Την ώρα που οι απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τα τρία μεγάλα θέματα της διαπραγμάτευσης (ιρλανδικά σύνορα, δικαιώματα πολιτών, «λογαριασμός») εκπληρώθηκαν, επιτρέποντας την μετάβαση στη δεύτερη φάση των διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό της μελλοντικής σχέσης ανάμεσα στην Ένωση και το Λονδίνο, ιδού τι γνωρίζουμε για την βρετανική έξοδο από το μπλοκ των 28 χωρών.
Χρονοδιάγραμμα
Μετά το βρετανικό δημοψήφισμα, το οποίο απέβη υπέρ του Brexit τον Ιούνιο 2016, η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι επισημοποίησε στις 29 Μαρτίου 2017 την πρόθεση της χώρας της να εγκαταλείψει την Ε.Ε., ενεργοποιώντας το άρθρο 50 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης.
Άρχισε έτσι μία περίοδος διετών διαπραγματεύσεων πριν από την οριστική αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, που έχει ορισθεί για τις 29 Μαρτίου 2019.
Οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες άρχισαν τον Ιούνιο επί τριών φακέλων που θεωρήθηκαν σημαντικοί: των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών που ζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο (Αγγλία, Σκωτία, Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία), του «λογαριασμού» που πρέπει να πληρώσει το Λονδίνο για τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει ως μέλος της Ε.Ε. και των συνόρων ανάμεσα στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, μέλους της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης και της Βόρειας Ιρλανδίας, που ανήκει στο Ηνωμένο Βασίλειο, άρα αποχωρεί μαζί του από την Ένωση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία διεξάγει τις διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο εξ ονόματος των «27», ανακοίνωσε ότι θεωρεί πως έχει επιτευχθεί επαρκής πρόοδος για την έναρξη των συνομιλιών της δεύτερης φάσης που θα καθορίσουν τη μελλοντική σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ηνωμένου Βασιλείου.
Ο επικεφαλής διαπραγματευτής Μισέλ Μπαρνιέ επιδιώκει μία οριστική συμφωνία μέχρι τον Οκτώβριο του 2018, για να δοθεί ο χρόνος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στα εθνικά κοινοβούλια να επικυρώσουν το κείμενο.
Η μεταβατική περίοδος
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας της στην Φλωρεντία, στις 22 Σεπτεμβρίου, η Τερέζα Μέι έκανε γνωστή την πρόθεσή της να διατηρήσει τις σημερινές σχέσεις με την Ευρώπη κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου «δύο ετών περίπου» μετά το Brexit.
Αυτή η περίοδος προσαρμογής θα προσφέρει στο Ηνωμένο Βασίλειο τη δυνατότητα να διατηρήσει ελεύθερες εμπορικές συναλλαγές με την Ευρωπαϊκή Ενωση, πράγμα που ζητούν οι επιχειρηματικοί κύκλοι στη Μεγάλη Βρετανία, ανήσυχοι για το ενδεχόμενο εξόδου χωρίς «δίχτυ προστασίας».
Η αποχώρηση από την ενιαία αγορά θα θέσει τέλος στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση, μία δέσμευση του στρατοπέδου των υποστηρικτών του Brexit. Αυτή η ελευθερία θα διατηρηθεί κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, ακόμη και αν οι Ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να καταγράφονται κατά την είσοδό τους στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο «λογαριασμός»
Η Τερέζα Μέι υπογράμμισε πρόσφατα ότι ο «λογαριασμός» του διαζυγίου θα είναι «δίκαιος» για τους Βρετανούς φορολογούμενους.
Τα δύο «στρατόπεδα» συμφώνησαν επί της «μεθόδου» υπολογισμού του ποσού. Το ύψος του ποσού εκτιμάται ανάμεσα στα 45 και 55 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με ευρωπαϊκές πηγές.
Στη Φλωρεντία, η Τερέζα Μέι είχε υποσχεθεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα εκπληρώσει όλες τις οικονομικές υποχρεώσεις που έχει αναλάβει έναντι του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού μέχρι το τέλος του κύκλου του το 2020.
Οι Ευρωπαίοι πολίτες
Η Ευρωπαϊκή Ενωση και το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσαν ότι τα δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών που ζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο και των Βρετανών πολιτών που ζουν στις υπόλοιπες 27 χώρες – μέλη της Ε.Ε. θα διατηρηθούν.
Οι Ευρωπαίοι που ζουν στο Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να συνεχίσουν τη ζωή τους όπως πριν, δήλωσε η Τερέζα Μέι.
Οι εμπορικές συναλλαγές
Η Τερέζα Μέι δηλώνει με έμφαση ότι το Ηνωμένο Βασίλειο οφείλει να εγκαταλείψει την ενιαία αγορά, ώστε να έχει τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί τις δικές του εμπορικές συμφωνίες.
Στη Φλωρεντία, ζήτησε «δημιουργικότητα» για την θεσμοθέτηση «μία νέας στενής εμπορικής σύμπραξης» και απέκλεισε την ένταξη στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο που επεκτείνει την εσωτερική αγορά της Ε.Ε. στη Νορβηγία, την Ισλανδία και το Λινχτενστάιν.
Ιρλανδία
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο επιδιώκουν να προστατεύσουν τη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998 που έθεσε τέλος στις αιματηρές συγκρούσεις 30 ετών ανάμεσα σε Καθολικούς εθνικιστές (που επιθυμούν ένωση της Β. Ιρλανδίας με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας) και Προτεστάντες ενωτικούς (που επιθυμούν παραμονή της Β. Ιρλανδίας στο Ηνωμένο Βασίλειο) και ανακοίνωσαν ότι δεν θα υπάρχει σύνορο ανάμεσα στην Ιρλανδία και τη βρετανική επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας.
Ενώ το βασικό κόμμα των ενωτικών της Βόρειας Ιρλανδίας, το δεξιό DUP, υποχρεωτικός κυβερνητικός εταίρος της κυβέρνησης Μέι στο βρετανικό κοινοβούλιο, φοβόταν ότι η Βόρεια Ιρλανδία θα υπόκειται σε διαφορετικό ρυθμιστικό καθεστώς από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την έξοδο από την Ε.Ε., η Τερέζα Μέι έδωσε τη διαβεβαίωση σήμερα ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, περιλαμβανομένης της Βόρειας Ιρλανδίας, θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ενωση, την ενιαία αγορά και την τελωνεικαή ένωση.
Brexit «χωρίς συμφωνία»;
Πριν χάσει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο κατά τις εκλογές του Ιουνίου, η Τερέζα Μέι υποστήριζε ότι προτιμά ένα Brexit χωρίς συμφωνία από μία κακή συμφωνία.
Έκτοτε έχει αμβλύνει τους τόνους δηλώνοντας ότι «η επιτυχία των διαπραγματεύσεων είναι προς το συμφέρον όλων» και εξηγώντας παράλληλα ότι προετοιμάζεται και για το ενδεχόμενο αποτυχίας των διαπραγματεύσεων.
Χωρίς νέα εμπορική συμφωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο θα εφαρμόζει τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στις σχέσεις του με την Ε.Ε., πράγμα που σημαίνει την εφαρμογή τελωνειακών και δασμολογικών φραγμών.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Γαλλικό Πρακτορείο