Skip to main content

Το 34% ασθενών με Διαπυητική Ιδρωταδενίτιδα δεν έχουν πάει ποτέ σε γιατρό

Της Ανθής Αγγελοπούλου

Η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα, η οποία ονομάζεται επίσης και «ανάστροφη ακμή», είναι μια χρόνια υποτροπιάζουσα νόσος του δέρματος που χαρακτηρίζεται από φλεγμονώδεις βλάβες στις πτυχές του δέρματος. Οι βλάβες αυτές περιλαμβάνουν επώδυνα οζίδια και αποστήματα και εντοπίζονται εκεί, όπου βρίσκονται οι αποκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες. Η νόσος δεν είναι ούτε μολυσματική ούτε μεταδοτική όμως η εμπλοκή του ανοσοποιητικού συστήματος σε αυτή, είναι πολύ σημαντική.

Ο επιπολασμός της ιδρωταδενίτιδας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι περίπου 1% του γενικού πληθυσμού. 

Όπως επισημαίνουν οι επιστήμονες, τα πρώτα συμπτώματα της Διαπυητικής Ιδρωταδενίτιδας εμφανίζονται σε άτομα ηλικίας από 12 έως 25, ενώ πάσχοντες είναι οι ενήλικες στις παραγωγικές ηλικίες 25 έως 55, με συχνότερη εντόπιση της νόσου στη γεννητική χώρα και τους γλουτούς.

Οι παθήσεις που έχουν σχετιστεί με τη νόσο είναι η αρθρίτιδα, η Νόσος του Crohn, η κατάθλιψη, η κακοήθεια και η σοβαρή ακμή.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της πρώτης έρευνας που έγινε στην Ελλάδα αναφορικά με τη Διαπυητική Ιδρωταδενίτιδα, και η οποία κατέγραψε τα χαρακτηριστικά των ασθενών και τις προκλήσεις που βιώνουν στη διαχείριση του νοσήματος, σε συνεργασία ή μη με το γιατρό τους, διαπιστώθηκε ότι είναι απαραίτητη η ενημέρωση στο γενικό πληθυσμό για τη νόσο, καθώς επίσης η έγκαιρη διάγνωση από το θεράποντα ιατρό, στην προκειμένη περίπτωση από το δερματολόγο, ώστε να έχουμε αποτελεσματική θεραπεία.

Αρνητική η επίδραση της νόσου στην ποιότητα ζωής
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον καθηγητή Δερματολογίας – Αφροδισιολογίας ΕΚΠΑ, διευθυντή της Α΄ Πανεπιστημιακής Κλινικής Δερματικών και Αφροδίσιων Νόσων στο νοσοκομείο «ΑΝ. ΣΥΓΓΡΟΣ» και πρόεδρο Ελληνικής Δερματολογικής και Αφροδισιολογικής Εταιρείας (ΕΔΑΕ), κ. Δημήτρη Ρηγόπουλο σε μεγάλο πληθυσμιακό δείγμα ανδρών και γυναικών ηλικίας 35 – 44, με κατανομή σε όλη την Ελλάδα (το 54% στην Αθήνα).

Όπως διαφάνηκε, τόσο στο σύνολο του δείγματος όσο και στους διαγνωσμένους το 65% έπασχαν από μέτρια (προσβολή περισσότερης της μιας περιοχής με 3 έως 5 εξάρσεις το χρόνο, ουλές και μέτρια επίδραση στην ποιότητα ζωής) έως σοβαρή νόσο (έντονα συμπτώματα, εξάρσεις και ουλές και επηρεασμένη ποιότητα ζωής). 

Μόνο το 30% του δείγματος όμως, ήξερε τη σωστή αιτία της νόσου, ενώ οι υπόλοιποι την απέδιδαν σε άλλες αιτίες, όπως ερεθισμό, ακατάλληλα ρούχα και θυλακίτιδα. 

Επίσης, ανάλογα με τη σοβαρότητα της εμφάνισης της ασθένειας, παρατηρήθηκε μια αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής του ασθενούς, αύξηση στις συννοσηρότητες, στη χρήση φαρμάκων και παραφαρμακευτικών, στα χειρουργεία, στις επισκέψεις σε ιατρό και στις νοσηλείες.

Ενώ ένα από τα πιο ανησυχητικά ευρήματα της έρευνας, είναι ότι το 34% των πασχόντων δεν έχουν επισκεφθεί ιατρό, ακόμα και με την πάροδο 2 ετών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, ενώ όσοι αναζητούν λύση επισκέπτονται διαφορετικές ιατρικές ειδικότητες ή πηγαίνουν σε μη ειδικό ιατρό, ενώ η διάγνωση γίνεται στον δερματολόγο. 

Τέλος, το 33% των διαγνωσμένων επιλέγουν να μην ακολουθήσουν θεραπεία.

Η σημασία της έγκαιρης και σωστής διάγνωσης
Όπως τόνισε ο καθηγητής Ρηγόπουλος, επειδή η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα πολλές φορές διαγιγνώσκεται λανθασμένα ως μόλυνση, η μεγάλη καθυστέρηση στη σωστή διάγνωση δεν είναι κάτι σπάνιο, ειδικά αν η νόσος βρίσκεται σε αρχικό στάδιο. 
Οι δερματολόγοι όπως είπε, συνήθως αξιολογούν την κλινική βαρύτητα των σημείων και των συμπτωμάτων της ιδρωταδενίτιδας βάσει μιας κλίμακας, η οποία ονομάζεται κλίμακα Hurley. 

Ωστόσο, ανέφερε ότι πολλές φορές η διάγνωση της νόσου είναι λανθασμένη και επειδή πολλοί πάσχοντες δεν νιώθουν άνετα να μιλήσουν για τα συμπτώματά τους ή να ζητήσουν βοήθεια από τους δερματολόγους τους, ο αριθμός των ασθενών που διαγιγνώσκονται τελικά είναι πολύ μικρότερος από τον πληθυσμό που φέρει τελικά τη νόσο.

Ειδικά Ιατρεία Διαπυητικής Ιδρωταδενίτιδας 
Στην Ελλάδα λειτουργούν 5 ειδικά ιατρεία για τη νόσο, Τα 2 στην Αθήνα και τα άλλα 2 στη Θεσσαλονίκη. Οι ασθενείς μπορούν να τα επισκεφτούν κατόπιν ραντεβού. 

Τα ιατρεία είναι: 

  • Α’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο «Α. Συγγρός», Αθήνα (Δευτέρα – Τρίτη – Τετάρτη και Παρασκευή, τηλ. 210 7265153) 
  • Β’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο «Αττικόν», Αθήνα (Τετάρτη, τηλ. 210 5832396 )  
  • Α’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο Αφροδισίων και Δερματικών Νόσων, Θεσσαλονίκη (Τηλ. 2313 308860-867)  
  • Β’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου», Παρασκευή, Θεσσαλονίκη (Τηλ. 14741).