«Πυρ ομαδόν» από αξιωματούχους αλλά και φορείς της κινεζικής ναυτιλίας κατά της απόφασης της διοίκησης Τραμπ για επιβολή τελών σε κινεζικά πλοία που προσεγγίζουν αμερικανικά λιμάνια.
Επισημαίνεται ότι την προηγούμενη εβδομάδα το Γραφείο Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ ανακοίνωσε, μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, τα τέλη που θα καταβάλλουν κινεζικής κατασκευής ή κινεζικής διαχείρισης πλοία που θα «πιάνουν» σε λιμάνια των ΗΠΑ.
Παράλληλα «στόχευσε» με τέλη και τα car carriers, ανεξάρτητα από τη χώρα κατασκευής τους (εκτός αν είναι από τις ΗΠΑ), ενώ σε τρία χρόνια θα κληθούν να καταβάλουν τέλη και τα LNG carriers που δεν έχουν ναυπηγηθεί στη χώρα.
Λίγες μέρες πριν από την επιβολή τελών στα κινεζικά πλοία, οι ΗΠΑ είχαν αποφασίσει να επιβάλουν δασμούς ύψους 145% σε κινεζικά προϊόντα.
Ανακοίνωση
Μετά και την επιβολή τελών στα κινεζικά πλοία, το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας (MOFCOM) σε ανακοίνωσή του αναφέρει ότι οι ΗΠΑ «καταχράστηκαν τους δασμούς σε όλους τους εμπορικούς εταίρους τους υπό τη σημαία της λεγόμενης αμοιβαιότητας».
Το υπουργείο πήρε επίσης θέση για τις χώρες που διαπραγματεύονται με τις ΗΠΑ για τη μείωση των δασμών και χρησιμοποιούν το εμπόριο με την Κίνα ως μοχλό πίεσης, λέγοντας ότι η χώρα του «αντιτίθεται σθεναρά σε κάθε μέρος που επιτυγχάνει συμφωνία εις βάρος των συμφερόντων της Κίνας».
Ωστόσο, η Κίνα εξέφρασε επίσης την προθυμία της να καταλήξει σε συμφωνίες για τον μετριασμό των δασμών.
«Η Κίνα είναι πρόθυμη να ενισχύσει την αλληλεγγύη και τον συντονισμό με όλα τα μέρη, να συνεργαστεί για να αντισταθεί στους μονομερείς εκφοβισμούς, να διαφυλάξει τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά της και να υπερασπιστεί τη διεθνή δικαιοσύνη».
Νωρίτερα, η κινεζική Ένωση Ναυπηγικής Βιομηχανίας (CANSI) εξέφρασε επίσης τη διαμαρτυρία της για τα λιμενικά τέλη στα πλοία που συνδέονται με την Κίνα. Η ένωση δήλωσε εξαιρετικά αγανακτισμένη και ότι θα «αντιταχθεί αποφασιστικά» στα αμερικανικά μέτρα.
«Η παρακμή της ναυπηγικής βιομηχανίας των ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα του προστατευτισμού της και δεν έχει καμία σχέση με την Κίνα», δήλωσε η CANSI.
«Καλούμε τη διεθνή ναυτιλιακή βιομηχανία να αντισταθεί από κοινού σε αυτή την κοντόφθαλμη συμπεριφορά των ΗΠΑ και να διατηρήσει από κοινού ένα δίκαιο περιβάλλον αγοράς», πρόσθεσε.
Προειδοποίησε ότι οι αμερικανικοί περιορισμοί θα διαταράξουν το παγκόσμιο ναυτιλιακό σύστημα, θα οδηγήσουν σε εκτίναξη του κόστους ναυτιλίας, θα ωθήσουν περαιτέρω τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ και θα βλάψουν τα συμφέροντα του αμερικανικού λαού.
Εν τω μεταξύ, η Ένωση Εφοπλιστών Κίνας (CSA) δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να σταματήσουν τις πολιτικά καθοδηγούμενες έρευνες και τα μέτρα διακρίσεων για να μην προκαλέσουν περαιτέρω ζημιά στους παγκόσμιους τομείς της ναυτιλίας, της εφοδιαστικής και της ναυπηγικής βιομηχανίας, σύμφωνα με δημοσίευμα του Xinhua News.
Η CSA σημείωσε ότι οι κινεζικές ναυτιλιακές εταιρείες τηρούν αυστηρά τους διεθνείς εμπορικούς κανόνες και παρέχουν σταθερές και αξιόπιστες υπηρεσίες εφοδιαστικής για την υποστήριξη του παγκόσμιου εμπορίου, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Joe Kramek, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ναυτιλίας, επισημαίνει σοβαρά δομικά προβλήματα, λέγοντας ότι οι «οπισθοδρομικές κυρώσεις» θα διαταράξουν τις επενδύσεις και υπάρχει κίνδυνος να βλάψουν τους Αμερικανούς εξαγωγείς.
Βασίζοντας τα τέλη στην καθαρή χωρητικότητα, το WSC υποστηρίζει ότι «τιμωρούνται δυσανάλογα τα μεγαλύτερα, πιο αποδοτικά πλοία που παραδίδουν βασικά αγαθά, συμπεριλαμβανομένων των εξαρτημάτων που χρησιμοποιούνται στις γραμμές παραγωγής των ΗΠΑ.
Σε ποιες περιπτώσεις ισχύουν
Από την πλευρά του, σε άρθρο του στην εφημερίδα Washington Examiner, ο υπουργός Μεταφορών των ΗΠΑ Σον Νταφ σημειώνει:
«Η έναρξη μιας νέας εποχής Τραμπ στη ναυτιλιακή κυριαρχία είναι ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό της χρυσής εποχής των μεταφορών».
Πιο συγκεκριμένα οι ΗΠΑ αποφάσισαν να επιβάλουν:
- Τέλη σε πλοιοκτήτες ή διαχειριστές με κινεζικά πλοία με βάση το net tonnage ανά ταξίδι με 50 δολάρια ανά τόνο, αυξανόμενα κατά 30 δολάρια ετησίως σε βάθος τριών ετών.
- Τέλη για πλοία κινεζικής κατασκευής από 18 δολάρια ανά τόνο ή 120 δολάρια ανά κοντέινερ, αυξανόμενα κατά 5 δολάρια ετησίως.
- Επίσης, θα χρεώνουν 150 δολάρια ανά μονάδα CEU για car carriers που δεν είναι από τις ΗΠΑ.
- Τέλος, θα επιβάλουν σταδιακούς περιορισμούς μετά από τρία έτη και σε βάθος 22 ετών στις εξαγωγές LNG μέσω ξένων πλοίων, ενισχύοντας τα αμερικανικής ναυπήγησης LNG πλοία.