Skip to main content

Το νέο είδος προς εξαφάνιση: Δημοφιλείς ηγέτες

Όλαφ Σολτς και Τζο Μπάιντεν βλέπουν τη δημοφιλία τους σε ελεύθερη πτώση

Στις 19 από τις 20 μεγάλες οικονομίες του πλανήτη η δημοτικότητα των ηγετών βυθίζεται - Γιατί συμβαίνει αυτό

Ατελείωτες είναι οι αναλύσεις των τελευταίων μηνών για την ελεύθερη πτώση της δημοτικότητας του Τζο Μπάιντεν. Το 37% που συγκεντρώνει κατά μέσο όρο στις δημοσκοπήσεις είναι το χαμηλότερο ποσοστό για πρόεδρο των ΗΠΑ σε πρώτη θητεία, που έχει καταγραφεί ποτέ. Ακόμη και έτσι, κάποιοι ηγέτες στην Ευρώπη, θα το… ζήλευαν.

Και αν στον Μπάιντεν οι ψηφοφόροι γυρίζουν την πλάτη πρωτίστως λόγω ηλικίας (είναι ήδη 81 ετών), τι συμβαίνει με τους υπόλοιπους; Γιατί η αντιδημοφιλία των ηγετών λαμβάνει το τελευταίο διάστημα διαστάσεις επιδημίας, όπως παρατηρεί σε άρθρο του στους Financial Times, Ruchir Sharma του ινστιτούτου Rockefeller International.

Ο Sharma παρακολουθεί σταθερά τα ποσοστά δημοτικότητας των ηγετών σε 20 μεγάλες δημοκρατίες, με στοιχεία από εταιρείες ερευνών όπως οι Gallup, Morning Consult και Cosmpoolitica. Στον ανεπτυγμένο κόσμο δεν έχει κανείς ηγέτης ποσοστό άνω του 50%. Μόνο σε μία χώρα, στην Ιταλία, η πρωθυπουργός (Τζόρτζια Μελόνι) έχει δει τη δημοτικότητά της να ενισχύεται σε σχέση με το 2020. Οι ηγέτες της Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιαπωνίας είναι πολύ νεότεροι από τον Μπάιντεν, αλλά ακόμη πιο αντιδημοφιλείς. Και στις 4 περιπτώσεις τα ποσοστά είναι κάτω του 30%.

Στην Ευρώπη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και του 2020 το μερίδιο ψήφων των ακραίων κομμάτων αυξήθηκε από σχεδόν μηδέν στο 25%. Τα κέρδη είναι κατά κύριο λόγο στην πλευρά της άκαρας δεξιάς, που παρουσιάζεται ως προστάτης των απλών πολιτών έναντι της παγκόσμιας ελίτ.

Η διαφορά ανεπτυγμένου και αναπτυσσόμενου κόσμου

Την ίδια ώρα τα δεδομένα από τις 10 μεγαλύτερες αναπτυσσόμενες οικονομίες δείχνουν ότι στη συντριπτική πλειονότητα οι ηγέτες απολαμβάνουν ποσοστό δημοτικότητας άνω των 50 ετών. Η αίσθηση αυτή της βαθιάς απογοήτευσης του κόσμου από τους κυβερνώντες που απαντάται στον ανεπτυγμένο κόσμο, δεν έχει ακόμη φτάσει στον αναπτυσσόμενο.

Μία πιθανή εξήγηση, όπως λέει ο Sharma, είναι το γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός έβγαλε από τη φτώχεια πολλούς στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ενώ στον ανεπτυγμένο κόσμο η μεσαία τάξη δεν ωφελήθηκε στον ίδιο βαθμό. Από 3% στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, τις τελευταίες δεκαετίες ο ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος έχει επιβραδυνθεί στο 1,5% στις ΗΠΑ και σε λιγότερο από 1% σε Ευρώπη και Ιαπωνία.

Η Ιαπωνία έχει βιώσει την πλέον μακροπρόθεσμη επιβράδυνση στο κατά κεφαλήν εισόδημα και έχει τον λιγότερο δημοφιλή πρωθυπουργό, με ποσοστό δημοτικότητας μόλις 21%.

Το 2023, ο αριθμός των ανθρώπων που ανέμεναν να είναι «καλύτερα σε πέντε χρόνια» έφτασε σε ιστορικό χαμηλό κάτω από το 50 τοις εκατό και στις 14 ανεπτυγμένες χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα του Edelman Trust Barometer. Οι αισιόδοξοι ήταν παντού μειοψηφία.

Για να αποκαταστήσουν το παραδοσιακό τους πλεονέκτημα, τα κόμματα εξουσίας πρέπει να αναγνωρίσουν ότι η σύνδεση μεταξύ των βασικών οικονομικών δεδομένων και της πολιτικής υποστήριξης έχει σπάσει. Οι ψηφοφόροι ζητούν φρέσκες λύσεις.