Μία γυναίκα και το μωρό της ήταν τα πρώτα θύματα του τυφώνα Φλόρενς που πλήττει από το πρωί τις ανατολικές ακτές των ΗΠΑ, όπως ανακοίνωσε η αστυνομία του Γουίλμινγκτον, στη Βόρεια Καρολίνα.
Σύμφωνα με τις αστυνομικές αρχές, μητέρα και παιδί σκοτώθηκαν όταν ένα δέντρο έπεσε στο σπίτι τους. Ο πατέρας του μωρού τραυματίστηκε κι έχει μεταφερθεί σε νοσοκομείο.
Στο Πέντερ Κάουντι, μια γυναίκα έχασε, επίσης, τη ζωή της, όταν υπέστη καρδιακή προσβολή και το ασθενοφόρο δεν κατάφερε να φτάσει στο σπίτι της καθώς οι δρόμοι ήταν αποκλεισμένοι, ενώ ένας άνδρας σκοτώθηκε από ηλεκτροπληξία προσπαθώντας να θέσει σε λειτουργία μια γεννήτρια.
Σπασμένα τζάμια, δέντρα πεσμένα στο έδαφος, ξεριζωμένα από τις ριπές του ανέμου, πινακίδες λυγισμένες: η κωμόπολη Γουίλμινγκτον, στα ανατολικά παράλια των ΗΠΑ, μαστιγώνεται από το πρωί από τις επιθέσεις του τυφώνα Φλόρενς.
Οι δρόμοι της ιστορικής περιοχής, την οποία εκκένωσαν οι περισσότεροι κάτοικοι από τις αρχές της εβδομάδας, έχουν χάσει μεγάλο μέρος της γοητείας τους, αφού κλιματιστικά αποσπάστηκαν από τους τοίχους και ηλεκτρικά καλώδια κρέμονται από τις κολώνες.
Μολονότι υποβαθμίστηκε στην κατηγορία 1 πριν ακόμη φτάσει στην ξηρά, ο Φλόρενς έχει ήδη προκαλέσει σημαντικές ζημιές και η κατάσταση θα παραμείνει επικίνδυνη για άλλες 24 με 36 ώρες, όπως προειδοποιούν οι αρχές. Ο κυβερνήτης της Βόρειας Καρολίνας, Ρόι Κούπερ, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, τόνισε ότι ο κίνδυνος κάθε άλλο παρά έχει περάσει. «Ο ήλιος ανέτειλε σήμερα σε μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση και τα πράγματα θα χειροτερεύσουν. Όσοι βρίσκονται στην πορεία της καταιγίδας, αν με ακούτε, σας παρακαλώ μείνετε στα καταφύγια», είπε, τονίζοντας ότι τα ακραία φαινόμενα θα συνεχιστούν για αρκετές ημέρες.
Πολλοί δρόμοι στο Γουίλμινγκτον έχουν αποκλειστεί από τα πεσμένα δέντρα. Ένα από αυτά έπεσε στο σπίτι μιας οικογένειας, τραυματίζοντας τουλάχιστον έναν άνθρωπο. Πυροσβέστες έσπευσαν στο σημείο, για να κόψουν τα κλαδιά με αλυσοπρίονα και να απομακρύνουν τον κόσμο. Οι διασώστες «βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση, δε γνωρίζουν τι έχει απογίνει το δικό τους σπίτι, η δική τους οικογένεια. Η κατάσταση είναι δύσκολη για όλον τον κόσμο» είπε ο Μπάντι Μάρτινετ, ο επικεφαλής της πυροσβεστικής υπηρεσίας της πόλης.
Νωρίτερα είχαν ακουστεί πολλές εκρήξεις στο Γουίλμινγκτον, από μετασχηματιστές που εξερράγησαν ο ένας μετά τον άλλον, αφήνοντας την πόλη χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Πάντως, κάποιοι φαίνεται ότι αγνόησαν τις προειδοποιήσεις. Τέσσερις νέοι, παραβλέποντας τα συντρίμμια στους δρόμους και τα πεζοδρόμια, αλλά και τις ριπές του ανέμου που θα μπορούσαν να τους παρασύρουν, είχαν βγάλει βόλτα τον σκύλο τους.
Περισσότερα από 634.000 κτήρια έχουν μείνει χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα.
Στο Νιου Μπερν, πάνω στις όχθες του ποταμού Νιουζ, χρειάστηκε να επέμβουν οι διασώστες για να απομακρύνουν τουλάχιστον 100 κατοίκους που επέλεξαν να μείνουν στα σπίτια τους και χρειάστηκαν βοήθεια όταν το κέντρο της πόλης πλημμύρισε από τα νερά. Άλλοι 60 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων πολλά παιδιά, απομακρύνθηκαν από ξενοδοχείο στην πόλη Τζάκσονβιλ, όταν μέρος της στέγης του κατέρρευσε, λόγω των ανέμων.
«Μέχρι στιγμής σταθήκαμε τυχεροί» αφηγήθηκε ο Κόρι Σάμερ, ένας 47χρονος, που ζει εδώ και 25 χρόνια στην Καρολάινα Μπιτς, μια παραλιακή πόλη στα νότια του Γουίλμινγκτον. Η πόλη αυτή είχε ισοπεδωθεί από τον τυφώνα Χέιζελ πριν από μισό αιώνα. Όπως και πολλοί άλλοι, έμεινε κι αυτή τη φορά στο σπίτι του, ελπίζοντας ότι θα γλιτώσει από τη μανία του καιρού.
Ο πρόεδρος Τραμπ σκοπεύει να επισκεφθεί την επόμενη εβδομάδα τις περιοχές που επλήγησαν από τον τυφώνα, ανακοίνωσε απόψε ο Λευκός Οίκος.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters, AFP