Της Ανθής Αγγελοπούλου
Η εμμηνόπαυση σηματοδοτεί την οριστική λήξη του εμμηνορρυσιακού κύκλου της γυναίκας, η οποία προκαλείται εξαιτίας της γήρανσης των ωοθηκών και τη μείωση των οιστρογόνων.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η εμμηνόπαυση, διαγιγνώσκεται μετά από 12μηνη απουσία εμμήνου ρύσεως, η οποία συμβαίνει συνήθως όταν η γυναίκα διανύει τη δεκαετία των 40 ή των 50. Πρόκειται για μια σταδιακή, βιολογική διαδικασία, που η ηλικία έναρξής της δε σχετίζεται με την εμμηναρχή.
Οι γυναίκες που “μπαίνουν” στην εμμηνόπαυση βιώνουν μεγάλες ορμονικές διαταραχές και είναι πιο επιρρεπείς στην αύξηση του βάρους.
Οι εμμηνοπαυσιακές γυναίκες που παίρνουν ορμονοθεραπεία έχουν λιγότερο σπλαχνικό λιπώδη ιστό και Δείκτη Μάζας Σώματος
Οι επιστήμονες εξακολουθούν να ερευνούν προκειμένου να ανακαλύψουν τρόπους για τη μείωση των συμπτωμάτων που προκαλούνται κατά την εμμηνόπαυση. Με αφορμή αυτό διεξήχθη νέα μελέτη με επικεφαλής τον Γεώργιο Ε. Παπαδάκη, MD, FMH, της Υπηρεσίας Ενδοκρινολογίας, CHUV, του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Λωζάνης προκειμένου να κατανοήσουν καλύτερα την επίδραση της ορμονοθεραπείας στη σύνθεση του σώματος.
Οι ερευνητές εξέτασαν στοιχεία από μια υπομελέτη της μελέτης CoLaus, με την ονομασία OsteoLaus, στην οποία έλαβαν μέρος 1.086 εμμηνοπαυσιακές γυναίκες ηλικίας 50 έως 80 ετών και η οποία αφορά την αξιολόγηση των παραγόντων που επηρεάζουν την έκβαση των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Οι συμμετέχουσες απάντησαν σε ειδικό ερωτηματολόγιο για το αν λαμβάνουν ή έλαβαν κάποια στιγμή στο παρελθόν εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία. Επιπλέον, υποβλήθηκαν σε Απορροφησιομετρία Ακτίνων Χ Διπλής Ενέργειας (Dual-Energy X-Ray Absorptiometry – DXA), προκειμένου οι ερευνητές να προσδιορίσουν τη σύσταση των μαλακών ιστών τους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής, τα οποία και δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό «Endocrine Society Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism», οι γυναίκες που ήταν υπό ορμονοθεραπεία τη χρονική περίοδο της μελέτης εμφάνισαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα λιπώδους ιστού στην κοιλιά από στις γυναίκες που δεν είχαν ποτέ υποβληθεί σε εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία. Επίσης, όσες συμμετέχουσες έκαναν θεραπεία με ορμόνες είχαν ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα ολικής λιπώδους μάζας και Δείκτη Μάζας Σώματος.
Όσον αφορά στις γυναίκες που είχαν υποβληθεί στο παρελθόν σε εμμηνοπαυσιακή ορμονοθεραπεία, τα ευρήματα δεν έδειξαν να υπάρχει επίδραση στον κοιλιακό λιπώδη ιστό.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, ανεξάρτητα από το πόσο καιρό οι γυναίκες υποβλήθηκαν σε ορμονοθεραπεία και πόσο χρονικό διάστημα είχε περάσει από αυτή, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η θετική επίδραση εξαφανίζεται μετά την παύση της.
Οι ερευνητές προειδοποιούν τους γιατρούς να είναι προσεκτικοί μετά τη διακοπή της θεραπείας καθώς και τις γυναίκες, να ακολουθήσουν συγκεκριμένο τρόπο ζωής έτσι ώστε να αποφύγουν την αύξηση του σωματικού τους βάρους.
Η παχυσαρκία στις γυναίκες αυξάνεται μετά τα 40
Τα αποτελέσματα της μελέτης OsteoLaus, σύμφωνα με τους ερευνητές ενισχύουν τα αποτελέσματα προηγούμενων μελετών, στα οποία είχε διαπιστωθεί ότι η απώλεια οιστρογόνων είναι από τις κύριες αιτίες αύξησης του λίπους στην κοιλιά. Συγκεκριμένα, πρότερη αμερικανική ανασκόπηση του 2014 που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «BioMed Research International» είχε δείξει ότι τα ποσοστά παχυσαρκίας σημειώνουν κατακόρυφη άνοδο μετά την ηλικία των 40 ετών που ξεκινά η μεταβατική περίοδος στην εμμηνόπαυση. Τα ευρήματά της κατέδειξαν ότι το 65% των γυναικών ηλικίας 40-59 ετών ήταν παχύσαρκες και το 73,8% των γυναικών ηλικίας 60 ετών και άνω ήταν παχύσαρκες.
Οι ερευνητές στην αμερικανική αυτή μελέτη επεσήμαναν, ότι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας οι γυναίκες αποθηκεύουν το μεγαλύτερο μέρος του σωματικού τους βάρους ως κοιλιακό λίπος, που ονομάζεται επίσης σπλαγχνικός λιπώδης ιστός.
Ενώ, αξίζει να σημειωθεί ότι οι ίδιοι ερευνητές, σε επόμενη μελέτη τους διαπίστωσαν ότι η πλήρης απώλεια οιστρογόνων προκαλεί αύξηση του σπλαχνικού λίπους κατά 10% σε μόλις πέντε μήνες.
Το σπλαχνικό διεγείρει την έκκριση ορμονών
Όπως εξηγεί περαιτέρω ο ενδοκρινολόγος κ. Αντώνιος Χαζηιωαννίδης, υπάρχουν δύο είδη κοιλιακού λίπους. Το υποδόριο, που εντοπίζεται ακριβώς κάτω από το δέρμα και το σπλαχνικό που περιβάλει τα ζωτικά όργανα. Το σπλαχνικό όπως λέει, είναι αυτό που διεγείρει την έκκριση ορμονών που εμποδίζουν την επαρκή λειτουργία του παγκρέατος, οπότε αυξάνεται ο κίνδυνος για εμφάνιση διαβήτη τύπου ΙΙ, ενώ οδηγεί σε αύξηση της LDL (κακής) χοληστερόλης αλλά και της αρτηριακής πίεσης.
Μάλιστα, όπως έδειξε μια μελέτη του πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν που δημοσιεύθηκε πέρσι στο επιστημονικό περιοδικό «Oncogene», όλα αυτά αποτελούν παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων αλλά και καρκίνου. Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη ο σπλαχνικός λιπώδης ιστός παράγει μεγάλες ποσότητες ινωδοβλαστικού αυξητικού παράγοντα 2 (FGF2), μια πρωτεΐνη που έχει ευρεία δράση στην κυτταρική επιβίωση και που εμπλέκεται σε μια ποικιλία βιολογικών διεργασιών, συμπεριλαμβανομένης της εμβρυϊκής και κυτταρικής ανάπτυξης, της μορφογένεσης, της αποκατάστασης των ιστών αλλά και της ανάπτυξης όγκων.
Τι πρέπει να γνωρίζουμε για την ορμονοθεραπεία
Η ορμονοθεραπεία που αποτελείται από οιστρογόνα ή από συνδυασμό οιστρογόνων και προγεστερόνης και χρησιμοποιείται για τον έλεγχο των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης που σχετίζονται με την πτώση των επιπέδων των οιστρογόνων έχει πλεονεκτήματα αλλά και μειονεκτήματα, όπως δείχνει πλήθος μελετών.
Τα τελευταία χρόνια, όπως αναφέρει ο γιατρός κ. Χατζηιωαννίδης, γίνεται λόγος και για τις βιομιμητικές ή βιοπανομοιότυπες ορμόνες (bioidentical hormones), οι οποίες κατασκευάζονται στο εργαστήριο και έχουν την ίδια μοριακή δομή με τις ορμόνες που εκκρίνει φυσικά ο οργανισμός. Οι ορμόνες αυτές κυκλοφορούν στο εμπόριο σε μορφή τζελ ή κρέμας, αλλά δεν έχει ακόμα επαληθευτεί η ασφάλειά τους.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηιωαννίδη η λήψη ή όχι ορμονοθεραπείας είναι πολύ προσωπική και θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το ιατρικό ιστορικό της γυναίκας, τα οφέλη και οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις.