Νέες μελέτες που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας και οι οποίες έγιναν σε μεγάλους πληθυσμούς ασθενών σε διαφορετικές χώρες έδειξαν ότι η λήψη θεραπειών για υπέρταση για παράδειγμα δεν σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης από SARS-CoV-2, βαρύτερη νόσο ή αυξημένη θνητότητα από COVID-19.
Κατά την έναρξη της πανδημίας, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι ασθενείς με αρτηριακή υπέρταση που ανέπτυξαν COVID-19 παρουσίαζαν πιο βαριά νόσο και χειρότερη έκβαση συγκριτικά με τους ασθενείς που δεν έπασχαν από υπέρταση. Ως εκ τούτου, γεννήθηκε η απορία αν τελικά κάποια φάρμακα που χρησιμοποιούνται συχνά για τη θεραπεία της υπέρτασης, όπως οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (αΜΕΑ) και οι αποκλειστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης (ΑΥΑ), ενδεχομένως να αυξάνουν την ευαισθησία σε COVID-19 και να προδιαθέτουν σε βαρύτερη νόσηση.
Το όλο θέμα ξεκίνησε από κάποια πειράματα που έγιναν σε ζωικά μοντέλα έδειξαν ότι οι αΜΕΑ και οι ΑΥΑ αυξάνουν τη συγκέντρωση του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης 2 (ΜΕΑ2) στις κυτταρικές μεμβράνες, το οποίο φαίνεται να αποτελεί και υποδοχέα του SARS-CoV-2 και να διευκολύνει την είσοδό του στο κύτταρο. Επομένως, οι ερευνητές υπέθεσαν ότι η χορήγηση αΜΕΑ/ΑΥΑ αυξάνει την παρουσία των υποδοχέων ΜΕΑ2 στις κυτταρικές μεμβράνες και έτσι διευκολύνεται η είσοδος του ιού στο κύτταρο, η λοίμωξη από SARS-CoV-2 και η βαρύτερη νόσηση από COVID-19.
Με αφορμή όλα αυτά τα δημοσιεύματα, οι επιστήμονες της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Ευστάθιος Μανιός (αναπληρωτής καθηγητής) και Θάνος Δημόπουλος (καθηγητής Θεραπευτικής και πρύτανης ΕΚΠΑ), ανασκόπησαν τη βιβλιογραφία (Mehra M et al, Cardiovascular disease, drug therapy, and mortality in COVID-19. NELM 2020;382:e102, Mancia G et al, Renin-angiotensin-aldosterone system blockers and the risk of COVID-19. NEJM 2020;382:2431-40, Reynolds H et al, Renin-angiotensin-aldosterone system inhibitors and risk of COVID-19. NEJM 2020;382:2441-8, Fosbol E et al, Association of angiotensin-converting enzyme inhibitor or angiotensin receptor blocker use with COVID-19 diagnosis and mortality. JAMA 2020 (published online June 19, 2020) doi:10.1001/jama.2020.11301) σχετικά με το θέμα αυτό και τα μέχρι σήμερα δεδομένα, δείχνουν ότι μόνο θεωρητική είναι η ανησυχία ότι ίσως αυξάνεται η πιθανότητα οι ασθενείς που λαμβάνουν κάποιο από αυτούς τους τύπους φαρμάκων να εμφανίσουν την λοίμωξη ή να παρουσιάσουν πιο σοβαρές επιπλοκές από COVID-19. Όλες οι νέες μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά υψηλού κύρους διαπίστωσαν ότι η θεραπεία με αΜΕΑ/ΑΥΑ δεν αυξάνει τον κίνδυνο λοίμωξης από SARS-CoV-2, δεν επηρεάζει την βαρύτητα της νόσου και δεν αυξάνει τη θνητότητα από COVID-19.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος για τους υπερτασικούς ασθενείς
Συγκεκριμένα, η πρώτη μελέτη, στην οποία συμμετείχαν 8.910 ασθενείς με COVID-19 νοσηλευόμενοι σε 169 νοσοκομεία της Ασίας, Ευρώπης και Βορείου Αμερικής, έδειξε ότι η αρτηριακή υπέρταση δεν συσχετίσθηκε με αυξημένη ενδονοσοκομειακή θνητότητα. Επιπλέον, η θνητότητα μεταξύ των ασθενών που ελάμβαναν αΜΕΑ (2.1%) ή ΑΥΑ (6.8%) δεν διέφερε σημαντικά συγκριτικά με εκείνους που δεν ελάμβαναν αΜΕΑ (6.1%) ή ΑΥΑ (5.7%), αντίστοιχα.
Ενώ, μία ακόμα μελέτη προερχόμενη από τη Λομβαρδία της Ιταλίας, σε 6.272 ασθενείς με επιβεβαιωμένη λοίμωξη από SARS-CoV-2 οι οποίοι συγκρίθηκαν με 30.759 άτομα τα οποία αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου οι επιστήμονες παρατήρησαν, ότι αν και η λήψη αΜΕΑ/ΑΥΑ ήταν πιο συχνή στους ασθενείς με COVID-19 συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου λόγω υψηλότερου επιπολασμού καρδιαγγειακών νοσημάτων, η θεραπεία με αΜΕΑ/ΑΥΑ δεν συσχετίσθηκε με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης από SARS-CoV-2 ή την βαρύτητα και έκβαση της νόσου.
Παρόμοια ωστόσο είναι και τα αποτελέσματα που δημοσιεύτηκαν από το πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, το οποίο μελέτησε και ανέλυσε δεδομένα από τους ηλεκτρονικούς φακέλους υγείας ασθενών με στόχο να διερευνηθεί η συσχέτιση ανάμεσα στις πέντε βασικές κατηγορίες αντιϋπερτασικών (αΜΕΑ, ΑΥΑ, β-αποκλειστές, αποκλειστές διαύλων ασβεστίου, διουρητικά) και την πιθανότητα λοίμωξης από SARS-CoV-2 καθώς και την βαρύτητα της νόσου από COVID-19. Μεταξύ των 12.594 ασθενών που ελέγχθηκαν για COVID-19, 5.894 (46.8%) ανευρέθηκαν θετικοί, ενώ 1.002 (17%) από αυτούς νοσηλεύτηκαν σε μονάδες εντατικής θεραπείας. Από το σύνολο των ασθενών ιστορικό αρτηριακής υπέρτασης είχε το 34.6%, ενώ από τους COVID-19 θετικούς ασθενείς το 59%.
Η μελέτη έδειξε ότι δεν υπήρχε καμία συσχέτιση μεταξύ των πέντε βασικών κατηγοριών αντιϋπερτασικών φαρμάκων και του κινδύνου λοίμωξης από SARS-CoV-2. Επιπλέον, δεν ανευρέθηκε καμία συσχέτιση ανάμεσα στις βασικές κατηγορίες αντιϋπερτασικών και την βαρύτητα της νόσου σε ασθενείς με COVID-19.
Τέλος, μία αναδρομική μελέτη από τη Δανία σε 4.480 ασθενείς με COVID-19 επιβεβαίωσε τα προηγούμενα ευρήματα. Το 20% των ασθενών ελάμβανε θεραπεία με αΜΕΑ/ΑΥΑ. Για τους ασθενείς που ελάμβαναν αΜΕΑ/ΑΥΑ τα ποσοστά θνητότητας (18.1%) καθώς και του συνδυαστικού καταληκτικού σημείου θνητότητας και βαρύτητας της νόσου (31.9%) στις 30 ημέρες νοσηλείας ήταν υψηλότερα συγκριτικά με τους ασθενείς που δεν ελάμβαναν (7.3%) και (14.2%), αντίστοιχα.
Ωστόσο, η διαφορά που διαπιστώθηκε δεν ήταν στατιστικά σημαντική μετά την προσαρμογή για το φύλο, την ηλικία και το ιατρικό ιστορικό. Επιπλέον, κατά τη σύγκριση των αΜΕΑ/ΑΥΑ με τις υπόλοιπες κατηγορίες αντιϋπερτασικών δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές ως προς την επίπτωση του COVID-19.
αΜΕΑ ή ΑΥΑ δεν σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης από SARS-CoV-2, βαρύτερη νόσο ή αυξημένη θνητότητα από COVID-19
Με απλά λόγια οι μελέτες αυτές υποστηρίζουν τις συστάσεις διεθνών ιατρικών κοινοτήτων ότι η θεραπεία με αΜΕΑ ή ΑΥΑ δεν σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης από SARS-CoV-2, βαρύτερη νόσο ή αυξημένη θνητότητα από COVID-19.
Σε υπερτασικούς ασθενείς αυξημένου κινδύνου για λοίμωξη από COVID-19 ή με λοίμωξη από COVID-19, η θεραπεία με αΜΕΑ ή ΑΥΑ πρέπει να συνεχίζεται εκτός και αν υπάρχουν σοβαρές αντενδείξεις όπως σήψη ή αιμοδυναμική αστάθεια.