Skip to main content

Η Ελλάδα μπορεί να γίνει κόμβος καινοτομίας και ανάπτυξης στην κλινική έρευνα

«Οι κλινικές μελέτες δεν είναι απλώς ένα επιστημονικό εργαλείο. Είναι η γέφυρα που ενώνει την καινοτομία με τον ασθενή» επισημαίνει ο Δημήτρης Αναγνωστάκης

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Κλινικών Μελετών, η Boehringer Ingelheim Ελλάς επαναβεβαιώνει τη δέσμευσή της στην προώθηση της καινοτομίας και της πρόσβασης των ασθενών σε νέες θεραπείες μέσω της κλινικής έρευνας.

Το 2024, η Boehringer επένδυσε 6,2 δισ. ευρώ στην Έρευνα & Ανάπτυξη (23,2% των καθαρών πωλήσεων), με στόχο την κυκλοφορία 25 νέων θεραπειών έως το 2030 και την έναρξη 10 νέων μελετών Φάσης II/III μέσα στους επόμενους 12–18 μήνες.

Η Boehringer Ingelheim έχει εισαγάγει σε διεθνές επίπεδο αρκετές καινοτόμες προσεγγίσεις στη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών:

Ψηφιακές και Απομακρυσμένες Δοκιμές: H εταιρεία έχει  ενσωματώσει ψηφιακές τεχνολογίες για τη διευκόλυνση της απομακρυσμένης παρακολούθησης και συλλογής δεδομένων, καθιστώντας τη συμμετοχή πιο βολική για τους ασθενείς και εξασφαλίζοντας συνεχή ροή δεδομένων: Σε συνεργασία με την Cumulus Neuroscience, η Boehringer ξεκίνησε μια πρωτοποριακή μελέτη για την οριακή διαταραχή προσωπικότητας, χρησιμοποιώντας την πλατφόρμα NeuLogiq® για την παρακολούθηση εγκεφαλικής δραστηριότητας, διάθεσης και συμπεριφοράς σε πραγματικό χρόνο από το σπίτι των ασθενών.

Παράλληλα η Boehringer Ingelheim πραγματοποιεί ανάλυση Δεδομένων Πραγματικού Κόσμου με Τεχνητή Νοημοσύνη αξιοποιώντας  δεδομένα από πάνω από 100.000 ασθενείς με καρκίνο για την ανάπτυξη εξατομικευμένων στρατηγικών θεραπείας και την ενίσχυση προγνωστικών μοντέλων για καρκίνους του πνεύμονα και του γαστρεντερικού.

Σχεδιασμός με Κέντρο τον Ασθενή: Η Boehringer Ingelheim έχει εισαγάγει καινοτόμες προσεγγίσεις στη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών, ενισχύοντας την προσβασιμότητα, την ακρίβεια και τη συμμετοχή των ασθενών: Οι διεθνείς κλινικές μελέτες  σχεδιάζονται με έντονη εστίαση στις ανάγκες και τις εμπειρίες των ασθενών. Αυτό περιλαμβάνει ευέλικτο προγραμματισμό, επισκέψεις στο σπίτι και τη χρήση φορητών συσκευών για τη μείωση του φόρτου στους συμμετέχοντες. Το 2024, το 95% των κλινικών μελετών της εταιρείας περιλάμβανε επίσημο σχέδιο εμπλοκής ασθενών και κέντρων, το οποίο ενημερωνόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης (διαδικασία που αναφέρεται ως Δομημένη Εμπλοκή Ασθενών και Κέντρων)

Ποικιλόμορφοι & αντιπροσωπευτικοί πληθυσμοί ασθενών: Η Boehringer Ingelheim δίνει έμφαση στη στρατολόγηση ποικιλόμορφων και αντιπροσωπευτικών πληθυσμών ασθενών για να διασφαλίσει ότι οι θεραπείες τους είναι αποτελεσματικές σε διαφορετικές δημογραφικές ομάδες.

Προσαρμοστικά Σχέδια Δοκιμών: Οι προσαρμοστικές κλινικές μελέτες  επιτρέπουν τροποποιήσεις στις διαδικασίες της δοκιμής βάσει ενδιάμεσων αποτελεσμάτων. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να επιταχύνει τη διαδικασία ανάπτυξης και να βελτιώσει τις πιθανότητες επιτυχίας.

Συνεργατικά Δίκτυα Έρευνας: Η εταιρεία συνεργάζεται  με διάφορα ερευνητικά ιδρύματα και δίκτυα για να ενισχυθεί το εύρος και η εμβέλεια των κλινικών η δοκιμών, εξασφαλίζοντας ευρύτερη και πιο ολοκληρωμένη συλλογή δεδομένων.

Αυτές οι καινοτομίες βοηθούν την Boehringer Ingelheim να διεξάγει πιο αποτελεσματικές, φιλικές προς τον ασθενή και συμπεριληπτικές κλινικές δοκιμές.

«Οι κλινικές μελέτες δεν είναι απλώς ένα επιστημονικό εργαλείο. Είναι η γέφυρα που ενώνει την καινοτομία με τον ασθενή» επισημαίνει ο Δημήτρης Αναγνωστάκης, γενικός διευθυντής της Boehringer Ingelheim Ελλάς και αντιπρόεδρος του ΣΦΕΕ υπεύθυνος για τις κλινικές μελέτες συμπληρώνοντας, στην Boehringer Ingelheim, επενδύουμε σταθερά στην Ελλάδα, γιατί πιστεύουμε στο επιστημονικό της δυναμικό και στη δυνατότητα της χώρας να εξελιχθεί σε περιφερειακό κόμβο κλινικής έρευνας».

Όπως εξηγεί ο κ. Αναγνωστάκης, η πρόσφατη έκθεση της IQVIA για λογαριασμό της Efpia, έδειξε ότι παρά την αυξημένη δραστηριότητα σε επίπεδο Ευρώπης, 60.000 λιγότεροι ασθενείς συμμετείχαν σε κλινικές μελέτες το 2023, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη για ενίσχυση της πρόσβασης και της ενημέρωσης των πολιτών. Ενώ η μελέτη της PwC με χορηγό το ΣΦΕΕ αναδεικνύει ότι η Ελλάδα, παρά τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα (ιατρικό προσωπικό, νοσοκομειακή υποδομή, φορολογικό καθεστώς), υστερεί σημαντικά σε επενδύσεις και αριθμό μελετών σε σχέση με χώρες όπως το Βέλγιο και η Δανία.

«Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατη ανακοίνωση του υπουργού Υγείας για τη δημιουργία ψηφιακού μητρώου κλινικών μελετών και την ενίσχυση της διαφάνειας και της πρόσβασης των ασθενών αποτελεί ένα θετικό και αναγκαίο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η Ελλάδα έχει όλα τα εχέγγυα για να προσελκύσει επενδύσεις στην κλινική έρευνα. Με τις κατάλληλες θεσμικές παρεμβάσεις και συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, μπορούμε να προσφέρουμε στους Έλληνες ασθενείς πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες και να ενισχύσουμε την εθνική οικονομία», τονίζει ο κος Αναγνωστάκης.