Η συνάντηση μεταξύ των Ευρωπαίων υπουργών Εξωτερικών και του Ιρανού ομολόγου τους στη Γενεύη διήρκεσε κάπου τέσσερις ώρες. Τα αποτελέσματα είναι σαφή: όλοι είναι ανοιχτοί σε περαιτέρω συνομιλίες.
Αλλά η Ευρώπη θέλει τις ΗΠΑ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μόνο που ο πρόεδρος Τραμπ δεν θέλει την …Ευρώπη.
Ο Αμερικανός πρόεδρος αρνήθηκε στην Ευρώπη οποιαδήποτε ρόλο στον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Ιράν. «Η Ευρώπη δεν είναι σε θέση να βοηθήσει σε αυτή την περίπτωση», δήλωσε ο Τραμπ.
Οι υπουργοί Εξωτερικών της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας, μαζί με την επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Κάγια Κάλλας πιστεύουν πάντως ότι οι συνομιλίες με τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγκτσί ήταν «σοβαρές», όπως είπε ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ. «Υπάρχει η εντύπωση ότι η ιρανική πλευρά είναι ουσιαστικά πρόθυμη να συνεχίσει να συζητά όλα τα ζητήματα,» είπε ο επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας .
Ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν Νοέλ Μπαρό δήλωσε επίσης ότι η συνάντηση θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για πραγματικές διαπραγματεύσεις με το Ιράν.
Ο Αραγκτσί πάντως, προειδοποίησε πάντως ότι όσο δεν σταματούν οι ισραηλινές επιθέσεις, ουσιαστικά δεν υπάρχει περιθώριο για συνομιλίες και διπλωματία.
Γενική σχιζοφρένεια
«Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση γενικής σχιζοφρένειας, στην οποία η διεθνής κοινή γνώμη είναι εξαιρετικά πολωμένη και η Ευρώπη προσπαθεί να ανακτήσει έναν χαμένο διπλωματικό ρόλο», τονίζουν στη Ναυτεμπορική, διπλωματικές πηγές στις Βρυξέλλες. «Μόνο που η κατάσταση καθορίζεται πλέον μόνο από την απρόβλεπτη στάση του Τραμπ, στην οποία το διεθνές δίκαιο υποβαθμίζεται συνεχώς: κάθε δύναμη βρίσκεται στη θέση να ενεργεί χωρίς να τιμωρείται».
Ανησυχεί η Ευρώπη
«Είναι σαφές ότι ειδικά η Ευρώπη, ανησυχεί πολύ περισσότερο από τις άλλες μεγάλες δυνάμεις, βλέποντας ολόκληρη την στα σύνορά της να βρίσκεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη κατάσταση», τονίζουν στη Ναυτεμπορική, Ευρωπαίοι διπλωμάτες. «Είναι κοινός μας στόχος να αποφύγουμε περαιτέρω κλιμάκωση και να υπάρξει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις», προσθέτουν.
Είναι σαφές όμως ότι ο Νετανιάχου δεν πρόκειται να σταματήσει τον πόλεμο μέχρι να ανατραπεί το θεοκρατικό καθεστώς στο Ιράν. Ακόμη και χωρίς τον Τραμπ, ο οποίος παραμένει ο μόνος που μπορεί να τον σταματήσει. «Το Ισραήλ, στην πραγματικότητα, έχει πλέον ανακτήσει την υποστήριξη ενός μεγάλου μέρους της Δύσης, μετά τις έντονες αντιδράσεις για τους θανάτους αμάχων στη Λωρίδα της Γάζας . Αλλά τώρα, για την Ευρώπη ο κύριος κίνδυνος της κλιμάκωσης του πολέμου στην περιοχή, είναι ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν άμεσα την Γηραιά ήπειρο : η τρομοκρατία και η ροή μεταναστών που φεύγουν από το Ιράν, πολλοί από τους οποίους έχουν ήδη αρχίσει να εγκαταλείπουν τη χώρα».
Το Ιράν, ξεκινώντας από τις επιθέσεις που υπέστη το 2024, δεν υπήρξε ποτέ πολύ δυναμικό στις αντιδράσεις του. Αλλά αν χτυπηθούν στρατηγικοί στόχοι ή δολοφονηθούν ανώτατοι ηγέτες του καθεστώτος , είναι φυσικό να αντιδράσει. Αυτό το πλαίσιο, ωστόσο, θα μπορούσε να δημιουργήσει πολύ σοβαρά προβλήματα και στην Ευρώπη.
Οι συνέπειες του πολέμου
Πολλοί αναλυτές σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες φοβούνται πράξεις βίας και τρομοκρατίας όπως αυτές που υπήρξαν το 2016. «Η προσέγγιση πολλών ευρωπαϊκών κρατών είναι σύμφωνη με την ατζέντα του Ισραήλ, σε τέτοιο βαθμό που η Ιταλία, η Γαλλία και η Γερμανία έχουν ήδη ενισχύσει την ασφάλεια μπροστά από ευαίσθητους στόχους, όπως συναγωγές και εβραϊκές γειτονιές. Ο πρόεδρος Μακρόν και ο καγκελάριος Μερτς έχουν δηλώσει ήδη ότι είναι πρόθυμοι, εάν χρειαστεί, για να παράσχουν αμυντική στρατιωτική υποστήριξη», τονίζουν οι ίδιες πηγές .
Εν ολίγοις, κινδυνεύει η Ευρώπη να υποστεί τις συνέπειες αυτού του πολέμου.
«Αυτή η κρίση προκαλεί επίσης νέες μεταναστευτικές ροές. Στα σύνορα μεταξύ Ιράν και Τουρκίας, υπάρχουν καραβάνια ανθρώπων που συσσωρεύονται: θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε μια νέα ανθρωπιστική κρίση. Όσοι υποστηρίζουν την αλλαγή καθεστώτος δεν πρέπει να ξεχνούν ότι πρόκειται για μια διαδικασία που θα μπορούσε να είναι επώδυνη. Ακόμα κι αν καταρρεύσει το καθεστώς των αγιατολάχ, θα δούμε πολίτες να φεύγουν και νέα κύματα μετανάστευσης. Η ΕΕ, τόσο ευαίσθητη σε τέτοια ζητήματα, θα πρέπει να το λάβει αυτό υπόψη», σημειώνουν διπλωμάτες σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.