Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ απηύθυνε έκκληση για ενότητα κατά τη διάρκεια μιας αιφνιδιαστικής επίσκεψής του στο Θιβέτ, εμφανιζόμενος ενώπιον 20.000 ανθρώπων για να τιμήσει τα 60 χρόνια από την ίδρυση της Αυτόνομης Περιφέρειας του Θιβέτ από την Κίνα, έπειτα από την προσάρτησή του.
Πρόκειται μόλις για τη δεύτερη προεδρική του επίσκεψη στην αυστηρά ελεγχόμενη περιοχή. Ο Σι επαίνεσε την τοπική κυβέρνηση για τη «συστηματική μάχη κατά του αποσχιστισμού» — αναφορά στη μακρόχρονη αντίσταση των Θιβετιανών στην κυριαρχία του Πεκίνου.
Η επίσκεψή του στη Λάσα, που βρίσκεται σε υψόμετρο το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα υγείας στον 72χρονο ηγέτη, θεωρείται ένδειξη της πρόθεσής του να ενισχύσει τον έλεγχό του στην περιοχή.
Τι δήλωσε ο Σι Τζινπίνγκ
Στις δημοσιευμένες δηλώσεις του δεν έγινε καμία αναφορά στον Δαλάι Λάμα, τον πνευματικό ηγέτη των Θιβετιανών, ο οποίος ζει εξόριστος στην Ινδία από το 1959.
«Για να κυβερνήσουμε, να σταθεροποιήσουμε και να αναπτύξουμε το Θιβέτ, το πρώτο και κυριότερο είναι η διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας, της κοινωνικής σταθερότητας, της εθνικής ενότητας και της θρησκευτικής αρμονίας», δήλωσε ο Σι, σύμφωνα με την επίσημη περίληψη της ομιλίας του.
Η σύγκρουση του Δαλάι Λάμα με το Πεκίνο
Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη, μόλις δύο μήνες αφότου ο Δαλάι Λάμα δήλωσε ότι το γραφείο του, και όχι η Κίνα, θα επιλέξει τον διάδοχό του — θέση που το Πεκίνο απορρίπτει, επιμένοντας ότι μόνο το κινεζικό κράτος έχει την εξουσία να ελέγξει αυτή τη διαδικασία.
Ο 90χρονος πνευματικός ηγέτης υποστηρίζει εδώ και χρόνια μια «μέση οδό» για την επίλυση του καθεστώτος του Θιβέτ — δηλαδή την αυθεντική αυτονομία εντός της Κίνας — αλλά το Πεκίνο τον θεωρεί αποσχιστή.
Η επικρατούσα κατάσταση στο Θιβέτ
Η Κίνα διατείνεται πως οι Θιβετιανοί είναι ελεύθεροι να ασκούν τη θρησκεία τους. Ωστόσο, η πίστη αυτή είναι και η βάση μιας ταυτότητας αιώνων, την οποία οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα καταγγέλλουν ότι το Πεκίνο προσπαθεί σταδιακά να διαβρώσει.
Όταν το BBC επισκέφθηκε θιβετιανό μοναστήρι στην επαρχία Σιτσουάν τον Ιούνιο, μοναχοί ανέφεραν ότι οι Θιβετιανοί στερούνται βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα συνεχίζει να τους «καταπιέζει και να τους διώκει».
Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων του Θιβέτ έχει βελτιωθεί σημαντικά υπό την κινεζική διακυβέρνηση και αρνείται ότι καταστέλλει τα δικαιώματα ή την ελευθερία της έκφρασής τους.
Η Κίνα ίδρυσε επίσημα την Αυτόνομη Περιφέρεια του Θιβέτ (την οποία αποκαλεί Xizang) το 1965, έξι χρόνια μετά την αποτυχημένη εξέγερση κατά της κινεζικής κυριαρχίας.
Η απροειδοποίητη επίσκεψη του Σι ήταν το βασικό θέμα σε όλα τα κρατικά μέσα ενημέρωσης την Πέμπτη, με την περιοδεία του στη Λάσα να παρουσιάζεται ως γιορτή.
Φωτογραφίες στα πρωτοσέλιδα τον δείχνουν να τον καλωσορίζουν Θιβετιανοί χορευτές και επευφημούντα πλήθη.
Πού επικεντρώθηκε ο Κινέζος πρόεδρος
Κατά τη συνάντησή του με τις τοπικές αρχές, παρουσία και ανώτατων στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Σι ενθάρρυνε την οικονομική, πολιτιστική και εκπαιδευτική ανταλλαγή προς και από το Θιβέτ, καθώς και την προώθηση της εθνικής γλώσσας και γραφής.
Παράλληλα, περιέγραψε το όραμα του ΚΚΚ για το Θιβέτ, υπογραμμίζοντας τέσσερις βασικές προτεραιότητες: τη διασφάλιση της σταθερότητας, την ενίσχυση της ανάπτυξης, την προστασία του περιβάλλοντος και την ενίσχυση των συνόρων.
Οι πολιτικές του κόμματος περιλαμβάνουν νέα νομοθεσία για την εκπαίδευση των Θιβετιανών παιδιών, τα οποία πλέον πρέπει να φοιτούν σε κρατικά κινεζικά σχολεία και να μαθαίνουν μανδαρινικά.
Ο Σι ζήτησε επίσης αυστηρότερη ρύθμιση των «θρησκευτικών υποθέσεων» και «καθοδήγηση του Θιβετιανού Βουδισμού ώστε να προσαρμοστεί στην σοσιαλιστική κοινωνία».
Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε επίσης έναν μήνα μετά την έναρξη κατασκευής του μεγαλύτερου φράγματος στον κόσμο στην περιοχή. Το φράγμα, γνωστό και ως Υδροηλεκτρικός Σταθμός Μοτούο, βρίσκεται στον ποταμό Γιαρλούνγκ Τσανγκπό, ο οποίος διασχίζει το οροπέδιο του Θιβέτ.
Όταν ολοκληρωθεί, θα ξεπεράσει το φράγμα των Τριών Φαραγγιών σε μέγεθος και θα παράγει υπερτριπλάσια ενέργεια.
Το Πεκίνο δηλώνει ότι το έργο, με κόστος 1,2 τρισεκατομμύρια γουάν (167 δισ. δολάρια), θα δώσει έμφαση στην οικολογική προστασία και θα ενισχύσει την τοπική ευημερία.
Ωστόσο, ειδικοί και αξιωματούχοι έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι το φράγμα αυτό θα επιτρέψει στην Κίνα να ελέγχει ή να εκτρέψει τη ροή του διασυνοριακού ποταμού, ο οποίος κατευθύνεται προς τα νότια, στις ινδικές πολιτείες Αρουνατσάλ Πραντές και Άσαμ, καθώς και στο Μπανγκλαντές, όπου τροφοδοτεί τους ποταμούς Σιάνγκ, Μπραχμαπούτρα και Τζαμούνα.
Με πληροφορίες από BBC