Skip to main content

Μέχρι το Σεπτέμβριο το πόρισμα για το πώς θα γίνει η ανέλκυση του Sea Diamond

Mέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου του 2021 θα έχει εκδοθεί το πόρισμα της Επιτροπής αναφορικά για την ανέλκυση του ναυαγίου του Sea Diamond, προκειμένου στη συνέχεια να προκηρυχθεί διαγωνισμός, όπως ανέφερε ο υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Κωνσταντίνος Κατσαφάδος, απαντώντας σε σχετική επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή του ΜέΡΑ25 Γιώργου Λογιάδη.

«Η επιτροπή μελετά με τους αρμόδιους ειδικούς και ναυπηγούς, αλλά και χημικούς και σε συνεργασία με το υπουργείο Περιβάλλοντος, όλα τα ζητήματα αυτού του ιδιαίτερου ναυαγίου, για να προχωρήσει επιτέλους η ανέλκυσή του», είπε ο κ. Κατσαφάδος.

«Πρέπει να τελειώσει η υπόθεση με το ναυάγιο του Sea Diamond. Είναι υποχρέωση της πολιτείας όσο το δυνατόν γρηγορότερα να μπορέσει να κάνει την ανέλκυση αυτού του κουφαριού από την Καλντέρα της Σαντορίνης. Οφείλουμε όμως να το κάνουμε με σοβαρότητα. Οφείλουμε να το κάνουμε τηρώντας όλους τους κανόνες οι οποίοι διέπουν τέτοιες διαδικασίες. Οφείλουμε να το κάνουμε με υπευθυνότητα και ενώ υπάρχουν ακόμα εκκρεμείς δικαστικές διαδικασίες», είπε ο υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και πρόσθεσε: «Οφείλουμε να σεβόμαστε τους νόμους, να σεβόμαστε το περιβάλλον, να σεβόμαστε το θαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής, τις ανθρώπινες ζωές οι οποίες θα μπουν σε όλη αυτή τη διαδικασία, γιατί είναι ένα πάρα, μα πάρα πολύ δύσκολο εγχείρημα και οφείλουμε να έχουμε και μια τεχνοοικονομική μελέτη».

«Έχουν περάσει δεκατέσσερα χρόνια από τη βύθιση του Sea Diamond στη Σαντορίνη. Το κουφάρι του πλοίου βρίσκεται εγκαταλελειμμένο στο βυθό της θάλασσας κρεμασμένο στο χείλος του γκρεμού», ανέφερε ο βουλευτής του ΜέΡΑ25 και πρόσθεσε ότι «το Sea Diamond συνεχίζει να ρυπαίνει τα θαλάσσια οικοσυστήματα με τα πετρελαιοειδή και τις υδατοδιαλυτές τοξικές ουσίες που προέρχονται από το ναυάγιο και τη διάβρωση των επικίνδυνων υλικών του» καθώς το πλοίο περιείχε εξήντα πέντε τόνους ντίζελ, τετρακόσιους τριάντα επτά τόνους μαζούτ, διακόσιους τριάντα έξι τόνους απόβλητα κάθε είδους και τριάντα δύο τόνους λιπαντικά, βάσει του πράσινου βιβλίου του. «Έχουν αντληθεί περίπου οι εκατόν πενήντα τόνοι, αλλά από αναλύσεις που έκανε το Γενικό Χημείο του Κράτους αυτά ήταν κατά 99% θαλασσινό νερό και μόνο 1% πετρελαιοειδή», είπε ο κ. Λογιάδης και πρόσθεσε πως η πλοιοκτήτρια εταιρεία έχει εισπράξει 6 εκατομμύρια δολάρια για την απάντληση των πετρελαιοειδών ενώ στην έρευνα που έκανε το Πολυτεχνείο Κρήτης σε ψάρια που συλλέχτηκαν στην περιοχή, ανιχνεύτηκαν πολύ υψηλές τιμές σε επικίνδυνα βαρέα μέταλλα, όπως υδράργυρο, κάδμιο, μόλυβδο.

«Από την πρώτη στιγμή που έγινε το ναυάγιο, το κράτος άμεσα έσπευσε και αντιμετώπισε, με βάση τις δυνατότητες τις οποίες είχε, την περιβαλλοντική ρύπανση», ανέφερε ο υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Κωνσταντίνος Κατσαφάδος ενώ σε σχέση με την απάντληση των πετρελαιοειδών, υπογράμμισε ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι έχει απαντληθεί.

«Το τελευταίο χρονικό διάστημα υπάρχει μία συνεχής επιτήρηση από αντιρρυπαντική εταιρεία σε ό,τι έχει να κάνει με το ναυάγιο, για να ελέγχουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις τις οποίες έχει στην περιοχή, αλλά είναι και συνεχείς οι έλεγχοι τους οποίους κάνει το ΕΛΚΕΘΕ στην περιοχή», είπε ο υφυπουργός και κατέθεσε το πόρισμα της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης επί των αποφάσεων του ναυτικού τμήματος, «όπου λέει ξεκάθαρα ότι η τωρινή κατάσταση είναι σταθεροποιημένη και σαφώς αμβλυμμένη, έχοντας μία φυσική εξυγίανση στην ευρύτερη περιοχή του ναυαγίου», σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Κατσαφάδος.

Όπως ανέφερε εξάλλου ο υφυπουργός, το ΕΛΚΕΘΕ, με σχετικό έγγραφό του στις 11/9/2020, απεφάνθη ότι το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει από τις μετρήσεις που καλύπτουν τη χρονική περίοδο των δεκατριών ετών από το ατύχημα, είναι ότι δεν υπάρχουν εμφανείς επιπτώσεις από το ναυάγιο στο θαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής και η περιοχή χαρακτηρίζεται σε καλή περιβαλλοντική κατάσταση σε ό,τι αφορά τη ρύπανση τόσο από υδρογονάνθρακες, όσο και από βαρέα μέταλλα.

Σε σχέση με την πλοιοκτήτρια εταιρεία, ο υφυπουργός είπε ότι τα πρόστιμα που της έχουν επιβληθεί ξεπερνούν τα 620 και η εταιρεία καλείται να πληρώσει στο ελληνικό δημόσιο ποσό που ξεπερνάει τα 8.300.000 ευρώ.