Skip to main content

Μακροχρόνια χρήση αγχολυτικών συνδέεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ

Χιλιάδες άτομα λαμβάνουν τις λεγόμενες βενζοδιαζεπίνες (ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα για τη θεραπεία του άγχους και της αϋπνίας). Όμως, οι επιστήμονες πλέον συσχετίζουν τη μακροχρόνια χρήση τους με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Αλτσχάιμερ. Η σχετική μελέτη δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση British Medical Journal. Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι η αδικαιολόγητη μακροχρόνια χρήση αγχολυτικών και υπνωτικών θα πρέπει να θεωρείται πλέον ζήτημα δημόσιας υγείας.

Ομάδα ερευνητών με έδρα τη Γαλλία και τον Καναδά ερεύνησε τη σχέση μεταξύ του κινδύνου για εμφάνιση της νόσου Αλτσχάιμερ και της χρήσης βενζοδιαζεπινών. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από τη βάση δεδομένων του πρόγραμματος ασφάλισης υγείας του Κεμπέκ (RAMQ), οι επιστήμονες παρακολούθησαν την εξέλιξη της νόσου Αλτσχάιμερ σε δείγμα ηλικιωμένων κατοίκων στους οποίους είχαν συνταγογραφηθεί βενζοδιαζεπίνες.

Επί μία περίοδο τουλάχιστον έξι ετών, εντόπισαν 1.796 περιπτώσεις της νόσου Αλτσχάιμερ που σχετίζονταν με τη χρήση αυτών των φαρμάκων. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι χρήση βενζοδιαζεπινών για τρεις μήνες ή περισσότερο, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο (έως 51​​%) εμφάνισης της νόσου. Οι βενζοδιαζεπίνες είναι αναμφισβήτητα πολύτιμα εργαλεία για την αντιμετώπιση των διαταραχών άγχους και αϋπνίας, δηλώνουν οι επιστήμονες, αλλά προειδοποιούν ότι οι θεραπείες θα πρέπει να είναι μικρής διάρκειας και να μην υπερβαίνουν τους τρεις μήνες.

Τα ευρήματα των επιστημόνων είναι μείζονος σημασίας για τη δημόσια υγεία, ιδίως αν ληφθεί υπόψη η συχνότητα και η μακροχρόνια χρήση βενζοδιαζεπινών σε ηλικιωμένους πληθυσμούς και η υψηλή και αυξανόμενη συχνότητα εμφάνισης της άνοιας στις ανεπτυγμένες χώρες.