει ουσιαστικό πολιτικό αντίκτυπο στη λήψη αποφάσεων για το μέλλον και το μετασχηματισμό της ΕΕ.

Δυστυχώς ο βαθμός φιλοδοξίας των τριών ευρωπαϊκών θεσμών για αυτήν τη σημαντική διαδικασία δημοκρατικού διαλόγου διαφέρει ριζικά. Με αποτέλεσμα οι προσδοκίες για τολμηρή αξιοποίηση των συμπερασμάτων της Διάσκεψης να είναι αρκετά χαμηλές. Ευρωκοινοβούλιο, Συμβούλιο και Κομισιόν δεν είναι το ίδιο έτοιμα να δεσμευθούν να ακούσουν τους πολίτες και να δώσουν ουσιαστική συνέχεια στα συμπεράσματα της Διάσκεψης. Παρά τις δηλώσεις της Προέδρου της Κομισιόν, στην ομιλία της στο Ευρωκοινοβούλιο για την Κατάσταση της Ένωσης, ότι «η Επιτροπή θα είναι έτοιμη να δώσει συνέχεια στα σημεία που θα αποφασιστούν από τη Διάσκεψη», στην πραγματικότητα, η Κομισιόν αντιμετωπίζει την τελευταία σαν μια γραφειοκρατική διαδικασία. Από την πλευρά του, το Συμβούλιο, ακόμη πιο συντηρητικό, δεν αναλαμβάνει καμία δέσμευση και ζητά να μην υποβληθούν καν γραπτές προτάσεις από τις ομάδες εργασίας προς την Ολομέλεια.

Το Ευρωκοινοβούλιο, από την άλλη, είναι ο μόνος θεσμός που βλέπει την πρωτοβουλία της Διάσκεψης ως μια ευκαιρία να οικοδομηθεί μια ισχυρή και κατάλληλα χρηματοδοτούμενη πολιτική Ένωση που θα μπορεί να αντιμετωπίσει τις μεγάλες διακρατικές προκλήσεις της εποχής μας. Όλες οι πολιτικές ομάδες – πλην των υπερσυντηρητικών και της άκρας δεξιάς – επιθυμούν να βγει κάτι ουσιαστικό από τη διαδικασία, ζητώντας από την Κομισιόν και το Συμβούλιο να δεσμευτούν ότι θα απαντήσουν στις γραπτές προτάσεις των ομάδων των πολιτών.

Ανεξάρτητα, πάντως, από το τελικό αποτέλεσμα, για το οποίο κρατώ ‘μικρό καλάθι’, οι ιδέες που θα διατυπωθούν στη Διάσκεψη θα πρέπει αναμφίβολα να παραμείνουν ως αναφορές, για αξιοποίηση στο μέλλον.

* Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Συντονιστής της Ευρωομάδας της Αριστεράς (Τhe Left) στην Επιτροπή Προϋπολογισμών (BUDG) και μέλος της αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης.