Skip to main content

Οι Διχασμένες Πολιτείες της Αμερικής για τον έλεγχο της οπλοκατοχής

Από την έντυπη έκδοση

Του Τζέφρι Σακς*
*Ο κ. Σακς είναι καθηγητής Βιώσιμης Ανάπτυξης και καθηγητής Πολιτικής Υγείας και Μάνατζμεντ στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Επίσης είναι διευθυντής του Κέντρου Βιώσιμης Ανάπτυξης και του Δικτύου των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.

Η σφαγή στο Λας Βέγκας και όσα έγιναν μετά είναι καθαρά αμερικανικά. Ένα διαταραγμένο άτομο κουβαλά σχεδόν δύο ντουζίνες υψηλής τεχνολογίας επιθετικά όπλα στον 32ο όροφο ενός δωματίου ξενοδοχείου για να σκορπίσει τον θάνατο κατά ανθρώπων που παρακολουθούσαν μια συναυλία σε μία μαζική δολοφονία και αυτοκτονία. Ως απάντηση, οι πόλεμοι κουλτούρας αναζωπυρώθηκαν πάλι, με τους υποστηρικτές του ελέγχου των όπλων σε μια έντονη διαμάχη κατά των ενθουσιωδώς υποστηρικτών των όπλων. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει συναίνεση σε μια βαθιά αλήθεια: δεν θα αλλάξει τίποτα ιδιαίτερα. Ύστερα από μία εβδομάδα τηλεοπτικών συγκινητικών κηδειών, η ζωή στην Αμερική θα συνεχιστεί μέχρι την επόμενη σφαγή.

Η μαζική βία είναι βαθιά ριζωμένη στην αμερικανική κουλτούρα. Οι Ευρωπαίοι έποικοι της Αμερικής πραγματοποίησαν επί δύο αιώνες γενοκτονία κατά των ιθαγενών κατοίκων και εγκαθίδρυσαν μια οικονομία σκλάβων τόσο πολύ εκτεταμένη, που μόνο ένας καταστροφικός εμφύλιος πόλεμος της έδωσε τέλος. Σε όλες σχεδόν τις υπόλοιπες χώρες, ακόμη και στην τσαρική Ρωσία, η δουλεία και η δουλοπαροικία τερματίστηκαν με διάταγμα ή νόμο, χωρίς μια τετραετή αιματοχυσία. Όταν τελείωσε, η Αμερική εγκαθίδρυσε και επέβαλε επί έναν αιώνα ένα σύστημα απαρτχάιντ.

Μέχρι σήμερα, τα ποσοστά ανθρωποκτονιών και φυλάκισης στην Αμερική είναι κατά πολύ υψηλότερα από αυτά της Ευρώπης.
Διάφορες ένοπλες μαζικές επιθέσεις συμβαίνουν κάθε χρόνο – σε μια χώρα η οποία διεξάγει αμέτρητους πολέμους στο εξωτερικό. Η Αμερική είναι εν ολίγοις μια χώρα με ιστορικό παρελθόν και μια σκληρή πραγματικότητα ρατσισμού, εθνικού σοβινισμού και προσφυγής στη μαζική βία.

Οι επιθέσεις στο Λας Βέγκας κατέστησαν σαφές για μία ακόμη φορά την ανάγκη της απαγόρευσης των επιθετικών όπλων. Όταν η Αμερική είχε μία τέτοια απαγόρευση, από τον Σεπτέμβριο του 1994 έως τον Σεπτέμβριο του 2004, συνέβαλε στο να μειωθούν οι μαζικές επιθέσεις. Το Κογκρέσο όμως δεν κατάφερε να ανανεώσει την απαγόρευση, λόγω του επίμονου λόμπι των οπαδών των όπλων. Ούτε πρόκειται η απαγόρευση να επανέλθει σύντομα σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Μία απαγόρευση κατά των «μετατροπέων», ο μηχανισμός ο οποίος χρησιμοποιήθηκε από τον δολοφόνο του Λας Βέγκας προκειμένου να μετατρέψει τα ημιαυτόματα όπλα του σε αυτόματα, είναι πιθανή. Αλλά δεν θα υπάρξουν περισσότερες ενέργειες σε ομοσπονδιακό επίπεδο από αυτές.

Όταν η Αυστραλία απαγόρευσε τα επιθετικά όπλα το 1996, οι μαζικές επιθέσεις σταμάτησαν απότομα. Οι οπαδοί των όπλων στην Αμερική απορρίπτουν τέτοια στοιχεία και οι μαζικές επιθέσεις σαν αυτή στο Λας Βέγκας χρησιμοποιούνται μόνο για να ενισχύουν την πεποίθηση ότι τα πυροβόλα όπλα είναι τα μόνα που τους προστατεύουν πραγματικά σε έναν επικίνδυνο κόσμο. Σύμφωνα με αξιόπιστα πρόσφατα στοιχεία, η προσκόλληση στα όπλα είναι ιδιαιτέρως έντονη ανάμεσα στους χαμηλής παιδείας Ρεπουμπλικάνους άνδρες, οι οποίοι ζουν κυρίως σε αγροτικές και προαστιακές περιοχές στο Νότο και Μεσοδυτικά – τα ίδια δημογραφικά δεδομένα που σχηματίζουν τον πυρήνα στήριξης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Παρά τις βαθιές ιδεολογικές διαφορές στη χώρα, υπάρχει μία δόση ελπίδας. Με βάση το Αμερικανικό Σύνταγμα, οι πολιτείες έχουν τη εξουσία να απαγορεύσουν τα επιθετικά όπλα και να ρυθμίσουν τα πυροβόλα (όχι όμως και να απαγορεύσουν παντελώς τα περίστροφα και τα τουφέκια, με δεδομένη την ερμηνεία του Ανώτατου Δικαστηρίου “του δικαιώματος να φέρεις όπλα” της Δεύτερης Τροποποίησης). Η δική μου πολιτεία, η Νέα Υόρκη, απαγορεύει ήδη τα επιθετικά όπλα, όπως και μερικές ακόμη άλλες πολιτείες. Αντί να δοθεί αγώνας για μία ακόμη κακοπροαίρετη μάχη στην Ουάσιγκτον, είναι περισσότερο υποσχόμενο να ενθαρρύνουμε μερικές ακόμη πολιτείες να εξασκήσουν τα προνόμιά τους.

Οι πολιτείες που θα το πράξουν θα έχουν χαμηλότερα ποσοστά μαζικών επιθέσεων, περισσότερο ασφαλείς πολίτες και πιο ανθούσες οικονομίες. Το Λας Βέγκας δεν θα υποφέρει μόνο από το τραύμα της πρόσφατης σφαγής, αλλά και από τη μείωση του τουρισμού και των συνεδρίων, τουλάχιστον έως ότου η Νεβάδα καταστείλει τα επιθετικά όπλα και εγγυηθεί την ασφάλεια των επισκεπτών.

Η Αμερική σήμερα δεν έχει απλά κόκκινες (συντηρητικές) πολιτείες και μπλε (προοδευτικές) πολιτείες, αλλά ντε φάκτο κόκκινες και μπλε χώρες, δηλαδή, ξεχωριστές περιοχές με ξεχωριστές κουλτούρες, ήρωες, πολιτικές, διαλέκτους, οικονομίες και ιδέες για την ελευθερία. Στην πόλη της Νέας Υόρκης, ελευθερία σημαίνει ότι δεν πρέπει να φοβάσαι πως οι χιλιάδες ξένοι μοιράζονται τους πεζόδρομους και τα πάρκα της πόλης με σένα οποιαδήποτε μέρα κουβαλώντας φονικά όπλα. Στο Τέξας ή το Λας Βέγκας, ελευθερία σημαίνει να κουβαλάς μαζί σου πυροβόλα όπλα όπου θέλεις.

Είναι καιρός να αφήσουμε τις κόκκινες πολιτείες και τις μπλε πολιτείες στον δρόμο τους. Δεν χρειάζεται να κάνουμε έναν ακόμη εμφύλιο πόλεμο για να συμφωνήσουμε σε μία ακόμη φιλική και περιορισμένη κίνηση για χαλαρότερους δεσμούς ανάμεσα στις πολιτείες. Σε αυτό, οι συντηρητικοί έχουν δίκιο: Ας περιορίσουμε την ισχύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και επιστρέψουμε περισσότερα κέρδη και ρυθμίσεις πίσω στις πολιτείες, υποκείμενες σε θεσμικά όρια όσον αφορά τον διαχωρισμό των εξουσιών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Με αυτόν τον τρόπο, η κάθε πλευρά των πολιτιστικών πολέμων μπορεί να μετακινηθεί πιο κοντά στα προτιμώμενα αποτελέσματα χωρίς να αναγκάζει την άλλη πλευρά να κάνει το ίδιο.

Η δική μου πολιτεία θα ευημερήσει σε μια τέτοια χαλαρή ομοσπονδία, κάνοντας χρήση του αυξημένου περιθωρίου κινήσεων για να κάνει αυστηρότερες τις δικές της ρυθμίσεις και αναβαθμίσει τις κοινωνικές της υπηρεσίες με την εξοικονόμηση φόρων που καταβάλλονται τώρα στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Και η χαλαρότερη ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα σημάνει λιγότερους αμερικανικούς «πολέμους επιλογής» στη Μέση Ανατολή.

Σε κάποιο σημείο, οι ΗΠΑ θα καταλήξουν σε νομοθέτηση του ελέγχου της οπλοκατοχής. Όταν περισσότεροι γερουσιαστές συνειδητοποιήσουν ότι οι ίδιες τους οι ζωές βρίσκονται σε κίνδυνο -οι όποιες, δυστυχώς, όντως βρίσκονται- θα αναζητήσουν τελικά εθνική ενέργεια. Δύο μέλη του Κογκρέσου έχουν ήδη δεχτεί επίθεση μέσα στη δεκαετία (η Gabrielle Giffords το 2011 και ο Steve Scalice πριν από λίγο καιρό). Προς το παρόν, όμως, τα μέλη του Κογκρέσου θα παραμείνουν εγκλωβισμένα στην πολιτική αντιπαράθεση των τρελαμένων οπλοφόρων και του λόμπι υπέρ των όπλων. Είναι τρομακτικό, αλλά δυστυχώς έτσι έχουν τα πράγματα.

Στην Αμερική του Τραμπ, η βία των όπλων και η αστάθεια ενισχύονται καθημερινά. Μία πολύ γρήγορη εφαρμογή λύσης σε εθνικό επίπεδο θα ήταν ιδανική. Αλλά έως ότου αυτό συμβεί, περισσότερες αμερικανικές πολιτείες θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να επιλέξουν τη σωτηρία από τα όπλα για τον εαυτό τους.

Copyright: Project Syndicate.
www.project-syndicate.org