Οι τροφές που επιλέγουμε επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την υγεία μας. Τα τελευταία χρόνια, όμως, γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι η διατροφή παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο από ό,τι νομίζαμε στη διαμόρφωση του ρίσκου που διατρέχουμε για διάφορες νόσους, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, τα καρδιαγγειακά νοσήματα και ο καρκίνος, ενώ διαμορφώνει σημαντικά και το πόσο ζούμε. Ωστόσο, οι μοριακοί μηχανισμοί που συνδέουν τη διατροφή με την υγεία και τη μακροζωία παραμένουν αδιευκρίνιστοι.
Σύμφωνα με την Ερευνήτρια Γ’ στον Τομέα Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής του Ερευνητικού Κέντρου Βιοϊατρικών Επιστημών Αλέξανδρος Φλέμιγκ, κα Αντιγόνη Δήμα, όλες οι πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι τα θρεπτικά συστατικά δρουν ως μοριακοί σηματοδότες και, όπως οι ορμόνες, προκαλούν την ενεργοποίηση βιολογικών μονοπατιών. Η μείωση των θρεπτικών συστατικών στη διατροφή ενός οργανισμού οδηγεί στην αδρανοποίηση συγκεκριμένων μονοπατιών σήμανσης, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στα κύτταρα να μπαίνουν σε «κατάσταση αναμονής» (standby mode). Αυτό τo standby mode αποτελεί τη στρατηγική που επιτρέπει στους οργανισμούς να ζήσουν για μήνες ή και χρόνια χωρίς τροφή (π.χ. πιγκουίνοι 120 ημέρες, βατράχια 16 μήνες, κροκόδειλοι 3 χρόνια, σαλαμάνδρες 10 έτη).
Όπως λέει η ερευνήτρια κα Δήμα, σε μελέτη που έγινε σε ποντίκια διαπιστώθηκε ότι, η μακροχρόνια μειωμένη πρόσληψη θρεπτικών συστατικών (διατροφικός περιορισμός – dietary restriction), αυξάνει τη διάρκεια ζωής, έως και κατά 60%. Ενώ, βρέθηκε ότι τα γονίδια που συνδέονται με τη μακροζωία, είναι και αυτά τα οποία συμβάλλουν στη ρύθμιση του standby mode. Θεωρείται μάλιστα ότι οι θετικές συνέπειες του διατροφικού περιορισμού οφείλονται στην καθυστέρηση της διαδικασίας γήρανσης, που σημειώνεται όταν ένας οργανισμός βρίσκεται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε standby mode.
Στους ανθρώπους, όπως σημειώνει η κα Δήμα, οι πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι αν ακολουθείται για 3 μήνες δίαιτα η οποία «μιμείται» τη νηστεία, βελτιώνονται σημαντικά βιοδείκτες σχετικοί με το διαβήτη, τις καρδιαγγειακές παθήσεις και τον καρκίνο. Σε πληθυσμούς στους οποίους ο διατροφικός περιορισμός δεν ακολουθείται από επιλογή, (όπως οι ιθαγενείς Tsimane στον Αμαζόνιο) και στους οποίους περίοδοι αφθονίας εναλλάσσονται με περιόδους όπου η τροφή είναι ελάχιστη, εμφανίζονται πολύ χαμηλά ποσοστά ασθενειών φθοράς.
Οι διαπιστώσεις αυτές οδήγησαν και στην ιδέα ότι η διατροφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεραπεία (από μόνη της ή σε συνδυασμό με τη λήψη ηπιότερων φαρμάκων). Για παράδειγμα, σύμφωνα με μία πιλοτική μελέτη, η νηστεία τριών ημερών αυξάνει την αποτελεσματικότητα της χημειοθεραπείας σε συγκεκριμένες μορφές καρκίνου.
Την επίδραση της διατροφής στην υγεία μας και στο προσδόκιμο ζωής θα αναλύσει περαιτέρω η κα Δήμα στην εκδήλωση του καινοτόμου θεσμού Cafe Scientifique, τη Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου.
Στην ομιλία αυτή όπως λέει, δεν θα πει τι πρέπει ή τι δεν πρέπει να τρώμε αλλά τις μοριακές συνέπειες της διατροφής δίνοντας και μία ιδέα για το πώς, στο κοντινό μέλλον, η διατροφή θα είναι ένας από τους μεγαλύτερους συμμάχους μας στην αντιμετώπιση των νόσων φθοράς.