Της Ανθής Αγγελοπούλου
Το σοβαρό θέμα της διακοπής μιας εγκυμοσύνης όταν δεν υφίσταται κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου ανέλυσε η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της και εξετάζοντας επί της ουσίας το ζήτημα που προέκυψε από την ανακοίνωση των αναισθησιολόγων του νοσοκομείου Σάμου (περί άρνησης συμμετοχής τους σε ιατρικές πράξεις διακοπής της εγκυμοσύνης για λόγους συνείδησης, εφ’ όσον δεν υπάρχει κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία της εγκύου).
Σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή, η τεχνητή διακοπή μιας εγκυμοσύνης, για οποιονδήποτε λόγο αποτελεί ιατρική πράξη, με την οποία αντιμετωπίζεται μια κρίσιμη σύγκρουση αξιών: αφ’ ενός της αξίας της ζωής του κυοφορουμένου και, αφ’ ετέρου, της αυτονομίας της γυναίκας που κυοφορεί.
Όπως αναφέρει, η αυτονομία της γυναίκας αναλύεται σε σειρά θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως των δικαιωμάτων της ζωής, της υγείας, της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Με την επιλογή της διακοπής της εγκυμοσύνης, προτεραιότητα δίνεται στην αυτονομία της γυναίκας, ως υπέρτερου αγαθού από τη ζωή του κυοφορουμένου.
Επίσης, η βασική αυτή αξιολόγηση έχει γίνει αποδεκτή από το δίκαιο όλων των κρατών της Ε.Ε., των ΗΠΑ, του Καναδά και της Αυστραλίας. Δικαιολογείται από την παραδοχή που θέλει το ανθρώπινο έμβρυο να μην αποκτά την ιδιότητα του «προσώπου» (άρα του υποκειμένου δικαιωμάτων) έως τη στιγμή της γέννησης. Η παραδοχή αυτή, πάντως, δεν αρνείται την αξία της ζωής του εμβρύου, ήδη από τη στιγμή της γονιμοποίησης του ωαρίου. Για τον λόγο αυτόν, η διακοπή της εγκυμοσύνης κατά κανόνα απαγορεύεται (και μάλιστα τιμωρείται από την ποινική νομοθεσία), μόνο δε κατ’ εξαίρεση συγχωρείται για να προστατευθεί η αυτονομία της γυναίκας.
Μεταξύ των εννόμων τάξεων υπάρχουν, ωστόσο, σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς τους λόγους της επιτρεπτής διακοπής της εγκυμοσύνης
Η βασική διάκριση εντοπίζεται μεταξύ κρατών που τη δέχονται μόνον για την προστασία της ζωής και της υγείας της γυναίκας και κρατών που προσθέτουν σε αυτούς τους λόγους και άλλους, όπως για παράδειγμα η αναγνώριση της απολύτως ελεύθερης επιλογής της γυναίκας να τεκνοποιήσει (επομένως και να διακόψει την εγκυμοσύνη) στο πρώιμο στάδιο της ανάπτυξης του εμβρύου, το οποίο συνήθως οριοθετείται στο 1ο τρίμηνο από τη στιγμή της σύλληψης.
Η ελληνική δικαιοσύνη ανήκει σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία κρατών. Με το άρθρο 304 του Ποινικού Κώδικα, η νομοθεσία μας δικαιολογεί την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης α) για την προστασία της ζωής ή της υγείας της εγκύου, χωρίς χρονικό περιορισμό, β) ως ελεύθερη επιλογή της εγκύου, μέχρι τη 12η εβδομάδα της εγκυμοσύνης, γ) για λόγους παθολογίας του εμβρύου, μέχρι την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης και δ) για «κοινωνικούς» λόγους (σε περιπτώσεις αιμομιξίας ή βιασμού), μέχρι τη 19η εβδομάδα της εγκυμοσύνης.
Οι επιλογές του νόμου βασίζονται σε συγκεκριμένες ηθικές αξιολογήσεις χωρίς όμως να «καταργούν» τον ηθικό προβληματισμό
Ο προβληματισμός αυτός αφορά κυρίως τη συνείδηση του καθένα, που μπορεί και να διαφωνεί με τον νόμο. Στις δημοκρατικές κοινωνίες, η ελευθερία της συνείδησης δεν αποτελεί απλώς μια πρακτική δυνατότητα («η συνείδηση δεν φυλακίζεται»), αλλά κατοχυρώνεται επίσης ως θεμελιώδες δικαίωμα.
Οι ελευθερίες της συνείδησης και της έκφρασης στο ελληνικό δίκαιο αναγνωρίζονται, στο επίπεδο του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ. Ωστόσο, στην ιατρική πρακτική, έχει κατοχυρωθεί νομικά το δικαίωμα συνειδησιακής αντίρρησης του γιατρού στη διενέργεια συγκεκριμένων πράξεων με ιδιαίτερη ηθική και θρησκευτική φόρτιση, όπως η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, η θεραπεία αντισύλληψης, η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή κ.λπ. (άρθ. 2 παρ. 5 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας – ν. 3418/2005).
Με βάση αυτά λοιπόν, ένας γιατρός διατηρεί το δικαίωμα να αρνηθεί να διενεργήσει τεχνητή διακοπή μιας εγκυμοσύνης ή να συμπράξει σε αυτήν με οποιονδήποτε τρόπο, για συνειδησιακούς λόγους.
Η Επιτροπή στην περίπτωση αυτή διαπίστωσε ότι υπάρχει προφανής σύγκρουση αξιών, ωστόσο, όπως αναφέρει, η Πολιτεία είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίσει με κάθε τρόπο τη διενέργεια της ιατρικής αυτής πράξης ανεξάρτητα των λόγων σύγκρουσης.
Λύσεις, όπως λέει υπάρχουν και, κατά θα μπορούσαν να είναι:
- Είτε η πρόβλεψη διενέργειας της πράξης από ιδιώτες ιατρούς, με επιβάρυνση της δημόσιας ασφάλισης.
- Είτε η πρόβλεψη μετάβασης ιατρού από άλλο δημόσιο νοσοκομείο για τη διενέργεια της πράξης στο νοσοκομείο του τόπου κατοικίας της ενδιαφερομένης.
- Είτε η διευκόλυνση μεταφοράς της τελευταίας σε άλλο δημόσιο νοσοκομείο για τη διενέργεια της ιατρικής πράξης, ιδίως όταν η περιοχή που κατοικεί η ενδιαφερόμενη είναι απομακρυσμένη.
Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει την ανάγκη εκπόνησης από την Πολιτεία μιας ολοκληρωμένης πολιτικής σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, ενημέρωσης για τις ασφαλείς μεθόδους αντισύλληψης και οικογενειακού προγραμματισμού, που θα εντάσσεται κατά πρώτο λόγο στη σχολική εκπαίδευση, χωρίς όμως να περιορίζεται σε αυτήν. Δηλαδή, να βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα καθώς και στον σεβασμό των αξιών μιας ελεύθερης κοινωνίας που είναι ασύμβατες με την ενοχοποίηση της σεξουαλικής ζωής και συναφείς αναχρονιστικές προκαταλήψεις.